Πλανόδιοι μουσικοί που σκορπίζουν νότες στον δρόμο για λίγα κέρματα
Ο Γιάννης ο λυράρης από την Βουλγαρία… στην πλατεία Ελευθερίας
Σε μια βουβή και άχρωμη σύγχρονη πόλη, εκεί που ο κόσμος προσπερνάει χωρίς να παρατηρεί και να δίνει σημασία, η μουσική χρωματίζει την καθημερινότητα. Άνθρωποι από διάφορα μέρη και όλων των ηλικιών, οι πλανόδιοι μουσικοί, δίνουν την δική τους ευχάριστη νότα στις διαδρομές των Ξανθιωτών. Το πάλκο του δρόμου στήνεται άλλοτε από έναν σολίστα μοναχικό οργανοπαίκτη, και άλλοτε από μια μικρή κομπανία. Οι πλανόδιοι μουσικοί που συντροφεύουν με νότες τις καθημερινές βόλτες στην πόλη είναι οι περισσότεροι μετανάστες, Βούλγαροι, Αθίγγανοι, συναντάς όμως και σπανιότερα Έλληνες ή και ευρωπαίους μποέμ τύπους που περιδιαβαίνουν την οικουμένη παίζοντας την μουσική που αγαπούν.
Η μουσική του δρόμου
Οι άνθρωποι που καθημερινά περιπλανώνται στην πόλη σκορπίζοντας νότες, καμιά φορά φάλτσες, άλλοτε μελωδικές, είναι όλοι αυτοί που δημιούργησαν μια ιδιότυπη κοινότητα μουσικών, που έχει συνταιριάξει στα ακούσματά μας τα τελευταία χρόνια και άλλα είδη μουσικής ρωσικά, τσιγγάνικα, αλβανικά, ρουμανικά, βουλγαρικά που μαζί με τη λατέρνα που σπάνια εμφανίζεται πλέον, το ακορντεόν, το βιολί, την λύρα, το κλαρίνα και τους ζουρνάδες συνθέτουν ένα αλλιώτικο «είδος» μουσικής: τη μουσική του δρόμου.
Ο Γιάννης ο λυράρης της πλατείας Ελευθερίας
Περνώντας κανείς από την πλατεία Ελευθερίας τις μεσημεριανές ώρες, σίγουρα θα ακούσει, μέσα στον ήχο των πολλών τροχοφόρων, τις κόρνες και τις φωνές, μια μοναχική λύρα να βγάζει ήχους, άλλοτε γρήγορους και ζωηρούς, άλλοτε πιο αργούς και ηδυπαθείς, από τις δοξαριές ενός πλανόδιου μουσικού. Είναι ο Γιάννης ο λυράρης, από την επαρχία Φιλιππούπολης της Βουλγαρίας. Ρίχνοντας μερικά κέρματα στο κουτάκι που έχει στα πόδια του πλάι στο μπουκαλάκι με το νερό, εξασφαλίσαμε ένα μικρό ταξίμι, ένα μουσικό κομμάτι δεξιοτεχνικό, δηλαδή, και ένα χαμόγελο. Είναι η ανταμοιβή του μουσικού στο πενιχρό φιλοδώρημα, που είναι γι’ αυτόν το μεροκάματο της ημέρας. Μένει στην Χρυσούπολη και κάθε πρωί παίρνει το λεωφορείο για να έρθει στην Ξάνθη, όπου παίζει σε διάφορα σημεία, με βάση του όμως το πεζοδρόμιο μπροστά στο Ηρώο της 28ης Οκτωβρίου. «Βγάζω ένα μικρό μεροκάματο, ίσα ίσα για να βγαίνει το φαγητό μου», μας λέει σε σπαστά ελληνικά και συνεχίζει να παίζει, χαμογελώντας στους διαβάτες που πότε περνούν βιαστικά και αδιάφορα, πότε κοντοστέκονται και ρίχνουν μερικά κέρματα στο κουτάκι του.
Βουλγάρικη λύρα με… 19 χορδές
Κοιτώντας με απορία τα πολλά ‘’κλειδιά’’ στο πάνω μέρος της λύρας του, ρώτησα τον Γιάννη πόσες χορδές έχει. «19!» μου απάντησε, εξηγώντας μου ότι οι τρεις χορδές είναι οι κύριες, πάνω στις οποίες παίζει την μελωδία, ενώ οι υπόλοιπες που βρίσκονται πιο πίσω, αποτελούν τις λεγόμενες από τους μουσικούς ‘’συμπαθητικές’’ χορδές, που συντονίζονται και βγάζουν ένα ήχο πιο ‘’γεμάτο’’ και ‘’συμπαθητικό’’. Η λύρα που παίζει είναι στον τύπο της θρακιώτικης λύρας, μετεξέλιξη της θρακικής λύρας του θρυλικού μουσικού Ορφέα, που στην Βουλγαρία ονομάζεται gadulka (γκαντούλκα). Το σκάφος, το πίσω μέρος δηλαδή της λύρας, είναι φτιαγμένο από μουριά, υλικό που ευθύνεται για τον ήχο του οργάνου. Οι μελωδίες που παίζει είναι γνωστές σαν ακούσματα, αφού στην ευρύτερη περιοχή της Θράκης, οι βαλκανικοί λαοί έχουν πολλά κοινά μουσικά στοιχεία.
Μουσικές «κόντρες» στον δρόμο
Οι πλανόδιοι μουσικοί έχουν σαν κοινό την αγάπη για την μουσική, αλλά και την ανάγκη για επιβίωση. Το μεροκάματο πλέον βγαίνει δύσκολα, όπως παραδέχεται ο Γιάννης, και δεν λείπουν οι κόντρες ανάμεσα στους μουσικούς, ποιος θα προσελκύσει περισσότερο κόσμο. Κάποτε οι μουσικοί του δρόμου που έπαιζαν σε πολυσύχναστα σημεία έβγαζαν καλά λεφτά, σήμερα όμως μπορεί κάποιος μέσα σε μερικές ώρες να βγάλει μόλις 2 ευρώ. Ο κόσμος πλέον δεν δίνει εύκολα χρήματα, όπως παραδέχεται με πόνο ο λυράρης μας. Το άγχος και η βιασύνη της καθημερινότητας δεν επιτρέπουν τέτοιες πολυτέλειες σε πολλούς. Εκεί όμως που ο δρόμος σταματάει, η μουσική αρχίζει. Φτάνει να σταματήσουμε λίγο να την αφουγκραστούμε και να την αφήσουμε να μας γεμίσει.
Χ.Δ.