Η αντιμετώπιση των Δασικών Πυρκαγιών (Δ.Π.) είναι σε κάθε περίπτωση εφιαλτικό γεγονός. Δεν έχουν σύνορα. Δεν έχουν συνοριογραμμή. Εξαπλώνονται ελεύθερα προς κάθε κατεύθυνση, υπακούοντας μόνο στη νομοτέλεια της φύσης.
Η πρόληψη και καταστολή των ήταν ανατεθειμένη από το Κράτος, πού αλλού; Στις Δασικές Υπηρεσίες (Δ.Υ.) μέσα από τις διατάξεις του Δασικού Κώδικα και του Συνταγματικού Νόμου 998/79 περί προστασίας των δασών.
Η αναγκαιότητα και ορθότητα της τέτοιας αντιμετώπισης των Δ.Π. από τις Δ.Υ. επιβεβαιώθηκε και ενισχύθηκε περαιτέρω, το 1993, από ομόφωνο πόρισμα διακομματικής επιτροπής της Βουλής που συστάθηκε για το σκοπό αυτό και που ασχολήθηκε επί δύο συναπτά χρόνια με το θέμα. Μάλιστα, πρότεινε και τη δημιουργία ειδικού φορέα Δασοπροστασίας στους κόλπους της Δ.Υ.
Αντ’ αυτού, το 1998, με τον αβασάνιστο, απρόσεκτο και βιαστικό Νόμο 2612/25-5-1998, πέρασε αιφνιδιαστικά (αρχόμενης μάλιστα της αντιπυρικής περιόδου), η αρμοδιότητα της Δασοπυρόσβεσης στο συμπαθές μεν Π.Σ. αλλά ξένο, όπως έγραφα σε άρθρο μου το 2013 (ΕΜΠΡΟΣ, 6-4-2013), με την οικολογία και επιστήμη των δασικών οικοσυστημάτων, καθώς βέβαια και αλλότριο με το πεδίο δράσεως, τα δάση δηλαδή, αυτά καθ’ αυτά, τις δασικές εκτάσεις, τις βουνοπλαγιές, τις λεκάνες απορροής, τα λαγκάδια, τις δυνατότητες προσπέλασης ή μη, τη συμπεριφορά τής φωτιάς, της δασικής βλάστησης κ.λπ.
Η τέτοια άστοχη και αψυχολόγητη ενέργεια είχε, σαν υποτιθέμενη αιτιολογία, τη μείωση (τάχα) του κόστους πυροπροστασίας. Στην ουσία όμως (εκτός του ότι, εύλογα, δεν επιτεύχθηκε κάτι τέτοιο), επρόκειτο για μια ωμή κομματική ενέργεια προκειμένου να εξασφαλιστεί η δυνατότητα προσλήψεων (ευνόητο ποιων), καθ’ ότι είχαν απαγορευτεί, εκείνη την εποχή, οι οποιεσδήποτε προσλήψεις στο Δημόσιο, για όλα τα Υπουργεία, εκτός του Υπουργείου Δημόσιας τάξης (όπου υπήγετο το Π.Σ.), καθώς και του Υπουργείου Παιδείας. Κοντολογίς, προκλήθηκε μια πυρκαγιά στο ανυποψίαστο Σώμα της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας που δυστυχώς καίει ασταμάτητα.
Από την ακριβή ανάγνωση του υπ’ όψη Νόμου, προκύπτει αδιαμφισβήτητα ότι δεν προβλέπεται – δεν επιτρέπεται – η καθ’ οιονδήποτε τρόπο παρουσία και εμπλοκή της Δ.Υ. σε τόπο κατάσβεσης δασικής πυρκαγιάς, η δε τυχών φυσική παρουσία και οιαδήποτε συμμετοχή Δασικής Υπηρεσίας σε Δασική Πυρκαγιά, συνιστά παράβαση του Νόμου και συνεπώς επισύρει ευθύνες.
