Από το 1964 ξεκίνησαν οι έρευνες στην περιοχή από τον αρχαιολόγο Δημήτρη Λαζαρίδη
Σε δύο εβδομάδες θα έχουμε εικόνα του εσωτερικού του τάφου
Η αποκάλυψη του τεράστιου ταφικού μνημείου στην Αμφίπολη Σερρών που έχει προσελκύσει το παγκόσμιο ενδιαφέρον και έχει δημιουργήσει υψηλές προσδοκίες στο εσωτερικό της χώρας, αποτελεί την ευόδωση αρχαιολογικών ερευνών που ξεκίνησαν μισόν αιώνα πριν, από τον Καβαλιώτη αρχαιολόγο Δημήτρη Λαζαρίδη, ο οποίος έφτασε πρώτος στην περιοχή και ξεκίνησε έρευνες, αποκαλύπτοντας πολλούς αρχαίους τάφους με σημαντικά ευρήματα. Ο Δ. Λαζαρίδης ήταν και ο πρώτος που αποκάλυψε τμήμα του περίβολου των 487μ. του εν λόγω μνημείου, αλλά διάφορες αντιξοότητες καθώς και πολιτικές εξελίξεις στη χώρα, εμπόδισαν την ολοκλήρωση των ερευνών του. Στην ομάδα των αρχαιολόγων που πραγματοποιούσε ανασκαφές στην περιοχή με την επίβλεψη του Δ. Λαζαρίδη ήταν και η κυρία Κατερίνα Περιστέρη, η οποία σήμερα, 50 χρόνια μετά, ως επικεφαλής, κατάφερε να αποκαλύψει το τεράστιο αυτό ταφικό μνημείο.
Την πρώτη του ανασκαφή στον λόφο Καστά, το 1964, περιγράφει ο αρχαιολόγος Δημήτρης Λαζαρίδης στα «Πρακτικά της εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας», σε απόσπασμα με τίτλο «Ανασκαφαί και έρευνα εις Αμφίπολιν», Εν Αθήναις 1966. Στο συγκεκριμένο απόσπασμα του βιβλίου ο αρχαιολόγος αποκαλύπτει ότι στον λόφο Καστά της Αρχαίας Αμφίπολης υπήρχε ένας μεγάλος τεχνητός τύμβος που πιθανόν, όπως έλεγε, «καλύπτει ένα μεγάλο ταφικό οικοδόμημα». Αναφέρει συγκεκριμένα: «Εις απόστασιν ολίγων δεκάδων μέτρων ανατολικώς του υπ’ αριθμ. 133 λόφου εις την θέσιν “Καστάς”, υπάρχει λοφίσκος, εις την κορυφήν του οποίου είχεν ανευρεθεί κατά το παρελθόν τάφος εκ πωρολίθου, κάτωθεν δε του τάφου τούτου είχε αποκαλυφθή και δεύτερος τάφος παιδίου. Δια της ερεύνης διεπιστώθη, ότι η επίχωσης είναι αμμώδης, εντός αυτής δε ανευρέθησαν τμήματα κεράμων. Πρόκειται άρα περί μεγάλου τεχνητού τύμβου, όστις πιθανώς καλύπτει μέγα ταφικόν οικοδόμημα. Δια της μελλοντικής ερεύνης του τύμβου θα ελεγχθή η ορθότης της υποθέσεως ταύτης».
Πώς ξεκίνησε, όμως, το «ταξίδι» της Αμφίπολης και πώς έφτασε σε εκείνο το σημείο ο Δημήτρης Λαζαρίδης; Ο επί τριάντα χρόνια στενός συνεργάτης του, πρώην αρχιφύλακας του αρχαιολογικού χώρου στην Αμφίπολη, Αλέξανδρος Φ. Κοχλιαρίδης, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ανασύρει θύμησες μακρινές, μα όχι λησμονημένες, της εποχής εκείνης.
