Αρχική ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΙΣΤΟΡΙΚΑ Τα «Λιπάσματα» της Δραπετσώνας: Μία κόλαση για τους εργάτες

Τα «Λιπάσματα» της Δραπετσώνας: Μία κόλαση για τους εργάτες

0

Σαν σήμερα πριν 94 χρόνια, στις 11 Ιουλίου 1929 η αιματηρή συμπλοκή απεργών και αστυνομικών σημειώνεται στα ελληνικά εργοστάσια χημικών λιπασμάτων

Στο εργοστάσιο, εκτός από τους άνδρες και τις γυναίκες, δούλευαν και πολλοί ανήλικοι που έπαιρναν ακόμα μικρότερο μεροκάματο, ενώ οι συνθήκες ήταν ασφυκτικές

«Λιπάσματα» Δραπετσώνας. Μια έκταση σπαρμένη με αγώνες δεκαετιών, όχι μόνο για την ανάπλασή της, που ήταν αίτημα των τελευταίων χρόνων, αλλά κυρίως για ένα μεροκάματο αξιοπρέπειας.

Ιδιαίτερα την περίοδο του Μεσοπολέμου, οι συγκρούσεις μεταξύ εργαζομένων και εργοδοσίας ήταν πολλές και κάποιες φορές αιματηρές.

Η ιστορία του εργοστασίου αρχίζει στις 13 Μαΐου 1909, οπότε δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως το καταστατικό της «Ελληνικής Εταιρείας χημικών προϊόντων και λιπασμάτων».

[…]Από το ιδρυτικό καταστατικό φάνηκαν οι προοπτικές της νέας εταιρείας, καθώς για πρώτη φορά στην επιχειρηματική ιστορία του τόπου συνενώνονταν σε ένα εγχείρημα τρεις τράπεζες (Εθνική, Αθηνών και Ανατολής), βιομήχανοι και έμποροι.

Το μετοχικό κεφάλαιο ορίστηκε στα 2 εκατομμύρια δραχμές και μεγαλύτερος μέτοχος, με 3.000 μετοχές, ήταν ο βιομήχανος Λεόντιος Οικονομίδης (1886-1922), στενός φίλος και συνεργάτης του Νικόλαου Κανελλόπουλου, που επίσης πήρε σημαντικό αριθμό μετοχών (2.030).

Οι δύο συνέταιροι, που δημιούργησαν λίγα χρόνια νωρίτερα την τσιμεντοβιομηχανία «Τιτάν», ήταν οι εμπνευστές του εγχειρήματος της εταιρείας Λιπασμάτων και μέλη της «παρέας της Ζυρίχης», μιας ομάδας νέων επιστημόνων που στα τέλη του 19ου αιώνα έκαναν μέρος των σπουδών τους στο Πολυτεχνείο της ελβετικής πόλης.

[…] Οι περισσότεροι απ’ αυτούς, αμέσως μετά την επιστροφή τους στην Ελλάδα, ανά δύο ή περισσότεροι μαζί, συγκρότησαν επιχειρήσεις που έπαιξαν κεντρικό ρόλο στον κλάδο τους και διαμόρφωσαν εν πολλοίς το επιχειρηματικό τοπίο της χώρας μέχρι τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

[…]Πρόσωπο-κλειδί στην Εθνική Τράπεζα ήταν το επί σειρά ετών στέλεχός της και μετέπειτα διοικητής της, Ιωάννης Δροσόπουλος (1870-1939).

[…]Το εργοστάσιο κατασκευάστηκε στη Δραπετσώνα, που ήταν τότε γνωστή από την ύπαρξη ενός ερειπωμένου μνημείου του Θεμιστοκλή.

Το 1911 οι καμινάδες είχαν αρχίσει να δουλεύουν.

Τότε, η χρήση χημικών λιπασμάτων ήταν σχεδόν άγνωστη στη χώρα μας.

Γι’ αυτό, η εταιρεία κατέβαλε από την αρχή μεγάλες προσπάθειες, με τη δημιουργία δικτύου επαρχιακών γεωπόνων, για να πείσει τους αγρότες πως ήταν αναγκαία η φωσφορική λίπανση για τη βελτίωση της ποιοτικής και ποσοτικής απόδοσης των καλλιεργειών τους.

