Α. 1. Ο διακαής πόθος και ο διαρκής αγώνας των Ελλήνων της Μεγαλονήσου Κύπρου για την Ένωση με την Μητέρα Πατρίδα χρονολογείται ταυτόχρονα με το φύσημα του επαναστατικού λίβα στα φλεγόμενα Βαλκάνια από το πάθος του Ιερού Λόχου του Πρίγκηπος Αλέξανδρου Υψηλάντη κατά την διάβαση του Προύθου στο Ιάσιο Ρουμανίας των Παρίστριων Ηγεμονιών τον Φεβρουάριο 1821. Ομόψυχα και ομόθυμα με τον Ξεσηκωμό του Έθνους στην Ηπειρωτική Ελλάδα, αλλά και στις λοιπές περιοχές της Ευρωπαϊκής και της Ασιατικής Ελλάδας, τα αδέλφια μας στην Κύπρο θα πλήρωναν ακριβό φόρο αίματος από τους Τούρκους Κατακτητές κατά την περίοδο της Επανάστασης του 1821 και παρά τις οξυδερκείς διπλωματικές προσπάθειες του Κυβερνήτη, Κόμη Ιωάννη Καποδίστρια, η Κύπρος έως το 1878 θα παρέμενε σκλαβωμένη υπό τον αφόρητο οθωμανικό ζυγό και θα προσέβλεπε καρτερικά προς το άρτι απελευθερωμένο Εθνικό Κέντρο της Αθήνας ως ένα φάρο ελπίδας και εθνικής αναφοράς ιδίως μετά και την Ένωση των Επτανήσων και την πρώτη μεγάλυνση της Χώρας.
2. Ως συνέπεια έντονης παρασκηνιακής διαπραγμάτευσης κατά το Συνέδριο του Αγίου Στεφάνου (Κωνσταντινούπολη), που τερμάτιζε νικηφόρα για την Τσαρική Ρωσία ακόμα ένα ρωσοτουρκικό πόλεμο με την Οθωμανική Αυτοκρατορία, η Βρετανία και η Οθωμανική Αυτοκρατορία υπέγραψαν Αμυντική Συμφωνία με μυστικό Πρωτόκολλο (04.06.1878), που συμπληρώθηκε την 01.07.1878 και την 14.08.1878, και όρο την παραχώρηση της Νήσου Κύπρου στο Βρετανικό Στέμμα σε αντάλλαγμα της παροχής βρετανικής βοήθειας στην περίπτωση νέου ρωσικού κινδύνου υπό την τυπική επικυριαρχία του οθωμανού Σουλτάνου επί της Νήσου για την διατήρηση της ακεραιότητας της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η αγγλοτουρκική μυστική Συνθήκη ίσχυσε από την 12.07.1878 και την 13.07.1878 ο Ναύαρχος του Βρετανικού Στόλου, Sir John Hay, αφού κατέπλευσε στο λιμάνι της Λάρνακας επικεφαλής ναυτικής μοίρας, ολοκλήρωσε και τυπικά την μεταβίβαση της Νήσου, ενώ διά του τρόπου αυτού έληγε η επί τρεις αιώνες (1571-1878) οθωμανική Κατοχή της Ελληνικής Νήσου. Το καθεστώς της παραχώρησης της Νήσου έληξε την 05.11.1914 με την βρετανική “Act of Annexation”, κατά την οποία η παραχώρηση μετατράπηκε σε προσάρτηση στην Βρετανική Αυτοκρατορία την ίδια ημέρα, που οι Δυνάμεις της Entente, της αγγλογαλλορωσικής Συμμαχίας, κήρυξαν τον πόλεμο στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, που είχε συνταχθεί με τις Κεντρικές Αυτοκρατορίες (Γερμανία Αυτροουγγαρία Βουλγαρία). Η προσάρτηση επικυρώθηκε με την Συνθήκη των Σεβρών (1920) και την Συνθήκη της Λωζάννης (1923), βάσει μάλιστα της οποίας η Τουρκία παραιτήθηκε παντός δικαιώματός της επί της Νήσου. Το 1925 η Κύπρος ονομάσθηκε επίσημα Αποικία του βρετανικού Στέμματος. Η περίοδος 1878 -1960 στην κυπριακή ιστορία έχει ονομασθεί “αγγλοκρατία” και στην διάρκεια αυτής ή δη από το 1882 λειτούργησε Νομοθετικό Συμβούλιο με ποσοστιαία πληθυσμιακά συμμετοχή Ελλήνων και Τούρκων της Νήσου.