«Ήταν φθινόπωρο του 1955. Παιδί τότε, δώδεκα ετών, πήγα με τον πατέρα μου Φίλιππα για να μαζέψω ξύλα. Η νύχτα πλησίαζε κι εμείς κόβαμε και μαζεύαμε από κάτω όσα περισσότερα ξύλα μπορούσαμε για να γυρίσουμε γρήγορα πίσω στο χωριό. Ξαφνικά, βρεθήκαμε μπροστά σε ένα ιδιόμορφο άνοιγμα στο έδαφος, που αρχικά νομίζαμε πως ήταν σπηλιά. Τα σκαλοπάτια, όμως, που είδαμε στο βάθος μας προβλημάτισαν. Ειδοποιήσαμε αμέσως τον παππού μας Νικόλαο, που ήταν και ο σοφός της οικογένειας. Μας συμβούλεψε να ενημερώσουμε την Αρχαιολογική Υπηρεσία της Καβάλας, της οποίας προϊστάμενος ήταν τότε κάποιος Δημήτρης Λαζαρίδης. Ύστερα από δυο μέρες ήρθε. Θα μου μείνει αξέχαστη η πρώτη συνάντησή μας στη σημερινή γέφυρα του ποταμού Στρυμόνα. Ένας ευχάριστος νέος, γεμάτος αυτοπεποίθηση και αποφασιστικότητα. Τον μεταφέραμε στο χωριό με το γαϊδουράκι και τον πήγαμε στο σημείο- η σπηλιά, όπως μας αποκάλυψε, ήταν ένας λαξευτός τάφος ελληνιστικών χρόνων. Το πρώτο στοιχείο από έναν ολόκληρο αρχαίο πολιτισμό, που έκρυβε στα “σπλάχνα” της η περιοχή μας και η αρχαιολογική σκαπάνη θα τον αποκάλυπτε», εξιστορεί.
Οι πρώτες ανασκαφές στο συγκεκριμένο σημείο, ΒΑ της Αμφίπολης, πηγαίνοντας για τον λόφο Καστά, ξεκίνησαν έναν χρόνο μετά, το 1956. Κατά τη διάρκεια της ανασκαφής ήρθε στο φως το ελληνιστικό νεκροταφείο, με τα πλούσια ευρήματά του, που φυλάσσονται σήμερα στο αρχαιολογικό Μουσείο της Αμφίπολης. Το 1959-’60 ήρθε και η βοηθός του, η Κατερίνα η Ρωμιοπούλου, θυμάται.
«26 Απριλίου 1956. Άρχισαν συστηματικές ανασκαφές στην Αμφίπολη, σ’ ένα μεγάλο νεκροταφείο για να προστατευτεί η περιοχή από την αρχαιοκαπηλία. Χωρίς κανέναν φύλακα ή άλλο υπάλληλο- αρχαιολόγο, αρχιτέκτονα, συντηρητή. Πήρα την απόφαση να αρχίσω, παρά τις αδυναμίες, για να διασωθεί το καταπληκτικό πλήθος των κτερισμάτων. Ο τόπος ήταν γεμάτος σκάμματα και τομείς αρχαιοκαπήλων. Αποφάσισα αμέσως την ανασκαφή στη θέση αυτή» θα γράψει στο ημερολόγιό του ο αρχαιολόγος Δημήτρης Λαζαρίδης.
Οι ανασκαφές στο σημείο έφεραν στο φως τοίχο από πλίνθινο πωρόλιθο, μελαμβαφή αγγεία, όστρακα, νομίσματα, αγαλματίδια και άλλα αρχαιολογικά ευρήματα. Έναν χρόνο μετά, μία επιγραφή σε ρωμαϊκό τάφο έδινε την πληροφορία πως εκεί ήταν θαμμένος ο γιατρός Σέξτος Ιούλιος Χαρίτων. Η Αμφίπολη άρχισε να φέρνει στο φως τα ονόματα των πολιτών της: Ευμήτις, Σέξτος, Ιούλιος, Δημητρίας, Ευβουλίδου, Αριστονόη, Μυρτώ, Νικάσιππος, Πίπις και Φανίς.