[…]Ταυτόχρονα με την ανάπτυξη της εταιρείας, έρχονται και οι πρώτες συγκρούσεις με τους εργαζόμενους.

Όπως διαβάζουμε στην πειραϊκή εφημερίδα «Φως» (15 Μαΐου 1916), με πρωτοβουλία ανώτερου στελέχους που αναλάμβανε «κατά μυστηριώδη τρόπον εργολαβικώς τας φορτοεκφορτώσεις της Εταιρείας», σταμάτησε η συνεργασία με τους φορτοεκφορτωτές του τότε Συνδέσμου Εργατών Λιμένος Ζέας και στη θέση τους πήραν ανειδίκευτους -εκτός σωματείου- εργάτες.

Στα τέλη Σεπτεμβρίου του ίδιου έτους, καθώς πλέον είχε κατοχυρωθεί από διετίας νομοθετικά η συνδικαλιστική δράση, οι εργάτες των Λιπασμάτων ξεκινούν να φτιάξουν σωματείο.

[…] Παράλληλα, προχωρά στην απόλυση πέντε εργατών που πρωτοστάτησαν στην ίδρυση του σωματείου και εκτοξεύονται απειλές απόλυσης προς όσους εκφράζουν επιθυμία εγγραφής σε αυτό.

Το Εργατικό Κέντρο Πειραιά κηρύσσει απεργία, στην οποία συμμετέχουν περίπου 350 εργαζόμενοι στα Λιπάσματα.

Η απεργία διαρκεί 4-5 ημέρες. Την τελευταία μέρα η Διοικούσα Επιτροπή του ΕΚΠ πραγματοποιεί μια συνεδρίαση που χαρακτηρίστηκε «ιστορική» λόγω της σημασίας του θέματος και αποφασίζει γενική απεργία και «μέτρα για τα προϊόντα των επιχειρήσεων Κανελλόπουλου».

Ωστόσο, οι αποφάσεις του ΕΚΠ δεν εφαρμόστηκαν επειδή ο Κανελλόπουλος εμφανίστηκε να αποδέχεται τα αιτήματα των απεργών.

Καθοριστικό ρόλο στην προσωρινή εκτόνωση της κατάστασης φαίνεται ότι είχε η παρέμβαση του Λεόντιου Οικονομίδη, που προσέλαβε στην επιχείρησή του «Χρωματουργική» τους πέντε απολυθέντες.

Στην πραγματικότητα όμως, οι δεσμεύσεις Κανελλόπουλου δεν είχαν… αντίκρισμα καθώς, όπως έγραφε η φιλεργατική εφημερίδα «Φως», συνεχίστηκαν οι πιέσεις και οι απειλές εναντίον εργαζομένων.

Το χειρότερο ήταν ότι στο εργοστάσιο βρίσκονταν και κάποιοι ένοπλοι -«μπράβοι», κατά την εφημερίδα- οι οποίοι πρωταγωνίστησαν σε αιματηρά επεισόδια κατά εργατών.

[…]Πραγματικά, την Κυριακή 2 Οκτωβρίου 1916, περίπου 400 εργάτες συγκεντρώθηκαν στο Εργατικό Κέντρο, που στεγαζόταν τότε σε χώρο του Δημοτικού Θεάτρου, και εξέλεξαν την πρώτη διοίκηση του σωματείου.

Παράλληλα, ο Ν. Κανελλόπουλος αναγκάζεται να διαβεβαιώσει εγγράφως ότι «η Εταιρεία δεν εμποδίζει τους εργάτας ν’ ανήκουν εις Σωματεία».

Λίγα χρόνια αργότερα, η εταιρεία εξασφαλίζει φτηνό εργατικό δυναμικό από τους εξαθλιωμένους πρόσφυγες που συρρέουν στη χώρα.

[…]Με χαμηλό κόστος η εταιρεία παρουσιάζει άνθηση και γίνεται ακόμα πιο ισχυρή αντλώντας κεφάλαια από το Χρηματιστήριο, όπου διαπραγματεύεται η μετοχή της, αλλά και από τη λειτουργία της ως… παρατράπεζα.

