O Φοίβος Δεληβοριάς, σε μία συνέντευξη εφ’ όλης της ύλης, μοιράζεται στο «Ε» τις σκέψεις του για την τραπ, για τον ρόλο που επωμίζεται ο καλλιτέχνης απέναντι στην κοινωνία, για τους νέους και τις νέες, αλλά και για την τραγωδία των Τεμπών
«Αν πρέπει ντε και καλά να σε ρωτήσει κάποιος που ανήκεις και ποια θέση παίρνεις ως καλλιτέχνης, τότε η μόνη σωστή απάντηση είναι εκεί όπου υπάρχει η φαντασία και η έμπνευση»
«Κάποια μικρά λουλούδια ίσως ξέρουν αυτά που οι στίχοι δεν θα καταφέρουν, κάποια λουλούδια που είναι για ν’ ανθίσουν να δουν τον ήλιο και να ξεψυχήσουν».
Αν υπάρχει ένας καλλιτέχνης που καταφέρνει να κάνει το κοινό να σκέφτεται, να νοσταλγεί, να χαίρεται ή να κλαίει, αυτός δεν είναι άλλος από τον Φοίβο Δεληβοριά. Με την ιδιαίτερη μουσική του, την ποιητική του γραφή και την ικανότητά του να αγγίζει τις καρδιές, ο Φοίβος έχει καταφέρει να δημιουργήσει έναν ξεχωριστό δεσμό με το κοινό του.
Με αφορμή την σημερινή εμφάνισή του στο Misirlou Live Stage, o Φοίβος Δεληβοριάς, σε μία συνέντευξη εφ’ όλης της ύλης, μοιράζεται στο «Ε» τις σκέψεις του για την τραπ, για τον ρόλο που επωμίζεται ο καλλιτέχνης απέναντι στην κοινωνία, για τους νέους και τις νέες, αλλά και για την τραγωδία των Τεμπών.
Ποια είναι η διαδικασία που ακολουθείτε όταν γράφετε ένα τραγούδι; Είναι περισσότερο αυθόρμητο ή σκέφτεστε πολύ πριν καταλήξετε σε μια δημιουργία;
Είναι αυθόρμητο. Είναι ένα είδος πόνου στην ψυχή που σε πιάνει κάποιες μέρες, όπου θέλεις να πάρεις ένα όργανο και να το καταπραΰνεις, και σιγά-σιγά αυτό αποκτά μορφή. Γράφεις στην αρχή ένα μοτίβο που σε παρηγορεί, μετά σε ενθουσιάζει, αρχίζεις και κολλάς σε αυτό και μετά αρχίζεις να βάζεις στίχους.
Ακόμα και όταν έχω γράψει πράγματα μεγαλύτερα από εμένα, όπως για την ιστορία της Ελένης Τοπαλούδη, τα έχω γράψει εν βρασμώ ψυχής και όλα αυτά επειδή έχω αισθανθεί ασφυξία. Ήταν κάτι το οποίο έπρεπε να γίνει. Έχει κάτι το επείγον αυτή η ιστορία.
Η οικογένεια και οι σχέσεις είναι θέματα που επανέρχονται στα τραγούδια σας. Πόσο σημαντική είναι η ανθρώπινη σύνδεση στην προσωπική σας ζωή και στην τέχνη σας;
Έχω παρατηρήσει ότι όταν γράφω ένα τραγούδι, πάντα μιλάω σε κάποιο πρόσωπο, είτε στη γυναίκα μου, είτε στην κόρη μου, είτε σε ένα πρόσωπο που αγαπώ. Όταν σκέφτομαι ότι απευθύνομαι σε έναν άνθρωπο, τότε το τραγούδι έχει νόημα, και αυτό έχει να κάνει με το γεγονός ότι όλη μας η ζωή εξαρτάται από τους άλλους. Όπως λέω στο τραγούδι Εκείνη: «Γεννιέσαι, την έχεις μητέρα», είναι ότι γεννιέσαι και αντιλαμβάνεσαι έναν άλλον άνθρωπο δίπλα σου. Από αυτόν παίρνεις όλη τη ζωή.