Προφανώς και δεν ακούγεται καλά αυτό, αλλ’ όμως, έτσι είναι. Όχι βέβαια από άποψη λογικής αλλά από αμέλεια, από αβλεψία του ίδιου του Νόμου. Οι Δ.Υ. έχουν, κατά το Νόμο, αορίστως (περιοριστικώς όμως), την πρόληψη των Δασικών Πυρκαγιών (δεν απαιτείται προς τούτο η φυσική παρουσία τους στον τόπο πυρκαγιάς).
Η προχειρότητα του Νόμου, μεγάλη (μέγιστη), αφού λ.χ. η ενημέρωση και η ευαισθητοποίηση των πολιτών σε θέματα πυροπροστασίας του δάσους (που είναι μέτρο πρόληψης), δεν ανήκει στην Δ.Υ. αλλά στο Π.Σ. Ωστόσο, κάτι αφήνει και στην Δ.Υ. και αυτό όμως όχι καθαρά αλλά δυνητικά. Δύνανται, λέει, ο Νόμος (όχι υποχρεούνται), οι Δ.Υ. να προβαίνουν, στα πλαίσια πρόληψης των Δασικών Πυρκαγιών, με σκοπό την ανάπτυξη φιλοδασικού πνεύματος, να προβαίνουν σε ενέργειες που περιγράφονται στο άρθρο 21 του Ν. 998/79. Δύνανται λοιπόν. Δεν είναι δηλαδή υποχρεωμένες από το Νόμο, ούτε τους ανατίθεται τέτοια αρμοδιότητα. Επαφίεται στη βούλησή τους.
Η φυσική παρουσία λοιπόν και η καθ’ οιονδήποτε τρόπο ενεργή συμμετοχή ενός Δασάρχη σε Δασική Πυρκαγιά, συνιστά παράβαση του Νόμου.
Υπό το χρόνιο βάρος των προεκτεθέντων και υπό την αφόρητη πίεση της φονικής πυρκαγιάς το 2018 στο Μάτι Αττικής, εκδόθηκε πρόσφατα (7 Μαΐου 2019) Κ.Υ.Α. για να ρυθμίσει, τάχα, θέματα συνεργασίας μεταξύ Π.Σ. και Δ.Υ. (η Κ.Υ.Α. δεν μπορεί ν’ ανατρέψει διατάξεις του Νόμου). Θεσπίζεται με αυτή την Κ.Υ.Α. (περιγράφεται) μια δαιδαλώδης, πολυεπίπεδη, διοικητικής φύσεως, αέρινη διαδικασία.
Η ουσία ωστόσο έγκειται αλλού. Κρύβεται, φανερά, στις παρ. 5, 6, 7 του άρθρου 3 της Κ.Υ.Α., ότι, δηλαδή, επειδή το Π.Σ. είναι ξένο και αλλότριο με την οικολογία και το πεδίο των δασικών οικοσυστημάτων (αυτά δηλαδή για τα οποία επέμενε το 2013 η γραφίδα τούτη στο σχετικό άρθρο), καλείται η Δ.Υ. επί τόπου σε κάθε συμβάν για να δώσει σχετικές οδηγίες. Πώς όμως, αφού ο Νόμος δεν προβλέπει κάτι τέτοιο για τις Δ.Υ. παρά μόνο τις εκ του μακρόθεν ενέργειες πρόληψης (και αυτές περιοριστικά και δυνητικά);
Αναλογίζεται κανείς, τι συνέπειες θα είχε ο αρμόδιος Δασάρχης στην περίπτωση που, έστω και με την ύπαρξη του Κ.Υ.Α., βρίσκονταν στη φονική πυρκαγιά στο Μάτι Αττικής και έδινε οδηγίες για την αντιμετώπιση της θανατηφόρας πυρκαγιάς αφού δεν έχει καμία τέτοια αρμοδιότητα (ουδεμία εξουσιοδότηση) από το Νόμο; Πώς θ’ αντιμετώπιζε ενώπιον της δικαιοσύνης την παραβίαση του Νόμου;
Ξάνθη 20 Ιουλίου 2019
Ιωάννης Γκεβρέκης
Επίτιμος Δασάρχης