Το 1960 είναι μία «τυχερή χρονιά» για τον Δημήτρη Λαζαρίδη, καθώς οι έρευνες αποκαλύπτουν έναν μακεδονικό ασύλητο τάφο, που είναι και ο μεγαλύτερος της Αμφίπολης. Χρυσά δακτυλίδια, ένα χρυσό στεφάνι από φύλλα ελιάς κι ένας ασημένιος καθρέφτης είναι μερικά μόνο από τα ευρήματα του που φιλοξενούνται σήμερα στο αρχαιολογικό μουσείο Αμφίπολης. Οι έρευνες του αρχαιολόγου συνεχίζονται και επιχειρεί πλήθος δοκιμαστικών τομών στην ομαλή έκταση της Ακρόπολης, χωρίς όμως αποτέλεσμα.
«Το 1964, ο Δημήτρης Λαζαρίδης κάνει την πρώτη τομή στον λόφο Καστά και εντοπίζει την περίμετρο του ταφικού περιβόλου. Αποκαλύπτει, τότε, 41 μέτρα της περιμέτρου μήκος, με 0,80 εκατ. στο ύψος. Εκείνα τα χρόνια, οι ανασκαφές ήταν δύσκολες- γίνονταν με τον κασμά και το φτυάρι, δεν υπήρχαν μηχανήματα, ούτε πολλά λεφτά. Ύστερα από δύο-τρεις μέρες, μία ξαφνική βροχή γέμισε με χώμα το σκάμμα των αρχαιολογικών ανασκαφών. Το 1965 ξεκινά την ανασκαφή στο ίδιο σημείο και αποκαλύπτει πλέον κομμάτι της περιβόλου. Ενημερώνει την Αρχαιολογική Εταιρεία για την τόσο σημαντική ανακάλυψη και συνεχίζει ακάθεκτος το έργο του. Στον χώρο της δουλειάς του κατάφερε να συνδέσει τόσο στενά το επιστημονικό και εργατικό προσωπικό με τους απλούς κατοίκους του χωριού, που έγινε για όλους το πιο αξιοσέβαστο πρόσωπο της περιοχής» δηλώνει, με έμφαση, ο κ. Κοχλιαρίδης.
Θυμάται ακόμη πως τις αρχαιολογικές ανασκαφές έρχεται να διακόψει η δικτατορία των Απριλιανών. «Οι στραγγαλιστές της Δημοκρατίας -λέει- δεν μπορούσαν να ανεχθούν ανθρώπους δημοκρατικών πεποιθήσεων, όπως ο Δημήτρης Λαζαρίδης, και τον απομακρύνουν από τον χώρο της εργασίας του. Το διάστημα που ακολούθησε, από το 1967 έως το 1971, υπήρξε για την αρχαιολογική Αμφίπολη η πιο νεκρή και άγονη περίοδος».
Μετά το 1971, με χρηματοδότηση της Αρχαιολογικής Εταιρείας καθώς και με την ηθική και υλική στήριξη του γνωστού τότε πολεοδόμου Δοξιάδη, ο Δ. Λαζαρίδης επιστρέφει στην Αμφίπολη και ξεκινά με μεγαλύτερο ζήλο τις ανασκαφές του. Επαληθεύει, με τα ευρήματα του, όλα όσα εξιστορούσε ο Θουκυδίδης, συνεχίζει τις ανασκαφές και υποθέτει, τότε με τους τοπογράφους, ότι η περίμετρος του λόφου Καστά «αγγίζει» τα 487 μέτρα. Ήταν πλέον πεπεισμένος ότι επρόκειτο για μεγάλο ταφικό μνημείο. Ο Δ. Λαζαρίδης δημιουργεί τότε ένα άτυπο «ανοιχτό λαϊκό πανεπιστήμιο», ενημερώνοντας όλους όσοι πλησίαζαν τις ανασκαφές του για την ιστορία της Αμφίπολης και τα ευρήματά του.
