Έθιμα και θρησκευτικές τελετές του Τριημέρου των Φώτων (Θεοφανείων)
Η βάφτιση του Χριστού με τα Θεοφάνειά του, συμβολίζουν τη θεία πνευματική λύτρωση και την ανάσταση του ανθρώπου
Το τριήμερο της παραμονής των Θεοφανείων (5 Ιανουαρίου), της ημέρας των Θεοφανείων (6 Ιανουαρίου) και της γιορτής του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου (7 Ιανουαρίου) ονομάζεται «τριήμερο των Φώτων». Κατά την διάρκεια του τριημέρου λαμβάνουν χώρα στην Εκκλησία μας διάφορες τελετές οι οποίες, σε συνδυασμό με τα έθιμα του λαού μας, δημιουργούν ένα εορταστικό κλίμα. Σύμφωνα με την αντίληψη των παλιότερων, είναι μεγάλη γιορτή, «Θεότρομη» όπως τη λέει και ο Γ. Μέγας. Τη μέρα τούτη αγιάζονται τα νερά και φεύγουν από τον κόσμο όλα τα παγανά και τα ζούζουλα. Η βάφτιση του Χριστού με τα Θεοφάνειά του, συμβολίζουν τη θεία πνευματική λύτρωση και την ανάσταση του ανθρώπου με την παλιγγενεσία του.
Τα Θεοφάνεια μπορεί μεν ν’ αποτελούν μια μεγάλη ετήσια χριστιανική εορτή, αυτή της ανάμνησης της Βάπτισης του Ιησού Χριστού στον Ιορδάνη ποταμό από τον Άγιο Ιωάννη τον Βαπτιστή, αλλά περικλείει και πολλές εκδηλώσεις που αποτελούν διαιώνιση αρχαίων(ελληνικών)εθίμων.
Βασική τελετουργία των Θεοφανίων είναι ο «αγιασμός των υδάτων» με τη κατάδυση του Σταυρού κατά μίμηση της Βάπτισης του Θεανθρώπου. Στην ελληνική εθιμολογία όμως, ο εν λόγω Αγιασμός έχει και την έννοια του καθαρμού, του εξαγνισμού των ανθρώπων καθώς και της απαλλαγής του από την επήρεια των δαιμονίων. Η τελευταία δε αυτή έννοια δεν είναι ασφαλώς αυστηρά χριστιανική, αλλά έχει ρίζες στην αρχαία λατρεία.
Παραμονή των Φώτων (5 Ιανουαρίου)
Το τριήμερο ξεκινά με τον εκκλησιασμό των χριστιανών το πρωί της παραμονής των Θεοφανείων. Στους Ιερούς ναούς ψάλλεται η ακολουθία των «Μεγάλων Ωρών» και κατόπιν λαμβάνει χώρα ο «Μεγάλος Αγιασμός» που την ημέρα αυτή τελείται μέσα στο ναό. Οι νοικοκυρές ετοιμάζουν το νηστίσιμο φαγητό για το μεσημέρι ενώ τα παιδιά ξεχύνονται στα σπίτια, γνωστά και μη, για να ψάλουν τα κάλαντα των Θεοφανείων. Οι γειτονιές γέμιζαν παλιότερα από γλυκές φωνούλες που έψαλλαν:
«Σήμερα τα φώτα κι ο φωτισμός,
η χαρά μεγάλη κι ο αγιασμός.
Κάτω στον Ιορδάνη τον ποταμό,
κάθεται η κυρά μας η Παναγιά.
Όργανο βαστάει, κερί κρατεί,
και τον Αϊ-Γιάννη παρακαλεί.
Αϊ-Γιάννη αφέντη και βαπτιστή,
βάπτισε κι εμένα Θεού παιδί.
Ν’ ανεβώ επάνω στον ουρανό,
να μαζέψω ρόδα και λίβανο.»
Η μέρα που φεύγουν οι καλικάντζαροι
Τα χριστιανικά σπίτια όμως δεν επισκέπτονται μόνο τα παιδιά. Είναι η μέρα που ο Ιερέας με τον βοηθό του γυρνά όλα τα σπίτια και καταστήματα της ενορίας για να τα αγιάσει και να τα ευλογήσει. Ο αγιασμός βρισκόταν μέσα στο «σικλί», ένα χάλκινο συνήθως δοχείο, που κουβαλάει ο βοηθός του Ιερέα. Σε αυτό βουτάει ο Ιερέας την «αγιαστούρα» του και ραντίζει όλους τους χώρους του σπιτιού ή του καταστήματος. Είναι η στιγμή που η παράδοση μας θέλει τους καλικάτζαρους να τρέχουν φοβισμένοι και να επιστρέφουν στα έγκατα της γης…
«Φεύγετε να φεύγουμε,
έφτασε ο τουρλόπαπας,
με την αγιαστούρα του.
