Γράφει ο Γιώργος–Ίκαρος Μπαμπασάκης, συγγραφέας και μεταφραστής
Τον τελευταίο καιρό είναι εμφανές το ανανεωμένο ενδιαφέρον για το έργο του Καρλ Μαρξ (Karl Marx, 5 Μαΐου 1818 – 14 Μαρτίου 1883), κάτι που αντανακλάται τόσο εκδοτικά όσο και σε συζητήσεις. Φυσικά, ποτέ στα εκατόν σαράντα ένα χρόνια από τον θάνατό του δεν έπαψαν να δημοσιεύονται κείμενα και βιβλία σχετικά με τον τιτάνιο στοχαστή και πολέμιο του καπιταλισμού, τον άνθρωπο που εγκαινίασε ουσιαστικά το ρεύμα για την υπέρβαση της φιλοσοφίας και την πραγμάτωσή της στην καθημερινή ζωή – ένα ρεύμα που επανέφεραν δυναμικά οι καταστασιακοί (situationnistes) και ιδίως ο αδιαμφισβήτητος leader τους, ο Γκι Ντεμπόρ (Guy Debord, 28 Δεκεμβρίου 1931 – 30 Νοεμβρίου 1994).
Τούτο το ανανεωμένο ενδιαφέρον συμβάλλει στο να διαβάσουμε ξανά (και επιτέλους απαλλαγμένοι από ιδεολογικούς μανδύες) τα όσα έγραψε τω όντι ο Μαρξ και όχι όσα δημοσιοποιήθηκαν με διάφορα ψευδώνυμα όπως Λένιν, Τρότσκι ή Στάλιν.
Ο Σάκος Εκστρατείας του Επίμονου Αναγνώστη είναι φορτωμένος αυτόν τον καιρό με πρόσφατα έργα σχετικά με τον Μαρξ και του ίδιου του Μαρξ, προκειμένου να εκπονηθεί ένα δίπτυχο αφιέρωμα.
Ο κάτοχος του Σάκου επιθυμεί να θυμίσει ότι κύλησαν εκατόν εξήντα παλλόμενα και παθιασμένα έτη από την ίδρυση της Διεθνούς Ένωσης Εργατών (Λονδίνο, 1864) και εξήντα από το πέρασμα της Καταστασιακής Διεθνούς (Internationale Situationniste) στο πρόγραμμα/πρόταγμα της πραγμάτωσης της φιλοσοφίας.
Η 18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη Καρλ Μαρξ (μτφρ. Γιάννης Καλιφατίδης, εκδ. Αντίποδες)
«Το κράτος περισφίγγει, ελέγχει, διατάζει, επιτηρεί και κηδεμονεύει την αστική κοινωνία, από τις πιο πλατιές εκδηλώσεις της ζωής της μέχρι τις πιο ασήμαντες εκφάνσεις της, από τις πιο γενικές και αφηρημένες μορφές ύπαρξης μέχρι την ιδιωτική υπόσταση του ατόμου», γράφει ο Μαρξ το 1852, στην περιεκτική, δυναμική, και ρεαλιστικότατη ανάλυσή του για το πραξικόπημα του Λουδοβίκου Βοναπάρτη (1808 -1873) μόλις λίγους μήνες πριν, τον Δεκέμβριο του 1851, για την ουσία των αστικών επαναστάσεων στα μισά του 19ου αιώνα. Συνεχίζει: «Το παρασιτικό αυτό σώμα αποκτά με τον πιο ακραίο συγκεντρωτισμό το προνόμιο να βλέπει και να γνωρίζει τα πάντα, να έχει ταχύτερα αντανακλαστικά και ευελιξία στις κινήσεις του απέναντι στη ματαιοπονία, την έλλειψη αυτοτέλειας και το απόλυτο χάος του κοινωνικού σώματος».
