
Η συγγραφέας παρουσιάζει στο «Ε» τα βιβλία της με τίτλο «Τα καβαλιώτικα μικρά μου χρόνια» και «Διαγωγή Κοσμιωτάτη» παρουσιάζοντας τα διηγήματα πραγματικών περιστατικών – «Οι αναγνώστες ηρεμούν, μεταφέρονται στους τόπους και τους χρόνους που διηγούμαι, μεταφέρονται στο εκάστοτε σημείο, ακούνε τους διαλόγους και διαβάζουν ευχάριστα το κάθε διήγημα», όπως τόνισε
Πράγματα που έζησε, εμπειρίες και βιώματα από τη μικρή κιόλας ηλικία αποτυπώνει στο χαρτί η Δήμητρα Καρακατσάνη. Η ίδια, όπως δηλώνει στο «Ε» νιώθει πως της βγαίνουν αβίαστα όλα αυτά που αναφέρει στα δύο της βιβλία με τίτλο «Τα καβαλιώτικα μικρά μου χρόνια» και «Διαγωγή Κοσμιωτάτη».
Η συγγραφέας με καταγωγή από την Καβάλα και σήμερα Κάτοικος Ορεστιάδας, μιλάει στο «Ε» και εξηγεί πώς από κάποιες δημοσιεύσεις διηγημάτων της στον προσωπικό της λογαριασμό στο facebook, που αγαπήθηκαν, έφτασε τελικά στην έκδοση των δύο βιβλίων της από τις εκδόσεις ΑΓΓΕΛΑΚΗ.
«Εμένα ο αυτοσκοπός μου δεν είναι τι εντυπώσεις θα προκαλέσω και δεν ξέρω ακριβώς ποια ακριβώς ήταν η ανάγκη μου να γράψω αυτά τα διηγήματα, ίσως ήταν μία ανάγκη αναδρομής στα παλιά χρόνια», όπως ανέφερε.
Μιλήστε μας για το πιο πρόσφατο βιβλίο σας με τίτλο «Διαγωγή Κοσμιωτάτη», που περιέχει βιωματικά διηγήματα, τα οποία αναφέρονται στη γενέθλια γειτονιά του προσφυγικού συνοικισμού του Βύρωνα με πρωταγωνιστή την οικογένειά σας. Το βιβλίο παρουσιάστηκε μάλιστα προσφάτως σε συνεργασία της Θρακικής Εστίας Καβάλας με τη Θασιακή Ένωση Καβάλας.
Το δεύτερο βιβλίο μου, στο οποίο αναφέρεστε, εκδόθηκε τον Νοέμβριο του 2024 και αναφέρεται στα νεανικά μου χρόνια, όταν ξεκίνησα να εργάζομαι, είναι 25 συνολικά διηγήματα.
Στα βιβλία μου εμπεριέχονται διηγήματα πραγματικών περιστατικών της παιδική μου ζωής, αλλά και διάφορα άλλα περιστατικά από διηγήσεις των γονιών και των γιαγιάδων μου.
Πρόκειται για πραγματικά περιστατικά, γι’ αυτό αναφέρομαι σε μέρες που πέρασα στα σπίτια των γιαγιάδων μου, σε διάφορα πράγματα που θαύμασα και με προβλημάτισαν τη δεκαετία του ’60 και ’70. Έβλεπα το νοικοκυριό και την καθημερινότητα των μεγάλων ανθρώπων λαμβάνοντας υπόψιν διηγήσεις του πατέρα μου, που ήταν παιδί της κατοχής, εντυπώσεις μου από τη γειτονιά και από ανθρώπους που έχουν κάνει εξορία. Παραδείγματος χάριν είχα παρατηρήσει ένα σπίτι που ήταν μονίμως κλειστό και μετά είδα μία κυρία από έξω να κάθεται και δύο παιδιά να μπαινοβγαίνουν. Ό, τι με εντυπωσίαζε ως μικρό παιδί στα πρόσφατα μεγάλα μου χρόνια, αυτά διηγούμαι.
Με ποιον τρόπο όλα εκείνα τα βιώματα των δικών σας και όλα όσα αποκομίσατε σας δίδαξαν και κατά κάποιον τρόπο καθόρισαν την ζωή σας;
Πράγματι, το κατάφερα αυτό-όπως το σκέφτομαι και τώρα που είμαι αρκετά μεγάλη, ως παιδί ήμουν ήσυχη και πειθαρχική, αγαπούσα να ακούω τις συζητήσεις των μεγάλων χωρίς να ενοχλώ. Επίσης, μου έκαναν εντύπωση πολλά πράγματα από ενέργειες, παροιμίες τους που συνήθως χρησιμοποιούσαν οι γονείς και οι γιαγιάδες μου. Με εντυπωσίαζε ο κόσμος της μικρής ηλικίας μου.