Ο παπάς με αγιασμό,
οι χωριανοί με το «θερμό».»
…λένε οι καλικάτζαροι και χώνονται στις τρύπες από τις οποίες είχαν βγει δώδεκα ημέρες πριν. Μόλις τελειώσει ο Ιερέας τον αγιασμό του σπιτιού, ο νοικοκύρης δίνει συνήθως χρήματα στον βοηθό του. Παλιά συνηθίζονταν τα χρήματα αυτά να ήταν μεταλλικά κέρματα τα οποία έριχνε ο νοικοκύρης μέσα στο «σικλί», ώστε να αγιασθούν ακόμα και τα λεφτά, όπως έλεγαν. Αφού αγιασθούν οι χώροι του σπιτιού έρχεται η ώρα να μαζευτεί η στάχτη από την φωτιά που έκαιγε στο τζάκι το «Δωδεκαήμερο», η φωτιά δηλαδή που ξεκίνησε με το «Χριστόξυλο». Η στάχτη αυτή θα σκορπιστεί γύρω από το σπίτι, στους στάβλους, ακόμα και στα χωράφια αφού όπως πιστεύεται διώχνει το κακό. Το γλύκισμα της ημέρας των Φώτων, που ετοιμάζουν οι νοικοκυρές είναι τα ξεροτήγανα (τύπος λουκουμάδων). Κατά το έθιμο, τα παιδιά όχι μόνο τρώνε αλλά ρίχνουν και στη στέγη του σπιτιού ξεροτήγανα για να τα βρει ο Καλικάντζαρος να φάει και να φύγει.
Τα έθιμα της ημέρας τελειώνουν αργά το βράδυ όπου πιστεύεται ότι ανοίγουν οι ουρανοί τα μεσάνυχτα. Την ώρα εκείνη, λέει η παράδοση, όποιος ευχηθεί κάτι με όλη του την καρδιά, αυτό θα πραγματοποιηθεί. Αφού κάναμε και την ευχή μας (δεν σας λέω τι ευχήθηκα εγώ – πάει γρουσουζιά δεν λένε; ) ήρθε η ώρα να πέσουμε για ύπνο γιατί αύριο πρωί πρωί θα πάμε στην εκκλησία. Ξημερώνουν τα Άγια Θεοφάνεια…
Ανήμερα των Θεοφανείων (6 Ιανουαρίου)
Η γιορτινή αυτή ημέρα ξεκινά με τον εκκλησιασμό των πιστών. Στους ναούς ψάλλεται, όπως και την προηγουμένη, η ακολουθία των «Μεγάλων Ωρών». Στην συνέχεια ο Ιερέας και οι πιστοί θα βγουν από τον ναό και θα κατευθυνθούν στο σημείο όπου θα γίνει η «κατάδυση του Σταυρού». Το σημείο αυτό είναι κάποιο λιμάνι, ποτάμι, πηγάδι, δεξαμενή ή απλά μια εξέδρα στο προαύλιο της εκκλησίας πάνω στην οποία, σε ειδικό σκεύος, θα γίνει η τελετή. Οι καμπάνες σημαίνουν χαρμόσυνα και ο Ιερέας ρίχνοντας τον σταυρό στο νερό ψάλει:
«Εν Ιορδάνη βαπτιζομένου σου,
Κύριε, η της Τριάδος εφανερώθη προσκύνησις
του γαρ Γεννήτορος η φωνή προσεμαρτύρει σοι,
αγαπητόν σε Υιόν ονομάζουσα
και το Πνεύμα εν είδει περιστεράς
εβεβαίου του λόγου το ασφαλές.
Ο επιφανείς, Χριστέ ο Θεός,
και τον κόσμον φωτίσας, δόξα σοι.»