Συναντάμε τούτες τις παρατηρήσεις στις σελίδες 79 και 80 ενός από τα πιο φημισμένα και πολυδιαβασμένα κείμενα του Μαρξ, τη 18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη (μτφρ. Γιάννης Καλιφατίδης, εκδ. Αντίποδες) και μειδιούμε αναλογιζόμενοι πόσοι και πόσοι έχουν χαρακτηρίσει κρατιστή τον συγγραφέα του πονήματος.
Ο Μαρξ φανερώνει εδώ τους μηχανισμούς του κράτους και της γραφειοκρατίας, εξετάζοντας το πώς η επανάσταση του 1848 διολίσθησε, εκφυλιζόμενη με τους συγκεκριμένους τρόπους που εκθέτει ο Μαρξ, στην κυριαρχία ενός συνονθυλεύματος καθοδηγούμενου από τον Κραιπαλίνσκι (όπως χλευαστικά αποκαλεί τον Λουδοβίκο Βοναπάρτη) και από μια στρατιά ύποπτων στοιχείων, από μια ακαθόριστη και κατακερματισμένη μάζα απαρτιζόμενη από εξαχρειωμένους και έκλυτους αστούς, από κατακάθια της κοινωνίας και αριβίστες, από φαντάρους απολυμένους και πορτοφολάδες, από ρακοσυλλέκτες και πρώην κατάδικους, από ιδιοκτήτες μπορντέλων και χαμάληδες, από χαρτοπαίκτες και τσαρλατάνους.
Η εν λόγω στρατιά, μεταμφιεσμένη χονδροειδώς σε έναν τάχατες φιλανθρωπικό σύλλογο υπό την επωνυμία Εταιρεία της 10ης Δεκεμβρίου, αποτέλεσε την τραμπούκικη δύναμη κρούσης του «σοβαρού γελωτοποιού, που δεν παίρνει πια την παγκόσμια ιστορία για κωμωδία, αλλά τη δική του κωμωδία για παγκόσμια ιστορία», ήτοι του ανιψιού του Ναπολέοντα.
Ο Μαρξ, εδώ, είναι αδυσώπητος και μπολιάζει την εξόχως ρεαλιστική ανάλυσή του με τσουχτερό χιούμορ και με ποιητικές εξάρσεις, ενώ δεν είναι λίγες οι φράσεις της 18ης Μπρυμαίρ που χρησιμοποιήθηκαν κατά κόρον ως (πασίγνωστα πια) «τσιτάτα», όπως η πρώτη κιόλας πρόταση περί εμφάνισης των ιστορικών γεγονότων την μια φορά ως τραγωδία, την άλλη ως φάρσα.
Την έκδοση συμπληρώνουν ένα αιχμηρό επίμετρο που υπογράφει ο Δημήτρης Τσαραπατσάνης (Αθήνα, 1976), και ένα διεισδυτικό κείμενο του Χέιντεν Γουάιτ (Hayden V. White, 1928 – 2018). Στο πρώτο «επικαιροποιείται» η ανάγνωση και ανάλυση του Μαρξ στο σημερικό ιστορικό συγκείμενο, ενώ στο δεύτερο επιχειρείται ένας λίαν εύστοχος παραλληλισμός του ύφους του Μαρξ της 18ης Μπρυμαίρ με εκείνο του Φλωμπέρ της Αισθηματικής Αγωγής. Η μετάφραση του έμπειρου Γιάννη Καλιφατίδη (θυμίζω ότι έχει γυρίσει στα ελληνικά τα βιβλία του Β. Γκ. Ζέμπαλντ, μεταξύ άλλων) είναι αξιέπαινη.