Το προνόμιο να «δανείζεται» από τον κόσμο και μάλιστα με φοροαπαλλαγή τής δόθηκε το 1926 με νομοθετικό διάταγμα, στη διάρκεια της δικτατορίας Πάγκαλου (ΦΕΚ 80/5-3-1926), με το αιτιολογικό της ενίσχυσης της… γεωργίας.

Η δύναμη των Λιπασμάτων και προσωπικά του Ν. Κανελλόπουλου μεγαλώνει με γεωμετρική πρόοδο.

Μάλιστα, το 1927 κυκλοφορεί στην Αθήνα η εφημερίδα «Ελληνικός Ταχυδρόμος», που, όπως έγραψε αργότερα ο «Ριζοσπάστης», ανήκε στον Κανελλόπουλο.

Η εφημερίδα (Οκτώβριος 1927), με πύρινα πρωτοσέλιδα άρθρα, τάσσεται ξεκάθαρα υπέρ της εταιρείας σε μια νέα διαμάχη της με το σωματείο φορτοεκφορτωτών, εξαπολύοντας τις γνωστές διαχρονικά επιθέσεις σε βάρος του συνδικαλισμού, περί «φιλεργατικού τσαρλατανισμού» κ.ά.

Όμως, η εταιρεία εκείνη τη χρονιά (1927), όπως φαινόταν στον ισολογισμό της, είχε κέρδη ύψους 60.864.376 δραχμές, ποσό τεράστιο για την εποχή!

Τον Ιούλιο του 1929 οι εργαζόμενοι στα Λιπάσματα χρειάστηκε να κάνουν νέα απεργία για να διεκδικήσουν αυξήσεις και 8ωρη εργασία.

Μόλις κατατέθηκαν τα αιτήματα, η εταιρεία «απάντησε» με 120 απολύσεις.

Η απεργία αρχίζει και τις δύο πρώτες μέρες (10 και 11 Ιουλίου 1929) γίνονται αιματηρά επεισόδια στην είσοδο του εργοστασίου.

Από τη μια πλευρά βρίσκονται η ένοπλη «ιδιωτική φρουρά ασφαλείας» (ή «μπράβοι», κατά το λαϊκότερο) και αστυνομικές δυνάμεις και από την άλλη οι εργάτες.

Στα επεισόδια χάνει τη ζωή του ένας εργάτης ονόματι Αγαθαγγέλου (τα ρεπορτάζ αναφέρονται και σε άλλους δύο «εξαφανισθέντες» εργάτες) και τραυματίστηκαν περισσότεροι από 15, από τους οποίους τουλάχιστον τρεις από σφαίρες («Ριζοσπάστης», 11 και 12.7.1929).

Όμως, τα κέρδη της εταιρείας αυξάνονται αλματωδώς και το διάστημα 1932-33 φτάνουν στα 132 εκατομμύρια δραχμές! («Ριζοσπάστης», 21.6.1933).

Παράλληλα, αυξάνει η επιρροή του Ν. Κανελλόπουλου και την 1η Δεκεμβρίου 1935 ορκίζεται με τη βραχύβια κυβέρνηση Δεμερτζή υπουργός Εθνικής Οικονομίας και προσωρινώς υπουργός Συγκοινωνίας και Εργασίας.

Στη σύντομη παραμονή του σε αυτή τη θέση (παραιτήθηκε με την πτώση της κυβέρνησης τον Μάρτιο του 1936) προκάλεσε πολλές αντιδράσεις.

Αρχικά, για μια υπουργική απόφαση που υπέγραψε και εξαίρεσε το εργοστάσιο Λιπασμάτων από τους περιορισμούς στην εισαγωγή φωσφορικού ασβεστίου, την πρώτη ύλη του («Ριζοσπάστης», 20.12.1935), και στη συνέχεια για πιέσεις σε εργαζόμενους για να μην ψηφίσουν το «βενιζελικό» κόμμα των Φιλελευθέρων («Πατρίς», 17.1.1936).

Όπως σημειώνουν μελετητές της περιόδου, η ΑΕΕΧΠ Λιπασμάτων του Κανελλόπουλου μαζί με την Πειραϊκή-Πατραϊκή του Κατσάμπα και την ΠΥΡΚΑΛ του Μποδοσάκη Αθανασιάδη αποτελούν κλασικά δείγματα «υπερπροστατευτικής πολιτικής» και «προκλητικά ευνοϊκής αντιμετώπισης».