3. Η πολιτική αλλαγή στην Κύπρο (1878) δημιούργησε αισιοδοξία και αναπτέρωσε τις ελπίδες των Κυπρίων για την Ένωση με την Ελλάδα, διότι ήταν πολύ πρόσφατη η αντίστοιχη κίνηση της Βρετανίας προς την Χώρα μας, να παραχωρήσει τα Επτάνησα (1864), αλλά και επειδή σε όλη την Ευρώπη έπνεε δυνατά ο ούριος άνεμος του εθνισμού και της δημιουργίας Εθνικών Κρατών (1871 : Ένωση Γερμανίας επί Μπίσμαρκ, 1871 : Ένωση της Ιταλίας επί Γκαριμάλντι, 1870-1900 : δημιουργία Εθνικών Κρατών στην Βαλκανική). Φυσικά οι προσδοκίες διαψεύσθηκαν.
Β. 1. Ο Ελευθέριος Βενιζέλος κλήθηκε να κυβερνήσει στην Ελλάδα σε κοσμοϊστορικές στιγμές και απέδειξε τον ιστορικό ρόλο του. Πρωθυπουργός από το 1910 με ευρύτατη υποστήριξη και στόχο τον αστικό εκσυγχρονισμό και την ικανοποίηση των εθνικών πόθων για την απελευθέρωση του αλύτρωτου τμήματος του Έθνους συνέδεσε τα συμφέροντα της Χώρας μας με τις μεγάλες ναυτικές Δυνάμεις της εποχής στην Μεσόγειο, την Βρετανία και την Ιταλία. Μετά την κατάληψη των τουρκοκρατούμενων Δωδεκανήσων από την Ιταλία (Ιούνιος 1912) και εν μέσω του Α’ Βαλκανικού Πολέμου στα τέλη του 1912 ο Ελευθέριος Βενιζέλος ήσκησε υψηλή πολιτική συμμαχιών. Την 18.11.1912 και λίγο μετά την νικηφόρα για την Ελλάδα έκβαση του Α’ Βαλκανικού Πολέμου ο Βρετανός Υπουργός Οικονομικών, Λόϋδ Τζωρτζ, διαβίβασε τις απόψεις του Α’ Λόρδου του Ναυαρχείου (Υπουργού Ναυτικών), Ουίνστον Τσώρτσιλ, μέσω του Πρέσβεως στο Λονδίνο, Σερ Τζων Σταυρίδη, περί παραχώρησης στον Βρετανικό Στόλο ναυτικών και άλλων διευκολύνσεων σε ένα νησί του Ιονίου και συγκεκριμένα μίας Βάσης στην Κέρκυρα προς έλεγχο της Αδριατικής. Λόγω της τότε υποχρέωσης αποστρατικοποίησης της Κέρκυρας τελικώς προτάθηκε η παραχώρηση Ναυτικής Βάσης στο Αργοστόλι της Κεφαλονιάς με αντάλλαγμα την παραχώρηση της Κύπρου στην Ελλάδα. Η πρόταση και η αποδοχή της δεν πρόλαβε να καταλήξει σε συμφωνία πέραν της Συνθήκης του Λονδίνου, που έληγε τον Α’ Βαλκανικό, λόγω των εξελίξεων του Β’ Βαλκανικού Πολέμου (1913) και των προετοιμασιών και πολιτικών διεργασιών για τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο (1914).
2. Η βρετανική πρόταση για παραχώρηση της Κύπρου στην Ελλάδα επαναλήφθηκε την 16.10.1915 με όρο την έξοδο της Ελλάδας στον Α’ ΠΠ στο πλευρό των Βρετανών και της Entente προς υποστήριξη της Σερβίας, που κινδύνευε άμεσα. Παρά την αποδοχή της πρότασης από τον Ελευθέριο Βενιζέλο αντίρρηση για την έξοδο στο πλευρό των Βρετανών εξέφρασε ο Βασιλεύς, Κωνσταντίνος Α’, η δε συνολική διαφωνία του με τον Πρωθυπουργό δημιούργησε τον Εθνικό Διχασμό. Η Ελληνική απάντηση στην βρετανική πρόταση από την διορισθείσα στο μεταξύ Κυβέρνηση Στέφ. Σκουλούδη ήταν αρνητική!
