
Μια ποιητική συλλογή που λέει αλήθειες για τη ζωή και το θάνατο με άμεσο και απτό τρόπο
Το «Ε» προτείνει την ποιητική συλλογή της Κατερίνας Αγγελάκη Ρουκ από τις εκδόσεις Καστανιώτη.
Tο ποίημα του τίτλου της ποιητικής συλλογής της Kατερίνας Aγγελάκη-Pουκ τελειώνει με τους στίχους: «να φεύγουν τα περιττά λέω / να μπω στον ουρανό τού τίποτα / με ελάχιστα». Όλο το βιβλίο κινείται σ’ αυτό το χώρο, έναν ποιητικό χώρο όπου η ποίηση δεν είναι το στολίδι, ένα επιπλέον αγαθό, ανταποκρίνεται όμως σε μια ανάγκη, βιώνεται σαν απαραίτητη. Tα ποιήματα εδώ συγκεντρώνονται σαν κάποιος να τα φώναξε απεγνωσμένα για να τον βοηθήσουν να ζήσει, να ξεπεράσει το ρίγος και το φόβο που νιώθει ο άνθρωπος όταν βρίσκεται στο ηλιοβασίλεμα της ζωής του, που πότε του φαίνεται σαν «ποντικίνα αλαφιασμένη» και πότε σαν να βρίσκεται με «διαφορά στήθους απ’ το άπειρο». Nαι, η ποίηση μπορεί να βοηθήσει να ζήσει κανείς αρκεί να λείψει η προκατάληψη της ωραιοποίησης, του ρομαντισμού, του «ποιητικού» που συνήθως εκφράζει ένα κενό. H ποίηση πρέπει να υπακούσει σ’ έναν κυρίως νόμο, το νόμο της φυσικότητας, τον κανόνα της αλήθειας. Kαμία υπερβολή, σε κανένα επίθετο, και τότε προχωρείς πραγματικά πιο μέσα σου και βρίσκεις τη δύναμη να ζήσεις στη σκιά της ιδέας της απουσίας της ζωής: «Ποτέ τόσα ερωτήματα δεν βάραιναν τα ποιήματα» λέει σ’ ένα ποίημα, και τα ερωτήματα δεν είναι ρητορικά, ούτε καν φιλοσοφικά – είναι υπαρξιακά και η ύπαρξη είναι τόσο απλή όσο και η ποίηση: ή υπάρχει ή δεν υπάρχει (από τον εκδότη).
Από την κλειδαρότρυπα κρυφοκοιτάω τη ζωή
την κατασκοπεύω μήπως καταλάβω
πώς κερδίζει πάντα αυτή
ενώ χάνουμε εμείς.
Πώς οι αξίες γεννιούνται
κι επιβάλλονται πάνω σ’ αυτό που πρώτο λιώνει:
το σώμα.
Πεθαίνω μες στο νου μου χωρίς ίχνος αρρώστιας
ζω χωρίς να χρειάζομαι ενθάρρυνση καμιά
ανασαίνω κι ας είμαι
σε κοντινή μακρινή απόσταση
απ’ ό,τι ζεστό αγγίζεται, φλογίζει…
Αναρωτιέμαι τι άλλους συνδυασμούς
θα εφεύρει η ζωή
ανάμεσα στο τραύμα της οριστικής εξαφάνισης
και το θαύμα της καθημερινής αθανασίας.
Χρωστάω τη σοφία μου στο φόβο∙
πέταλα, αναστεναγμούς, αποχρώσεις
τα πετάω.
Χώμα, αέρα, ρίζες κρατάω∙
να φεύγουν τα περιττά λέω
να μπω στον ουρανό τού τίποτα
με ελάχιστα.