Λευκά περιστέρια ελευθερώνονται και πετούν στον ουρανό ενώ, όπου υπάρχει αυτή η δυνατότητα, πέφτουν στα νερά οι «βουτηχτάδες» για να πιάσουν τον σταυρό. Το έθιμο αυτό ονομάζεται «πιάσιμο του σταυρού», και όποιος βρει τον σταυρό πρώτος θεωρείται ότι είναι τυχερός και ευλογημένος.
Τα παλιότερα χρόνια, αυτός που έβρισκε τον σταυρό, τον γυρνούσε στα σπίτια της ενορίας μαζεύοντας χρήματα που είτε κρατούσε ο ίδιος είτε έδινε στους φτωχούς. Αναμφίβολα οι πιο λαμπρές τελετές «κατάδυσης του Σταυρού» είναι αυτές που λαμβάνουν χώρα στα λιμάνια. Ιδιαιτέρως λαμπρή είναι αυτή στο λιμάνι του Πειραιά όπου παρίστανται η θρησκευτική, πολιτική και στρατιωτική ηγεσία της πατρίδας μας.
Μπροστά από τον Ναό του Αγίου Σπυρίδωνα, στον Πειραιά, ρίχνεται ο σταυρός στην θάλασσα ενώ οι «κόρνες» από στρατιωτικά πλοία «χαιρετίζουν» τον Αγιασμό των υδάτων. Η γιορτινή ατμόσφαιρα της ημέρας επιβάλει και ένα ανάλογο φαγητό στο μεσημεριανό τραπέζι.
Συνηθίζεται αυτό το φαγητό να είναι χοιρινό ενώ σε μερικές περιοχές το φαγητό συνοδεύει ένα ειδικό ψωμί που ονομάζεται «φωτίτσα». Τα έθιμα όμως της ημέρας δεν σταματούν εκεί. Σε πολλές περιοχές της Ελλάδας, οι χριστιανοί παίρνουν τις εικόνες που έχουν στα σπίτια τους και τις πλένουν σε ποτάμια. Το όμορφο αυτό έθιμο ονομάζεται «πλύσιμο των εικόνων». Επίσης ανήμερα των Θεοφανείων, το απόγευμα, σε πολλά χωριά οι κτηνοτρόφοι και οι γεωργοί, ραντίζουν με αγιασμό τους στάβλους και τα χωράφια τους αντίστοιχα. Έτσι τελειώνει και η δεύτερη ημέρα του «τριημέρου των Φώτων».
Ανήμερα του Αγίου Ιωάννη του Πρόδρομου (7 Ιανουαρίου)
Η τελευταία ημέρα του «τριημέρου των Φώτων» είναι μια, η πιο λαμπρή, από τις έξη ημέρες του έτους που έχει αφιερώσει η Εκκλησία μας στον Άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο ή Βαπτιστή. Η ημέρα ξεκινά για τους χριστιανούς με τον εκκλησιασμό. Στους ναούς, κατά την διάρκεια της Θείας Λειτουργίας ακούγεται το απολυτίκιο του Αγίου:
«Μνήμη δικαίου μετ’ έγκωμίων σοι δε αρκέσει ή μαρτυρία του Κυρίου Πρόδρομε, ανεδείχθης γαρ όντως και Προφητών σεβασμιώτερος, ότι και εν ρείθροις βαπτίσαι, κατηξιώθης τον κηρυττόμενον, Οθεν της αληθείας ύπεραθλήσας, χαίρων εύηγγελίοω, και τοις εν Άδει, Θεόν φανερωθέντα εν σαρκί, τον αίροντα την άμαρτίαν του κόσμου, και παρέχοντα ημίν το μέγα έλεος.»
Το πιο διαδεδομένο έθιμο της ημέρας έχει να κάνει με το «βρέξιμο» των νιόπαντρων ζευγαριών. Αυτό το έθιμο θέλει να οδηγούνται τα νιόπαντρα ζευγάρια στην παραλία με συνοδεία μουσικής. Εκεί σπρώχνονται από τους παριστάμενους στην θάλασσα οι οποίοι τους εύχονται να ζήσουν και να αποκτήσουν παιδιά.