3. Μετά την Ανακωχή του Μούδρου (30.10.1918) και την ήττα της Τουρκίας στον Α’ ΠΠ στην διάρκεια της Διάσκεψης της Ειρήνης (Παρίσι 1918-1920) ο Ελ. Βενιζέλος έθεσε στα περίφημα Υπομνήματά του τις Εθνικές Διεκδικήσεις, όπου πέραν των άλλων διεκδικήσεων περιέλαβε την Δωδεκάνησο και την Κύπρο. Οι εμπλεκόμενες Μεγάλες Δυνάμεις (Βρετανία Ιταλία) στο απόγειο του αποικιακού καθεστώτος απέρριψαν τις Ελληνικές αξιώσεις. Πέραν των πολιτικών προσκομμάτων και των οικονομικών συμφερόντων η πλήρης ανατροπή του status quo στην Μεσόγειο αναβάθμιζε τον γεωστρατηγικό ρόλο της Κύπρου, διότι λόγω της ενίσχυσης της θέσης της Γαλλίας στην Συρία, τον Λίβανο και γενικώς στην Μ. Ανατολή, καθώς και της Ιταλίας στα Δωδεκάνησα, την Κυρηναϊκή, την Λιβύη και γενικώς την Μεσόγειο, η Κύπρος πλέον στον βρετανικό σχεδιασμό αποτελούσε κρίσιμο και στρατηγικό σημείο για την εξασφάλιση της άμυνας των Κτήσεων στην Ινδία, στο Σουέζ και την Ανατολική Μεσόγειο. Η Συνθήκη των Σεβρών (28.07.10.08.1920) έληγε τον Α’ΠΠ για την Τουρκία και αναγνώριζε την απόκτηση της Δωδεκανήσου στην Ιταλία και της Κύπρου στην Βρετανία με αόριστες υποσχέσεις προς την Ελλάδα για το μακρινό μέλλον για την ικανοποίηση των Εθνικών πόθων της. Πέραν πάσης έννοιας τήρησης των συμμαχικών υποχρεώσεων και ενώ η Ελλάδα είχε εκτεθεί στην Εκστρατεία στην Ουκρανία (1919-1920) για τα γαλλικά συμφέροντα και στο Μικρασιατικό Μέτωπο για τα βρετανικά, την 23.12.1920 υπογράφθηκε η “Γαλλοβρεττανική Συνθήκη επί ορισμένων σημείων συνδεομένων με την Εντολή για την Συρία και τον Λίβανο, την Παλαιστίνη και Μεσοποταμία” ΕΡΗΜΗΝ της Ελλάδας, το δε άρ. 4 αυτής αφορούσε την Κύπρο και προέβλεπε ότι η Βρετανία δεν θα εισερχόταν σε διαπραγματεύσεις για την παραχώρηση της Νήσου χωρίς να έχει την συγκατάθεση της γαλλικής Κυβέρνησης, άρα καθιστούσε αδύνατη την παραχώρηση προς την Ελλάδα. Ο Ελ. Βενιζέλος ωστόσο δεν πτοήθηκε και επέμεινε στις διπλωματικές ενέργειες προσδοκώντας το προηγούμενο της Ένωσης των Επτανήσων. Πρώτο αποτέλεσμα των ενεργειών αυτών ήταν η συμφωνία με τον Βρετανό Πρωθυπουργό, Λόϋδ Τζωρτζ, να διορισθεί ΕΛΛΗΝΑΣ Κυβερνήτης στην Νήσο αμέσως μετά την Συνθήκη των Σεβρών. Το αποτέλεσμα των αυτοχειριακών Εκλογών της 01.11.1920 και η απομάκρυνση του Ελ. Βενιζέλου από την εξουσία οδήγησε την βρετανική πλευρά να μην υλοποιήσει την συμφωνία αυτή.
4. Μετά την Καταστροφή του 1922 και την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάννης, στο άρ. 20 της οποίας αναγνωρίσθηκε η οριστική παραχώρηση της Κύπρου στην Βρετανία και καταγράφθηκε η οριστική παραίτηση της Τουρκίας από κάθε αξίωση επί της Νήσου, οι εθνικές προτεραιότητες αναϊεραρχήθηκαν ουσιωδώς και ο αγώνας για την Ένωση της Κύπρου ατόνησε προσωρινώς. Μόλις το 1928 κατά την “χρυσή τετραετία” του Ελ.