
Η Ξάνθη, μια πόλη με βαθιά πολιτισμική ιστορία και κοινωνική πολυμορφία, παραμένει εδώ και δεκαετίες εγκλωβισμένη σε ένα μοντέλο αστικής ανάπτυξης που αγνοεί το βασικότερο αγαθό για την ποιότητα ζωής: το πράσινο. Πλατείες τσιμεντωμένες, πάρκα αφημένα στην τύχη τους, δέντρα να κλαδεύονται με τέτοιο τρόπο που είναι λες και κόβονται. Κι όλα αυτά σε μια πόλη όπου οι κοινωνικές ανισότητες είναι ήδη έντονες.
Το πράσινο δεν είναι πολυτέλεια, είναι ανάγκη
Η πρόσβαση σε δημόσιους, πράσινους χώρους δεν είναι διακοσμητικό στοιχείο, ούτε «προνόμιο» κάποιων συνοικιών. Είναι θεμελιώδες δικαίωμα που σχετίζεται με τη δημόσια υγεία, την ψυχική ευεξία και τη δυνατότητα της συλλογικής ζωής. Όμως στην Ξάνθη –όπως και σε πολλές άλλες επαρχιακές πόλεις– το πράσινο συρρικνώνεται, με αποτέλεσμα οι περισσότερες συνοικίες να ασφυκτιούν, ενώ οι ανάγκες των κατοίκων δεν υπολογίζονται.
Μια πόλη για ποιον;
Η έλλειψη ουσιαστικής πολιτικής βούλησης για τη δημιουργία και διατήρηση πράσινων χώρων δεν είναι τυχαία. Είναι επιλογή. Όταν οι τοπικές αρχές υλοποιούν έργα «ανάπτυξης» [σε όλες σχεδόν τις ελληνικές πόλεις] που μετατρέπουν κάθε τετραγωνικό μέτρο σε χώρο κατανάλωσης, αποκαλύπτεται το ποιος έχει λόγο και ποιος όχι. Το πρόβλημα, λοιπόν, δεν είναι μόνο περιβαλλοντικό. Είναι βαθιά πολιτικό.
Ο αγώνας για το πράσινο είναι αγώνας για τη ζωή
Η διεκδίκηση του πράσινου συνδέεται με τη διεκδίκηση του δικαιώματος στην πόλη – παραφράζοντας τον Ανρί Λεφέβρ. Είναι η απαίτηση για μια πόλη συμμετοχική, οικολογική, δίκαιη, όπου οι αποφάσεις δεν λαμβάνονται πίσω από κλειστές πόρτες, αλλά μέσα από συνελεύσεις, με προτεραιότητα τις ανάγκες των πολλών και όχι τα κέρδη των λίγων.
Αν θέλουμε μια Ξάνθη ανθρώπινη, δεν φτάνει να φυτέψουμε δέντρα. Πρέπει να ξεριζώσουμε τις πολιτικές που μας στερούν το οξυγόνο — κυριολεκτικά και μεταφορικά.