Δεν έβαζαν πλύση στη Θράκη όλο το 12ήμερο
Μια συνήθεια που κρατούσε όλο το Δωδεκαήμερο στη Θράκη ήταν ότι πλύση στο διάστημα αυτό δεν έβαζαν οι Θρακιώτισσες. Ακόμα δεν έβγαζαν τη στάχτη μέσα από τα σπίτια τους για να μη βγει έξω, έλεγαν, το μπερεκέτι (πλούτος, αφθονία) του σπιτιού. Τη φύλαγαν κάπου και όταν περνούσε το Δωδεκαήμερο θα την έριχναν στα σκουπίδια. Δεν το είχαν σε καλό να βγαίνουν τις νύχτες και να βραδιάζονται σε ξένο σπίτι. Γι’ αυτό κι όταν είχε ξένο πράμα κάποιος στο σπίτι του, κοίταζε να το γυρίσει όσο μπορούσε πιο γρήγορα. Σαν δανειζόσουν το σίδερο ή το καβουρδιστήρι της γειτόνισσας ή ότι άλλο πράμα του νοικοκυριού της, θα ‘πρεπε να το επιστρέψεις προτού να ‘ρθει το βράδυ, γιατί αλλιώτικα θα έστελναν να σου το γυρέψουν κι εσύ θα ντροπιαζόσουν.
Έθιμα στην Β. Ελλάδα
… για να φύγουν οι καλικάντζαροι
Εκτός όμως από τον αγιασμό των υδάτων αναβιώνουν πολλά ακόμη έθιμα στη Βόρεια Ελλάδα. Τα βλέμματα συγκεντρώνει η πόλη της Καστοριάς και τα «Ραγκουτσάρια», το πρώτο «καρναβάλι» του νέου έτους. Οι κάτοικοι «ξορκίζουν» το κακό και διώχνουν τα κακά πνεύματα των καλικαντζάρων, βάφοντας τα πρόσωπα τους, φορώντας προβιές ζώων και χάλκινα κουδούνια.
Ομάδες μεταμφιεσμένων ξεχύνονται στους δρόμους και διασκεδάσουν με το πλήθος υπό τους ήχους μουσικών συγκροτημάτων της περιοχής. Τα «Ραγκουτσάρια» αρχίζουν την ημέρα των Θεοφανίων, με τον Αϊ Βασίλη να μοιράζει δώρα στα παιδιά, και ολοκληρώνονται στις 8 Ιανουαρίου, την Πατερίτσα, με την παρέλαση των καρναβαλιστών.
Την τελευταία ημέρα των εορταστικών εκδηλώσεων τα «μπουλούκια» χορεύουν και σατιρίζουν πρόσωπα και γεγονότα με μια πηγαία εφευρετική πρωτοτυπία. Τα καλύτερα από αυτά βραβεύονται από τον δήμο Καστοριάς που έχει και όλη την ευθύνη διοργάνωσης του τριημέρου.
Στο Παλαιόκαστρο της Χαλκιδικής αναβιώνει το έθιμο των «Φωταράδων», όπου ομάδα καλαντιστών εκλέγει τον «βασιλιά» και όλοι μαζί πηγαίνουν στην εκκλησία του χωριού, όπου η νέα κεφαλή κάνει τρεις μετάνοιες μπροστά στην εικόνα του Αγίου Αθανασίου, ζητώντας την ευχή του. Οι «Φωταράδες» καταλήγουν να χορεύουν στην πλατεία γύρω από έναν πάσαλο, όπου είναι δεμένο ένα λουκάνικο, ενώ είναι ντυμένοι με την τοπική ενδυμασία και κρατούν μεγάλα ξύλινα σπαθιά.
Επίσης στη Χαλκιδική, στη Γαλάτιστα, στολίζεται η «Καμήλα». Κάτω από το ομοίωμα της καμήλας κρύβονται έξι άνδρες, οι οποίοι τραγουδούν υπό τους ήχους κουδουνιών. Μπροστά από το ομοίωμα προηγούνται οι λεγόμενοι «Τζαμαλαροί». Το έθιμο της «Καμήλας» ολοκληρώνεται στις 7 Ιανουαρίου με την τέλεση ενός εικονικού γάμου, όπου όλους τους ρόλους αναλαμβάνουν άνδρες.
Στη Νικησιανή της Καβάλας και σε αρκετά χωριά της Δράμας οι κάτοικοι και οι επισκέπτες διασκεδάζουν με το έθιμο των «Αράπηδων». Άνδρες νεαρής ηλικίας μεταμφιέζονται φορώντας προβιές και μουτσούνες ζώων, ενώ κουδούνια κοσμούν τη μέση τους, με αποτέλεσμα να δημιουργούν εκκωφαντικό θόρυβο.
Επιμέλεια: Μαριάννα Ξανθοπούλου