Κατάγεστε από την Καβάλα, ενώ σήμερα κατοικείτε στην Ορεστιάδα, πώς προέκυψε λοιπόν η επιθυμία να γράψετε το βιβλίο με τίτλο τα «Καβαλιώτικα μικρά μου χρόνια»; Ποια ανάγκη σας αποτυπώνει;
Δεν είχα σκοπό ποτέ να γράψω κάτι ή να εκδοθεί κάτι δικό μου. Στον λογαριασμό μου στο facebook δημοσίευα διάφορες διηγήσεις μου, οι οποίες άρεσαν, κάτι που με ενθάρρυνε να γράψω κι άλλα. Χαρακτηριστικά, είχα αναφερθεί στον πατέρα μου με ένα μικρό περιληπτικό βιογραφικό, όπως επίσης είχα κάνει αναφορές και στη γιαγιά μου. Οπότε μου δημιουργήθηκε το ερέθισμα με εποχιακές αφορμές να γράψω για τις καλοκαιρινές μου μέρες, για το φθινόπωρο, δηλαδή έπαιρνα σιγά σιγά τον χρόνο. Έτσι, συγκεντρώθηκαν λιγότερα από σαράντα διηγήματα, που τα δημοσίευα στη σελίδα μου. Βέβαια, άρχισαν γρήγορα οι «πιέσεις» από τα δύο παιδιά μου, που είναι οι πρώτοι και οι αυστηρότεροι κριτές μου. Μου έλεγαν ότι είναι πολύ ωραία τονίζοντας πως δεν περίμεναν να είναι τόσο γλαφυρά, ότι θα είχαν τη δύναμη. Δημιουργούσαν την έλξη να γνωρίσουν τις εποχές που έζησα και ήμουν μικρή. Επίσης, αναγνώριζαν τις αναφορές στο πατρικό σπίτι, θυμόντουσαν πολλά πράγματα από τον παππού και τη γιαγιά. Διαδικτυακοί και προσωπικοί μου πλέον φίλοι μου έλεγαν πως τους αρέσει ο τρόπος που διηγούμαι χωρίς ωστόσο να έχω πάρει μαθήματα γραφής. Το έψαξα και τελικά εμπιστεύτηκα την γνώμη μιας φίλης, της κ. Κανελλοπούλου, η οποία με σύστησε στον δικό της εκδότη, τον Αγγελάκη. Έτσι, εκδόθηκε το πρώτο μου βιβλίο. Δεν με ενδιέφερε τόσο η πώληση, όσο οι καλές εντυπώσεις αυτών που θα διάβαζαν. Μετά από μία πενταετία νόμιζα ότι είχαν στερέψει οι μνήμες, αλλά πάλι επανήλθαν και έτσι δημιουργήθηκε το δεύτερο βιβλίο μου.
Από ποια ηλικία ξεκινήσατε να γράφετε; Πότε γράφετε;
Άρχισα να γράφω αυτά τα διηγήματα και να τα δημοσιεύω πριν επτά χρόνια περίπου σε προσωπικό μου λογαριασμό στο facebook. Πέρασαν δύο με τρία χρόνια και μετά προκλήθηκε η επιθυμία της έκδοσης, ώσπου το 2020 εκδόθηκε το πρώτο μου βιβλίο.
Δεν υπήρχε ένα τακτικό χρονικό διάστημα που να πω θα ξυπνήσω το πρωί και θα γράψω. Όποτε ένιωθα τη διάθεση να διηγηθώ κάτι, τότε το έγραφα. Σε ένα τεταρτάκι το κάθε διήγημά μου ήταν ολοκληρωμένο.
Προτιμάτε να αποτυπώνετε και να μοιράζεστε βιώματα, πραγματικές ιστορίες. Πώς εξηγείτε αυτή την επιλογή;
Μου άρεσε περισσότερο και επιδόθηκα σε αυτό, γιατί ήταν πράγματα που τα έζησα. Τα συναισθήματα που μου είχαν προκληθεί ήταν στο μυαλό και την ψυχή μου και θα μπορούσα άνετα να τα αποτυπώσω στο γράψιμό μου. Δεν δημιούργησα, δηλαδή μυθοπλασία. Αντιθέτως, μου ήταν ευκολότερο και μου έβγαινε αβίαστα.
Μέσα από τις πραγματικές ιστορίες οι αναγνώστες σας ταυτίζονται με καταστάσεις και πρωταγωνιστές; Ποιες είναι οι πρώτες εντυπώσεις που δέχεστε;
Οι αναγνώστες ηρεμούν, μεταφέρονται στους τόπους και τους χρόνους που διηγούμαι, μεταφέρονται στο εκάστοτε σημείο, ακούνε τους διαλόγους και διαβάζουν ευχάριστα το κάθε διήγημα.
Εμένα ο αυτοσκοπός μου δεν είναι τι εντυπώσεις θα προκαλέσω και δεν ξέρω ακριβώς ποια ήταν η ανάγκη μου να γράψω αυτά τα διηγήματα, ίσως ήταν μία επιθυμία αναδρομής στα παλιά χρόνια. Οι εντυπώσεις όλων με ενδιαφέρουν και όλες τις ακούω, ενός απλού ανθρώπου, αλλά κι ενός ειδικού, ενός γράφοντα ή καθηγητή. Δεν άκουσα αρνητισμό. Το πίστεψα, γιατί δεν είχαν λόγο να με κολακέψουν για κάτι . Οι περισσότεροι που τα διάβαζαν έβρισκαν τους εαυτούς τους μέσα από ανάλογα περιστατικά που έχουν περάσει και οι ίδιοι.
Θα γράφατε μυθοπλασία; Σας εκφράζει αυτός ο χώρος;
Καταρχάς, δεν αποκλείω τίποτα! Δεν θα ήθελα να « γεννήσω» εγώ μία ιστορία. Απεναντίας, προτιμώ να στηρίζονται πάνω σε πραγματικότητες αυτά που περιέχουν τα βιβλία μου
Τέλος, πείτε μας δύο λόγια για τα σχέδιά σας στον συγγραφικό χώρο.
Έχω κατά νου να γράψω κάτι, το οποίο θα βασίζεται σε πραγματικά περιστατικά. Ίσως θα υπάρχει σε πολύ μικρό βαθμό μυθοπλασία για να συνδεθούν γεγονότα και εποχές, καθώς θα μεταφερθώ στις ιστορίες της μιας γιαγιάς μου. Θα κληθώ να συνδέσω τα πράγματα, χωρίς όμως να είναι μακριά από την πραγματικότητα που ζούσαν τότε οι άνθρωποι.