Την ίδια χρονιά συνεχίζει τις ανασκαφές στον λόφο Καστά, αλλάζοντας όμως τη φορά της ανασκαφικής σκαπάνης και ξεκινώντας από την κορυφή του. «Προχωρά 13-14 μέτρα βάθος. Εκεί αποκαλύπτει αρχαϊκούς ασύλητους κιβωτιόσχημους τάφους της εποχής του σιδήρου, μέσα στους οποίους είναι θαμμένες γυναίκες, παιδιά και άνδρες με οπλισμό. Συνεχίζει την εκσκαφή του ώσπου βρίσκεται στον φυσικό λόφο του Καστά. Εκεί κάνει νέες τομές και κατεβαίνει τμηματικά στον λόφο, αποκαλύπτοντας σταδιακά ένα μεγάλο τετράπλευρο οικοδόμημα, διαστάσεων 10×10 μ., με 5 μ. ύψος. Ο αρχαιολόγος απεφάνθη ότι αυτό ήταν το ταφικό σήμα του τύμβου, το οποίο στην αρχαιότητα βρισκόταν μέσα στο χώμα» λέει ο κ. Κοχλιαρίδης, ο οποίος νιώθει πως με όσα διαδραματίζονται, σήμερα, στην Αμφίπολη, ζει για ακόμη μια φορά τις στιγμές που ήταν δίπλα στον Δ. Λαζαρίδη. «Πίστευε ότι εδώ ήταν θαμμένος ο μικρός Αλέξανδρος και η μητέρα του Ρωξάνη. Αυτό το στήριζε στα ιστορικά γεγονότα που έλεγαν, ότι ο Κάσσανδρος, φοβούμενος την οργή των Φιλιππαίων, που αγαπούσαν τον μικρό Αλέξανδρο, έκανε έναν μεγαλειώδη τάφο και τον έθαψε με τιμές βασιλικές, ενώ για τον Μέγα Αλέξανδρο πίστευε ότι ήταν θαμμένος στην Αλεξάνδρεια» επισημαίνει.
Έτος 1977: καθώς οι ανασκαφές προχωρούν προς το βορειοδυτικό μέρος της Αμφίπολης, ο αρχαιολόγος ψάχνει να βρει τη γέφυρα που αναφέρει ο Θουκυδίδης και που τόσο μεγάλο ρόλο έπαιξε στην κατάληψη της Αμφίπολης. Κατευθύνεται βόρεια από την πλευρά του Λιονταριού, στη θέση που δεσπόζει σήμερα, σε απόσταση περίπου 50 μέτρων, στον «καρτερό λόφο», για τον οποίο μιλά και ο Θουκυδίδης, περιγράφοντας τις κινήσεις του Κλέωνα γύρω από την Αμφίπολη και τις κινήσεις του Βρασίδα προς την Αμφίπολη.
Το 1981, οι ανασκαφές στο τείχος αποκαλύπτουν το Ιερό της Κυβέλης και του συνοδού της Άτυος ή Άττεως, θεοτήτων από τη Μικρά Ασία που λατρευόταν και στην Αμφίπολη. Την Κατερίνα Περιστέρη, ο Δημήτρης Λαζαρίδης τη γνώρισε το 1979-’80. Δούλεψε μαζί του για δύο χρόνια, καθώς στενός συνεργάτης του Λαζαρίδη ήταν ο φιλόλογος, σύζυγος της Κατερίνας Περιστέρη, Μόσχος Οτατζής. Η Κ. Περιστέρη γνώριζε για την περίμετρο της Αρχαίας Αμφίπολης” θα μας πει ο πρώην αρχιφύλακας των αρχαιολογικών ανασκαφών.
Το 1982 άρχισαν οι ανασκαφές στο πρώτο μεγάλο δημόσιο κτίριο της Αρχαίας Αμφίπολης, που οι επιγραφές ταυτίζονταν με το Γυμνάσιο- η θέση του κτιρίου ήταν γνωστή στον Λαζαρίδη από το 1960. Οι αρχαιολόγοι αποκαλύπτουν τα μνημεία και προσδιορίζουν την εποχή του Γυμνασίου στην Ελληνιστική Εποχή. Το 1984 συνεχίζονται οι ανασκαφές στην Παλαίστρα του Γυμνασίου, όπου αποκαλύπτονται στήλες που χρονολογούνται στον 1ο αιώνα π. Χ. «Το 1984, ο Δημήτρης Λαζαρίδης αρρώστησε και δυστυχώς ήρθε ο πρόωρος θάνατός του. Το όνειρό του να συνεχίσει την ανασκαφή στον λόφο Καστά έμεινε ανεκπλήρωτο.» εξιστορεί, με θλίψη για τον χαμό του στενού του φίλου, που γνώριζε από παιδί, ο κ. Κοχλιαρίδης.