Τα τελευταία χρόνια του Καρλ Μαρξ, Μαρσέλο Μούστο, 1881-1883 (μτφρ. Ορέστης Στυλιανίδης, εκδ. Νήσος)
«Για περισσότερο από μια δεκαετία, έγκυρες εφημερίδες και περιοδικά με ευρύ αναγνωστικό κοινό περιγράφουν τον Καρλ Μαρξ ως έναν διορατικό θεωρητικό του οποίου η επικαιρότητα επιβεβαιώνεται συνεχώς», διαβάζουμε περιχαρείς στη σελίδα 15 της μεστής μελέτης Τα τελευταία χρόνια του Καρλ Μαρξ, 1881-1883 (μτφρ. Ορέστης Στυλιανίδης, εκδ. Νήσος) που εκπόνησε ο σοβαρός μελετητής Μαρσέλο Μούστο (Marcello Musto,14 Απριλίου 1976), καθηγητής κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο York του Τορόντο και επιμελητής της σειράς του οίκου Routledge «Marx and Marxism: New Horizons and Critiques and Alternatives to Capitalism».
Στα περιοδικά θα πρέπει να συμπεριλάβουμε το γερμανικό Spiegel που αφιέρωσε, στο τελευταίο τεύχος του 2022, κάμποσες σελίδες σχετικά με το εάν ο Μαρξ είχε τελικά δίκιο, ενώ το εξώφυλλό του κοσμεί ο συγγραφέας του Κεφαλαίου με υπέροχη post-rock περιβολή και τατουάζ (βλ. κεντρική εικόνα, σε μια «δημιουργική» εκδοχή).
Καίρια και κρίσιμα, ο Μούστο αποδιαρθρώνει κάμποσες στρεβλώσεις, παραποιήσεις και παρεξηγήσεις σχετιζόμενες, συνήθως δολίως, με το μαρξικό corpus, επιμένοντας ότι η λεγόμενη μαρξιστική ιδεολογία (ο λενινισμός και ο σταλινισμός) απείχε έτη φωτός από τον τρόπο με τον οποίο συνέλαβε ο Μαρξ την κοινωνία και θυμίζοντας ότι ο Γερμανός θεωρητικός απεχθανόταν, όπως ο ίδιος τονίζει (βλ. Karl Marx, Το Κεφάλαιο — Τόμος Πρώτος, μτφρ. Θανάσης Γκιούρας, εκδ. ΚΨΜ, σ. 731) τις συνταγές για το μαγειρείο του μέλλοντος.
Ο Μούστο μιλάει για τις δραστηριότητες και τις εργασίες του Μαρξ κατά τα τρία τελευταία χρόνια του πολυκύμαντου βίου του, προσφέροντας επίσης βιογραφικά σχόλια, ιδίως σχετικά με τις κοπιώδεις προσπάθειές του να μελετήσει ενδελεχώς πραγματείες περί χημείας, φυσικής, ορυκτολογίας, εθνολογίας, πολιτικής οικονομίας, και φυσιολογίας· σχετικά με την αλληλογραφία του με Ρώσους, Γάλλους, Ολλανδούς, και Γερμανούς επαναστάτες και φίλους· σχετικά με την αδυσώπητη κριτική του προς εχθρούς και θεωρούμενους φίλους: ιδού πόσο οργισμένα ξέσπασε κατά των γαμπρών του σε μιαν επιστολή του προς τον Ένγκελς: «Ο Λόνγκε ως ο τελευταίος Προυντονικός και ο Λαφάργκ ως ο τελευταίος Μπακουνικός! Να τους πάρει ο διάβολος!»· σχετικά με το ενδιαφέρον του για τη χειραφέτηση της γυναίκας· σχετικά με την καθημερινή ζωή του στο Λονδίνο και τα (για λόγους υγείας) ταξίδια του· σχετικά με την ολοένα επιδεινούμενη κατάσταση της υγείας του· σχετικά με τις τελευταίες ώρες της ζωής του. Ο Μαρσέλο Μούστο υπογράφει ένα πολύτιμο πόνημα, ο Ορέστης Στυλιανίδης το μεταφράζει άρτια, και οι εκδόσεις Νήσος το τιμούν με την καλαισθησία τους.
ΠΗΓΗ: bookpress.gr