Βενιζέλου (1928- 1932) ο αγώνας επανεκκίνησε. Το 1929 στην Νήσο επί Βρετανού Κυβερνήτη, Sir Ronald Storrs, διενεργήθηκε οργανωμένο από την Εκκλησία της Κύπρου Δημοψήφισμα περί την Ένωση με την Ελλάδα, το δε συντριπτικό ποσοστό υπέρ της Ένωσης παραδόθηκε με Υπόμνημα στο Υπουργείο Αποικιών από την Τριμελή Επιτροπή με την συμμετοχή του Μητροπολίτη Κιτίου, Νικοδήμου Μυλωνά, του Βουλευτή του Νομοθετικού Σώματος στην Κύπρο, Σταύρου Σταυρινάκη, και του διπλωμάτη στην Ελληνική Υπηρεσία, Ζήνωνα Σωσσίδη. Η απάντηση της Βρετανίας ήταν αρνητική, ενώ μετά το Δημοψήφισμα σκλήρυνε την στάση της και στα εσωτερικά θέματα της Νήσου. Ο πολιτικός αγώνας για την Ένωση διενεργήθηκε από την “Εθνική Οργάνωση Κύπρου” (1930) και την “Εθνική Ριζοσπαστική Ενωση Κύπρου” (1930) υπό βενιζελική ηγεσία. Κορύφωση του αγώνα αποτελεί η Εξέγερση της 21.10.1931 στην Λευκωσία, αλλά και σε όλες τις πόλεις και τα χωριά, με αφορμή νομοσχέδιο ψηφισμένο από τους Έλληνες και τους Τούρκους του Συμβουλίου περί δασμολογίου στα κυπριακά προϊόντα, που απέρριψε κυριαρχικώς ο Βρετανός Κυβερνήτης, αλλά με κύρια αιτία την αναγνώριση της Ένωσης με την Ελλάδα, που καταπνίγηκε με βία και σκληρότητα από τις βρετανικές αποικιακές Αρχές, ενώ οδήγησε στο να ανασταλεί το συνταγματικό καθεστώς της Νήσου. Αντιπρόσωποι των Κυπρίων τον Νοέμβριο 1931 παρέδωσαν στον Ναύαρχο Παύλο Κουντουριώτη, Πρόεδρο της Β’ Ελληνικής Δημοκρατίας και επικεφαλής της 45μελούς Επιτροπής Διαφωτίσεως της διεθνούς κοινής γνώμης για τον Αγώνα των Κυπρίων την “Εθνική Βίβλο” με τα αναρίθμητα ψηφίσματα από όλες τις όλες και τα χωριά της Νήσου για την Ένωση, ωστόσο από το όλο εγχείρημα αποστάσεις κράτησε η Κυβέρνηση του Ελ. Βενιζέλου, εξέλιξη που δεν αποσόβησε την οριστική αναστολή λειτουργίας του Νομοθετικού Συμβουλίου της Κύπρου από τους Βρετανούς την 16.11.1931. Η συγκίνηση και ο παλμός στο Πανελλήνιο λόγω των αντιβρετανικών αισθημάτων, καθώς και στην διεθνή κοινή γνώμη, για το αίτημα της Ένωσης ήταν μεγάλη εν μέσω του μεσοπολεμικού κλίματος κατευνασμού στην Ευρώπη και της αρχής εμφάνισης των κινημάτων αυτοδιάθεσης των λαών.
5. Ο Μεγάλος Έλληνας, αφού είχε αποκαταστήσει πλήρως τις σχέσεις με την Γιουγκοσλαβία και την Κεμαλική Τουρκία, ιδίως μετά την παραίτηση από κάθε αξίωσή της επί της Νήσου ήδη από το 1923, είχε χαράξει την πολιτική, ότι η Χώρα έπρεπε να αποκτήσει και να διατηρήσει στενή πολιτική και οικονομική συνεργασία με τις ναυτικές Δυνάμεις της Μεσογείου, εξ ου και το Σύμφωνο Ελλάδας -Ιταλίας (1928), και κυρίως την Βρετανία. Η επίνευση και η υπόθαλψη της Εξέγερσης το 1931 παρά την δημόσια αποκήρυξή της για την διατήρηση ισορροπιών στο ρευστό μεσοπολεμικό τοπίο εν μέσω απρόσμενου παγκόσμιου οικονομικού κραχ ήδη από το 1929 τελικώς ενίσχυσε τα εθνικά συμφέροντα, σφυρηλάτησε την εθνική συνείδηση και την θέρμη των Ελλήνων της Κύπρου για Αγώνα και ανανέωσε το όραμα για την Ένωση.
Δ. Συμπερασματικά πρέπει να αναφερθεί ότι ο Αγώνας του Ελληνισμού στην Κύπρο για την Ιερή Υπόθεση της Ένωσης σε κάθε εποχή είναι διαρκής, διηνεκής και ζωντανός κατά όποιου δυνάστη και κατακτητή, είτε οθωμανού είτε άγγλου. Ολες οι μεγάλες μορφές ηγετών του Έθνους από την Παλιγγενεσία (Κόμης Ιωάννης Καποδίστριας, Ελευθέριος Βενιζέλος) έως την Ανεξαρτησία της Νήσου (Κωνσταντίνος Καραμανλής) πολέμησαν για τα Δίκαια του λαού μας.
Για εμάς δεν μένει παρά να κηρύξουμε πως όσος καιρός και να χρειασθεί, όσες θυσίες και όσο τίμημα για την Ένωση στην θερμή αγκαλιά της Μητέρας Πατρίδας, της Ελλάδας, θα το καταβάλλουμε. Κυρίες και Κύριοι, το Εθνικό Ζήτημα της Κύπρου μας είναι εδώ.
Ιωάννης Ελ. Κυμιωνής
Δικηγόρος ΔΣΑ ΝΥ ΟΑΕΔ
email: ioanniskymionis@yahoo.gr