Μετά τον θάνατο του Λαζαρίδη, το 1985, οι έρευνες επί του λόφου Καστά συνεχίστηκαν από την αρχαιολόγο Χάιδω Κουκούλη, η οποία βρήκε κι άλλους τάφους της ίδιας εποχής. Η Κ. Περιστέρη αναλαμβάνει τη θέση της προϊσταμένης της ΚΗ΄ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων στις Σέρρες το 2009 και αμέσως αρχίζει δουλειά στην περιοχή της ανασκαφής, με την οικονομική βοήθεια του τότε Νομάρχη Σερρών Στέφανου Φωτιάδη, που της επιχορηγεί κονδύλιο ύψους 80.000 ευρώ. Το 2012, η αρχαιολόγος φέρνει στο φως το μεγαλειώδες περίβολο του τύμβου, δικαιώνοντας όλες τις αρχαιολογικές προβλέψεις του Δ. Λαζαρίδη.
«Υπομονή που χρειάζεται να έχεις, καθώς μια ανασκαφή απαιτεί να γίνουν εξαιρετικά λεπτές εργασίες…» έγραφε, χρόνια πριν, στο ημερολόγιό του ο Δ. Λαζαρίδης, συμπληρώνοντας: «Το γοητευτικό ταξίδι σε τόσους παλιούς καιρούς, που συχνά σου επιτρέπουν να γνωρίσεις μόνο ένα ελάχιστο κομμάτι της ζωής των ανθρώπων τότε, είναι όπως σ’ ένα σκοτεινό δωμάτιο μπαίνει το φως μόνο από μια μικρή χαραμάδα»…
Σε δύο εβδομάδες θα έχουμε καθαρή εικόνα του εσωτερικού του τάφου
Η αρχαιολογική σκαπάνη μέρα με τη μέρα φέρνει στο φως εντυπωσιακά ευρήματα και το υπουργείο πολιτισμού μετά από την ασφυκτική πίεση που δέχεται από διεθνή και εγχώρια ΜΜΕ, καθώς το ενδιαφέρον της παγκόσμιας κοινής γνώμης είναι τεράστιο, δίνει κάθε μέρα στη δημοσιότητα στοιχεία και φωτογραφικό υλικό από την εξέλιξη των ανασκαφών, οι οποίες συνεχίζονται με γοργούς –για τα αρχαιολογικά δεδομένα – ρυθμούς.
Έπειτα από την απομάκρυνση των μαρμάρινων πλακών από το μνημείο, η οποία αποκάλυψε ολόκληρες τις μαρμάρινες Σφίγγες, που βρέθηκαν στην είσοδο του Τάφου, την Πέμπτη απομακρύνθηκαν, με άκρα προσοχή, χώματα τα οποία βρίσκονταν πίσω από τα αγάλματα, σε βάθος περίπου, δυο μέτρων, και σε πλάτος ανάλογο της εισόδου του τάφου (4.50 μ). Oι αρχαιολόγοι συνέχισαν τις εργασίες τους με την αφαίρεση πέντε λιθόπλινθων, από την έκτη σειρά του τοίχου σφράγισης, με τη βοήθεια μηχανικού μέσου και μετά την απομάκρυνσή τους, αποκαλύφθηκε κάτω από τη βάση των Σφιγγών, το ανώτερο τμήμα του μαρμάρινου θυρώματος. Το θύρωμα καλύπτεται με fresco σε μίμηση ιωνικού επιστυλίου και φέρει διακόσμηση με κόκκινο, μπλε και μαύρο χρώμα. Οι εργασίες συνεχίζονται με προτεραιότητα την στερέωση και συντήρηση των έως τώρα ευρημάτων.