Θεωρείτε ότι η πολιτική πρέπει να είναι μια συνεχής συζήτηση στη δημόσια σφαίρα ή ότι, κατά καιρούς, όπως κάποιοι καλλιτέχνες υποστηρίζουν, πρέπει να «αποστασιοποιούμαστε» και να εστιάζουμε στην τέχνη; Υπάρχει τέχνη που δεν είναι πολιτική;
Νομίζω ότι όλα είναι πολιτική, διότι ζούμε σε μία κοινωνία όπου όλες οι αποφάσεις παίρνονται σε πολιτικό επίπεδο. Άρα, είναι αφελές να θεωρεί κάποιος ότι μπορεί να πάψει έστω και για μία στιγμή να είναι πολίτης. Παρόλα αυτά, αν πρέπει ντε και καλά να σε ρωτήσει κάποιος που ανήκεις και ποια θέση παίρνεις ως καλλιτέχνης, τότε η μόνη σωστή απάντηση είναι εκεί όπου υπάρχει η φαντασία και η έμπνευση.
Στη διάρκεια της καριέρας σας, έχετε εκφράσει την αλληλεγγύη σας υπερ των κοινωνικά αδύναμων και των ευάλωτων. Πιστεύετε ότι η κοινωνία έχει γίνει πιο ευαίσθητη σε θέματα αλληλεγγύης και δικαιοσύνης τα τελευταία χρόνια, ή εξακολουθούμε να βλέπουμε τις ίδιες αδικίες να επαναλαμβάνονται;
Αυτό δεν είναι κάτι που θα τελειώσει από τη μία μέρα στην άλλη. Πολύ ακραίες ιστορίες, όπως του Βαγγέλη Γιακουμάκη, έχουν φέρει πια τη συζήτηση αυτή στο προσκήνιο. Αναγκαστήκαμε να στρέψουμε το βλέμμα προς τα πράγματα που γίνονταν στο υπογάστριο της κοινωνίας και δεν συζητιόντουσαν ποτέ μέσα στην κοινωνία. Για εμένα, μόνο καλό μπορεί να είναι αυτό. Μόνο καλό μπορεί να είναι να μην κρύβονται τα πράγματα και να μην είμαστε υποκριτές απέναντί τους.
Πώς βλέπετε τη θέση της νέας γενιάς σήμερα, όπου συχνά αναφέρεται ότι δεν είναι αρκετά κινηματική; Συμφωνείτε με αυτή την άποψη ή πιστεύετε ότι η επανάσταση εκφράζεται με διαφορετικούς τρόπους;
Από τότε που ήμουν μικρός, άκουγα τα ίδια πράγματα. Όλοι οι παλιοί λένε κάτι για τη νέα γενιά, όπως ότι έχουν γίνει όλοι αλήτες, άλλοι λένε ότι κοιμούνται όρθιοι. Αυτά δεν προχωρούν γραμμικά. Πράγματι, υπήρξαν εποχές, όπως τα τέλη της δεκαετίας του ’60 ή μετά τη δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου, όπου οι νέοι έδωσαν στίγμα, άρχισαν να κινητοποιούνται και να εκφράζονται. Υπάρχουν όμως και άλλες εποχές, όπου ο άνθρωπος έχει πιο πολύ ανάγκη να στραφεί προς τα μέσα και να αλλάξει τις τεκτονικές πλάκες του εσωτερικού του κόσμου. Και αυτό είναι σημαντικό και επαναστατικό.
Το τραγούδι για τα Τέμπη γράφτηκε τη νύχτα πριν από τη συναυλία. Πώς βρήκατε τη δύναμη να δημιουργήσετε κάτι τόσο έντονο και φορτισμένο συναισθηματικά σε τόσο σύντομο χρόνο;
Αισθανόμουν πάρα πολύ λίγος και ισοπεδωμένος απέναντι σε όλους τους συγγενείς των θυμάτων και στους ανθρώπους που διοργάνωναν τη συναυλία, με τους οποίους είχα την ευκαιρία να μιλήσω. Όταν υπάρχει κάτι που σε σοκάρει και σε θυμώνει, πρώτα το γνωρίζεις και ύστερα γίνεται βίωμα σου. Εγώ αισθανόμουν ότι δεν έχω κανένα τραγούδι που να είναι αρκετό να σηκώσει το βάρος του πόνου των ανθρώπων αυτών που μόλις γνώρισα. Η μόνη επιλογή που είχα ήταν να γράψω κάτι καινούργιο, να τους απευθύνω κάτι καινούργιο.
Πιστεύετε ότι η μουσική μπορεί να έχει τον ρόλο ενός κοινωνικού καταλύτη, ειδικά σε τραγωδίες όπως τα Τέμπη, όπου η πολιτική και η δικαιοσύνη φαίνεται να αποτυγχάνουν να προστατεύσουν τους πολίτες; Πώς βλέπετε τη σχέση μουσικής και κοινωνικής δικαιοσύνης;
Η μουσική είναι ένας καθρέφτης των ανθρώπων. Από τη στιγμή που ακούγεται, φέρει μαζί της μια δύναμη, όπως κάθε άμεση παραστατική εκδήλωση της τέχνης.