Ο θάνατος του Κανελλόπουλου (Αύγουστος 1936) και η έναρξη του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου ανακόπτουν την πορεία του εργοστασίου.

Όμως, συνεχίζει να λειτουργεί σε όλη τη διάρκεια της Κατοχής, παρότι προκλήθηκαν μεγάλες ζημιές στη διάρκεια των βομβαρδισμών.

Ένας από τους βομβαρδισμούς βρήκε τους εργαζόμενους στην τραπεζαρία, όπως θυμούνται παλιοί εργάτες, με αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους πολλοί από αυτούς.

Το 1947 αναλαμβάνει διευθύνων σύμβουλος ο Μποδοσάκης Αθανασιάδης και με βασικό στήριγμα την οικονομική βοήθεια από το Σχέδιο Μάρσαλ υλοποιείται πρόγραμμα ανανέωσης της μονάδας.

Ωστόσο, οι αγώνες των εργαζόμενων συνεχίζονται. Μάλιστα, τον Αύγουστο του 1950 χρειάστηκε να κάνουν 10ήμερη απεργία για να δοθούν αυξήσεις στα μεροκάματά τους («Ελευθερία», 10.8.1950).

Το 1956 η ΑΕΕΧΠ και Λιπασμάτων ίδρυσε την εταιρεία ΛΙΠΤΟΛ (Λιγνίτες Πτολεμαΐδος), με σκοπό την εκμετάλλευση των λιγνιτικών κοιτασμάτων της περιοχής, και τον Απρίλιο του 1962 θεμελιώνεται μονάδα φωσφορικών λιπασμάτων.

Το εργοστάσιο Λιπασμάτων φτάνει να καταλαμβάνει έκταση 250 στρεμμάτων, παράγει 100.000 τόνους λίπασμα, από τους οποίους περίπου οι μισοί πωλούνταν στο εξωτερικό και υπήρξαν διαστήματα που έδινε δουλειά σε περίπου 7.000 εργαζόμενους.

[…]Ήταν η δεκαετία που το εργοστάσιο δέχτηκε πολλές φορές «πυρά» για ρύπανση του περιβάλλοντος μέχρι να ληφθούν τη δεκαετία του 1990 αντιρρυπαντικά μέτρα.

Όμως, πλέον το εργοστάσιο είχε μπει στα χρόνια της παρακμής.

[…]Οι επισημάνσεις των εργαζομένων ότι μετά το κλείσιμό του η ελληνική γεωργία θα εξαρτάται πλήρως από το εισαγόμενο λίπασμα έχουν μέχρι σήμερα δραματική επικαιρότητα…

Την περίοδο του Μεσοπολέμου, οι συνθήκες δουλειάς στο εργοστάσιο Λιπασμάτων στη Δραπετσώνα ήταν εξαιρετικά δύσκολες.

Στο εργοστάσιο, εκτός από τους άνδρες και τις γυναίκες, δούλευαν και πολλοί ανήλικοι που έπαιρναν ακόμα μικρότερο μεροκάματο, ενώ οι συνθήκες ήταν ασφυκτικές.

[…]Τα μέτρα ασφαλείας φαίνεται ότι ήταν ελλιπή έως ανύπαρκτα, με αποτέλεσμα να γίνονται συχνά εργατικά ατυχήματα, ακόμα και θανατηφόρα, ενώ «θέριζαν» ασθένειες όπως η φυματίωση, ιδιαίτερα όσους εργάζονταν στο τμήμα των οξέων.

*Με πληροφορίες από: Σταύρος Μαλαγκονιάρης – Εφημερίδα των Συντακτών

Επιμέλεια: Παύλος Μαραγκός

Περισσότερα Σχετικά Άρθρα
Περισσότερα άρθρα από ΕΜΠΡΟΣ
Περισσότερα άρθρα από ΙΣΤΟΡΙΚΑ
Τα σχόλια είναι απενεργοποιημένα.

Μπορεί επίσης να σας αρέσει

Μνημόσυνο για τους ιδρυτές και ευεργέτες του Ιδρύματος Θρακικής Τέχνης και Παράδοσης

Η τελετή μνημοσύνου θα πραγματοποιηθεί την Κυριακή, 1 Δεκεμβρίου 2024, στις 10:00, στον Ιε…