Οιδοιποιρκό του «Ε» στην Βαρειά της Λέσβου την γενέτειρα του Θεόφιλου όπου βρίσκεται και το μουσείο Teriade με έργα του
Οι μισοκατεστραμμένες τοιχογραφίες στο παραδοσιακό καφενείο της Καρύνης και η αδιαφορία των αρμόδιων αρχών. Κινητά μνημεία χαρακτηρίστηκαν 37 έργα του Θεόφιλου
Ένα αφιέρωμα στον «φουστανελά», τον αυτοδίδακτο αυθεντικό λαϊκό ζωγράφο Θεόφιλο που απεικόνισε με γλαφυρότητα, φως και συναρπαστική απλότητα, αθωότητα και γνησιότητα την ελληνική λαϊκή παράδοση και ιστορία, και έγινε ο κύριος εκφραστής αυτής της τεχνοτροπίας, παρουσιάζει το «Ε» μέσα από ένα Οδοιπορικό στην ιδιαίτερη πατρίδα του στην Βαρειά Λέσβου και στο μουσείο όπου φιλοξενούνται τα περισσότερα έργα του. Πριν από όλα όμως ας γνωρίζουμε ποιος ήταν αυτός ο μικροκαμωμένος ιδιόρρυθμος άνθρωπος που δεν αποχωριζόταν την φουστανέλα του και έγινε γι αυτό αποδέκτης χλευασμών, και που σκόρπιζε απλόχερα τα έργα του ζωγραφίζοντας ακόμη και σε τοίχους καφενείων για ένα πιάτο φαϊ! Είναι αυτός που κατά τον Οδυσσέα Ελύτη «έδωσε έκφραση πλαστική στο αληθινό μας πρόσωπο», όμως όσο ζούσε πέρασε πολύ δύσκολα χρόνια!
Ποιος ήταν ο Θεόφιλος: Ένας μεγάλος ζωγράφος …ένας παρεξηγημένος άνθρωπος
Ο Θεόφιλος Χατζημιχαήλ ή Θεόφιλος Κεφαλάς ή Κεφάλας όπως ήταν το πραγματικό του όνομα γεννήθηκε στην Βαρειά της Λέσβου. Η ακριβής χρονολογία γέννησης του Θεόφιλου δεν είναι γνωστή. Ωστόσο θεωρείται πως γεννήθηκε κατά το διάστημα 1867–1870 στην Βαρειά της Μυτιλήνης. Ο πατέρας του, Γαβριήλ Κεφαλάς (ή Κεφάλας), ήταν τσαγκάρης ενώ η μητέρα του, Πηνελόπη Χατζημιχαήλ, ήταν κόρη αγιογράφου. Σε νεαρή ηλικία επέδειξε μέτριες σχολικές επιδόσεις, αλλά και ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την ζωγραφική, πάνω στην οποία απέκτησε βασικές γνώσεις δίπλα στον παππού του. Η ζωή του ήταν πολύ δύσκολη εξαιτίας του κόσμου που τον χλεύαζε, επειδή κυκλοφορούσε φορώντας την παραδοσιακή φουστανέλα. Σε ηλικία περίπου δεκαοκτώ ετών εγκατέλειψε το οικογενειακό του περιβάλλον και εργάστηκε ως θυροφύλακας («Καβάσης») στο Ελληνικό Προξενείο της Σμύρνης. Εκεί έμεινε για μερικά χρόνια, πριν εγκατασταθεί στην πόλη του Βόλου, περίπου το 1897, αναζητώντας ευκαιριακές δουλειές και ζωγραφίζοντας σε σπίτια και μαγαζιά της περιοχής ενώ σήμερα σώζονται τοιχογραφίες που πραγματοποίησε εκεί. Τα περισσότερα χρόνια της ζωής του τα πέρασε στο Πήλιο. Προστάτης του εκείνη την περίοδο, στάθηκε ο κτηματίας Γιάννης Κοντός, για λογαριασμό του οποίου, ο Θεόφιλος πραγματοποίησε αρκετά έργα. Η οικία Κοντού αποτελεί σήμερα το Μουσείο Θεόφιλου. Εκτός από την ζωγραφική του δραστηριότητα, ο Θεόφιλος συμμετείχε στην διοργάνωση λαϊκών θεατρικών παραστάσεων στις εθνικές γιορτές και την περίοδο της Αποκριάς, όπου κρατούσε τον πρωταγωνιστικό ρόλο, άλλοτε ντυμένος σαν Μεγαλέξανδρος, με τους μαθητές σε παράταξη μακεδονικής φάλαγγας, και άλλοτε σαν ήρωας της Ελληνικής Επανάστασης, με εξοπλισμό και κουστούμια που έφτιαχνε ο ίδιος.