Τώρα, το κατά πόσο μπορεί η μουσική να επηρεάσει τους θεσμούς ώστε να λειτουργήσουν καλύτερα ή να κάνει τους ηγέτες να σκεφτούν λίγο παραπάνω τις ευθύνες τους, είναι μία μεγάλη κουβέντα. Δεν ξέρω αν το Give Peace A Chance του John Lennon έκανε κάτι πραγματικά στο μυαλό του Νίξον ώστε να τερματιστεί ο πόλεμος στο Βιετνάμ. Πιθανώς να μην έκανε και τίποτα, στην συλλογική όμως συνείδηση καταγράφηκε.
Στην υπόθεση των Τεμπών, για μένα το πιο σημαντικό είναι ότι, από τη μία, οι άνθρωποι πλέον ανησυχούν για την ασφαλή δημόσια μεταφορά τους, ενώ από την άλλη παραποιούνται στοιχεία, τεκμήρια και υπάρχουν εξόφθαλμες παραλείψεις από τις εμπλεκόμενες αρχές. Αυτό είναι κάτι που δεν πρέπει να ξεχαστεί, και υπάρχει μια φωνή που είναι πιο δυνατή από όλα αυτά.
Εδώ και καιρό γίνεται πολύ μεγάλη συζήτηση για την τραπ.
Η τραπ, σε μουσικό επίπεδο, έχει πολύ ενδιαφέροντα στοιχεία. Πολλές φορές ακούω τις παραγωγές και είναι εμφανές ότι υπάρχει ενδιαφέρον στη μουσική γλώσσα. Με την ποιητική γλώσσα όμως δεν ταυτίζομαι προσωπικά, καθώς ποτέ δεν έκανα τον μάγκα ούτε αισθάνθηκα γοητεία για το γκανγκστεριλίκι.
Όμως είμαι κάθετα αντίθετος με την λογοκρισία. Δεν πιστεύω ότι πρέπει αυτός ο λόγος να λογοκρίνεται, ή να απαγορεύεται. Παρόλαυτα νομίζω ότι όλο αυτό αποτελεί ένα σύμπτωμα της κοινωνίας και δείχνει την χρεωκοπία στη φαντασία της. Προφανώς δεν θεωρώ ότι τα τραγούδια πρέπει να ακολουθούν το τρίπτυχο «Ησυχία-Τάξη-Ασφάλεια», αλλά η ποιητική ματιά είναι αυτή που στο τέλος θα νικήσει. Το βλέπουμε αυτό και με τον ΛΕΞ. Έβγαλε νέο δίσκο και ξαφνικά έχει 1.000.000 views στο Spotify. Βέβαια, καταλαβαίνουμε ότι όλοι αυτοί που καταφέρονται ενάντια στους trappers είναι υποκριτές, διότι πού είναι ο ΛΕΞ στο ραδιόφωνο; Που είναι στην τηλεόραση; Υπάρχει μία δημιουργική απάντηση σε όλο αυτό που αφορά πολύ κόσμο και η οποία είναι εξορισμένη από τον δημόσιο λόγο.
Η μουσική σας, αλλά και οι live εμφανίσεις σας φαίνεται να κινητοποιούν την νέα γενιά. Πώς αισθάνεστε για αυτό; Ποιες είναι οι αντιδράσεις που σας συγκινούν περισσότερο στις συναυλίες σας;
Με κάνει να αισθάνομαι τέλεια. Με συγκινεί ιδιαίτερα να βλέπω, ειδικά στα μεγάλα live, ότι το 80% του κοινού είναι παιδιά 20 χρονών. Ίσως γιατί όταν γράφω τραγούδια η ηλικία μου είναι περίπου αυτή. Υπάρχει ένα συμπαθητικό δαιμόνιο που κρατάει την νεανική μας ευαισθησία ανοιχτή.
Συγκινητικές στιγμές ζω σε κάθε live. Τις προάλλες έπαιζα στα Χανιά και μια παρέα 20άρηδων με έβγαλαν έξω, μιλούσαμε για ταινίες, για το τι συμβαίνει, και γυρίζοντας σπίτι δεν αισθανόμουν πλέον μόνος. Αισθανόμουν ότι δεν υπάρχει κανένα φράγμα, ούτε ανάμεσα στις ηλικίες, ούτε ανάμεσα σε οποιεσδήποτε κοινωνικές διαφορές.
Φωτογραφίες: Δημήτρης Μακρής