Το 1927 επέστρεψε στη Μυτιλήνη. Εικάζεται πως αφορμή για την αναχώρηση του από τον Βόλο, ήταν ένα επεισόδιο σε ένα καφενείο, όταν κάποιος — για να διασκεδάσει τους παρευρισκόμενους — έριξε τον Θεόφιλο από μία σκάλα όπου ήταν ανεβασμένος και ζωγράφιζε. Στην Μυτιλήνη, παρά τις κοροϊδίες και τα πειράγματα του κόσμου, συνεχίζει να ζωγραφίζει, πραγματοποιώντας αρκετές τοιχογραφίες σε χωριά, έναντι ευτελούς αμοιβής, συνήθως για ένα πιάτο φαγητό και λίγο κρασί. Πολλά από τα έργα του αυτής της περιόδου έχουν χαθεί, είτε από φυσική φθορά είτε εξαιτίας καταστροφής τους από κατόχους τους. ΄
Οι μισοκατεστραμμένες τοιχογραφίες στο παραδοσιακό καφενείο της Καρύνης και η αδιαφορία των αρμόδιων αρχών
Σε μια περιοχή παραδεισένια , χαρακτηρισμένη ως φυσικού κάλλους με χιλιόχρονα πλατάνια βρίσκεται το χωριουδάκι Καρύνη στην ορεινή περιοχή της Λέσβου, στο 25ο χιλιόμετρο Μυτιλήνης Αγιάσου. Εκεί συναντήσαμε το πέτρινο καφενείο στους τοίχους του οποίου υπάρχουν ακόμη 4 τοιχογραφίες του Θεόφιλου. Μιλήσαμε με τον ιδιοκτήτη 5ης γενιάς του καφενείου κ. Σάββα Καμπούρη που το κληρονόμησε από τον προπάππο του και συνεχίζει να το λειτουργεί ως σήμερα. Καταγράψαμε ωστόσο και τον προβληματισμό και την ανησυχία του από την αδιαφορία των αρμοδίων αρχών να διαφυλάξουν το έργο του Θεόφιλου που αποτελεί πολιτιστική κληρονομιά του τόπου μας: « Το κτίσμα αυτό χαρακτηρίστηκε ως διατηρητέο από το 1965. Έχουμε τα σχετικά έγγραφα. Από την 8η Εφορία νεωτέρων μνημείων έγινε αποτύπωση με νάιλον, πέρασαν ένα υγρό, ήθελαν να φτιάξουν τις ρωγμές και λακκούβες και γενικά να κάνουν παρεμβάσεις για να διασωθούν τα έργα Ήρθαν πριν από μια 10ετια Έκτοτε τίποτα…
Πρόσφατα γίνεται μια προσπάθεια και έχουν σταλεί προς το υπουργείο έγγραφα και από την Εφορεία και από την περιφερειάρχη Λέσβου όμως δεν πήραμε απάντηση ακόμη. Η τοιχογραφία αναγνωρίστηκε ως έργο του Θεόφιλου και χρονολογήθηκε τουλάχιστον 80- 100 ετών. Είναι το μοναδικό του έργο στην Καρύνη και απεικονίζει τον Χορό του Ζαλόγγου το Κάστρο, την Αρετούσα και τον Ερωτόκριτο. Εμείς ξέρουμε ότι ο Θεόφιλος έμεινε ένα διάστημα στο χωριό και ζωγράφισε το καφενείο του προπάππου μας. Ξέρουμε ακόμη ότι κοιμόταν στην κουφάλα ενός πλάτανου που υπάρχει ακόμη», μας λέει ο κ. Καμπούρης.
Ο Στρατής Ελευθεριάδης (Tériade) διέσωσε το έργο του Θεόφιλου
Στην Μυτιλήνη, τον συνάντησε ο καταξιωμένος τεχνοκριτικός και εκδότης Στρατής Ελευθεριάδης (Tériade), ο οποίος διέμενε στο Παρίσι. Στον Ελευθεριάδη οφείλεται σε μεγάλο βαθμό η αναγνώριση της αξίας του έργου του Θεόφιλου αλλά και η διεθνής προβολή του, που ωστόσο σημειώθηκε μετά το θάνατό του. Με έξοδα του Ελευθεριάδη ανεγέρθηκε επίσης το 1964 το Μουσείο Θεοφίλου στην Βαρειά. Τα έργα του υπέγραφε συνήθως χρησιμοποιώντας το επώνυμο της μητέρας του, ενώ το μοναδικό έργο που φέρει το κατά κόσμον όνομά του, έχει υπογραφή «Έργο Θεόφιλου Γαβριήλ Κεφαλά» και είναι μια εικόνα των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης στο σκευοφυλάκιο του Ιερού Ναού Ταξιαρχών στις Μηλιές Πηλίου. Ο Θεόφιλος πέθανε τον Μάρτιο του 1934, παραμονές του Ευαγγελισμού, πιθανότατα από τροφική δηλητηρίαση, στη Μυτιλήνη.
Ο θρίαμβος του φουστανελά στον Λούβρο
Τον Ιούνιο του 1961 εγκαινιάστηκε μεγάλη έκθεση με έργα του Θεόφιλου στο Μουσείο του Λούβρου. Ήταν ο θρίαμβος του φουστανελά που κάποτε τον έλεγαν «σοβατζή». Το κοσμοπολίτικο Παρίσι υποδέχθηκε τον Έλληνα αυτοδίδακτο καλλιτέχνη, τον «παρθένο μαθητή των αισθήσεων». Η έκθεση οφείλετο στον Τεριάντ, βαθύ πατριώτη και εμπνευστή κορυφαίων δημιουργών του 20ου αιώνα, που ανακάλυψε τον Θεόφιλο και προσέδωσε κύρος στο έργο του, κινώντας το ενδιαφέρον της Ευρώπης, των διανοουμένων της εποχής. Ο «εν ξιφήρεις» φουστανελάς μπήκε στις αίθουσες του πιο λαμπρού μουσείου και οι Λουδοβίκοι συναντήθηκαν με τον Αντώνη Κατσαντώνη, τον Αθανάσιο Διάκο, τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, τον Μέγα Αλέξανδρο, την Αρετούσα. Έργα απλά, ελεύθερα, γεμάτα φως, σοφία και γλαφυρότητα, ενθουσίασαν τους επισκέπτες της έκθεσης «οι οποίοι εξεφράζοντο μετά θαυμασμού δια την πρωτοτυπίαν του ζωγράφου Θεόφιλου, που θεωρείται ως ο πρωτοπόρος της λαϊκής αυτής τεχνοτροπίας.
Κινητά μνημεία χαρακτηρίστηκαν 37 έργα του Θεόφιλου από το μουσείο Teriade,
Πρόσφατα επτά έργα του λαϊκού ζωγράφου Θεόφιλου Χατζημιχαήλ από το Μουσείο-Βιβλιοθήκη Στρατή Ελευθεριάδη-Teriade χαρακτηρίστηκαν μνημεία από το Κεντρικό Συμβούλιο Νεωτέρων Μνημείων (ΚΣΝΜ). Πρόκειται για έργα που ζωγράφισε ο Θεόφιλος για τον συλλέκτη έργων τέχνης Στρατή Ελευθεριάδη-Teriade, μετά τη γνωριμία τους στα τέλη της δεκαετίας του 1920 στη Μυτιλήνη. Τα έργα φιλοτεχνήθηκαν από το 1927 έως το 1933. Σημειώνεται ότι μέσα στα έξι αυτά χρόνια ο Θεόφιλος δημιούργησε πάνω από 120 πίνακες. Τα 37 από αυτά ο συλλέκτης τα δώρισε στο μουσείο που φέρει το όνομά του στη Βαρειά της Λέσβου και τα υπόλοιπα τα στέγασε στο γειτονικό Μουσείο Θεόφιλου, που χτίστηκε με δικές του δαπάνες και στη συνέχεια το δώρισε στο δήμο Μυτιλήνης. Τα έργα του Θεόφιλου απεικονίζουν μια ποικιλία ελληνικών θεμάτων που χωρίζονται σε δύο κατηγορίες, αυτά που παρουσιάζουν τη φύση και τον άνθρωπο (προσωπογραφίες, τοπία, εικόνες της καθημερινής ζωής) και εκείνα που περιγράφουν θέματα από την ελληνική μυθολογία, ιστορία και θρησκεία. Το 1976 το υπουργείο Πολιτισμού προχώρησε σε χαρακτηρισμό των έργων του Θεόφιλου «οπουδήποτε και εάν ευρίσκονται» ως έργα «χρήζοντα ειδικής κρατικής προστασίας». Την προστασία είχε ζητήσει με έγγραφό του ένα χρόνο πριν ο τότε αναπληρωτής προϊστάμενος της Εφορείας Κλασικών Αρχαιοτήτων Βόλου και μετέπειτα πανεπιστημιακός, Γεώργιος Χουρμουζιάδης.
Όπως διαπιστώνει η Διεύθυνση Νεώτερου Πολιτιστικού Αποθέματος και Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς, η κήρυξη του 1976 εντάσσεται σε μια ευρύτερη περίοδο έντονης προβολής και ενδιαφέροντος για το έργο του Θεόφιλου, αλλά και ευρύτερα για τη λαϊκή τέχνη. Η ομόφωνη κήρυξη στο πρόσφατο ΚΣΝΜ για τα 37 έργα από τη συλλογή του Μουσείου Teriade έχει ως στόχο την εξατομίκευση του χαρακτηρισμού του 1976 για τα 37 έργα και το χαρακτηρισμό ως συλλογής των ίδιων έργων. Σημειώνεται ότι η παραπάνω κήρυξη δεν αναιρεί το γενικό χαρακτηρισμό του 1976 του συνόλου της καλλιτεχνικής παραγωγής του Θεόφιλου, αλλά εξατομικεύει τα έργα με σκοπό την καλύτερη προστασία του έργου του ζωγράφου.