Έκανε αναφορά «στην ακμάζουσα μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης, σε λυπηρή αντίθεση με τη συνεχώς συρρικνούμενη ελληνική μειονότητα της Τουρκίας»
Πραγματοποιήθηκε η τελετή έναρξης του διεθνούς συνεδρίου με θέμα: 100 χρόνια από τη Συνθήκη της Λωζάνης: Αναδρομή, Αποτίμηση, Προοπτική.
Η Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου κήρυξε την έναρξη των εργασιών του διεθνούς συνεδρίου για τα 100 χρόνια από τη Συνθήκη της Λωζάνης που διοργανώνουν το Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών και το Ελληνικό Ίδρυμα Ευρωπαϊκής και Εξωτερικής Πολιτικής, στη Μεγάλη Αίθουσα του ΕΚΠΑ.
Η κ. Σακελλαροπούλου επεσήμανε ότι «Η Συνθήκη της Λωζάνης είναι πράγματι μια συνθήκη-ορόσημο, η οποία καθιέρωσε τα εθνικά σύνορα στη γειτονιά μας και στη Μέση Ανατολή, με στόχο την αποκατάσταση της ειρήνης μετά τον καταστροφικό Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η επέτειος των εκατό χρόνων από την υπογραφή της συνιστά μια εξαιρετική ευκαιρία για να επιβεβαιώσουμε την ισχύ της και το σταθερό πλαίσιο που δημιούργησε, το οποίο εξακολουθεί να αποτελεί πυλώνα ειρήνης στην περιοχή. Αναμφισβήτητα, ένα από τα πιο ριζοσπαστικά στοιχεία της Διάσκεψης της Λωζάννης, από την οποία προέκυψε η ομώνυμη Συνθήκη, ιδίως από ανθρωπιστική άποψη, ήταν η υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Πράγματι, αυτή ήταν η μοναδική ανταλλαγή αυτού του είδους στην παγκόσμια ιστορία που πραγματοποιήθηκε δυνάμει σύμβασης μεταξύ κρατών. Από την ανταλλαγή εξαιρέθηκαν οι μουσουλμάνοι της Δυτικής Θράκης και οι ελληνορθόδοξοι χριστιανοί της Κωνσταντινούπολης, της Ίμβρου και της Τενέδου, με τη Συνθήκη να ορίζει ρητά το πλαίσιο προστασίας των δικαιωμάτων των δύο μειονοτήτων. Θα ήταν παράλειψη να μην αναφερθώ στην ακμάζουσα μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης, σε λυπηρή αντίθεση με τη συνεχώς συρρικνούμενη ελληνική μειονότητα της Τουρκίας»
Στη συνέχεια πρόσθεσε ότι «Λίγες διεθνείς συνθήκες έχουν επιδείξει τόση ανθεκτικότητα όσο η Λωζάνη. Τα κράτη που την υπέγραψαν, συνάπτοντας μια συνθήκη για τον καθορισμό των συνόρων και της εδαφικής κυριαρχίας, επεδίωξαν να επιτύχουν σταθερότητα και οριστικότητα. Οποιαδήποτε προσπάθεια ανατροπής της θα υπονόμευε αναπόφευκτα την ειρήνη και την ισορροπία που έχει παραμείνει αμετάβλητη επί έναν αιώνα. Εξάλλου, σύμφωνα με θεμελιώδεις αρχές του διεθνούς δικαίου, οι συνθήκες που καθορίζουν τα σύνορα δεν μπορούν να λήξουν και δεν «λήγουν». Ούτε μπορούν να αναθεωρηθούν μονομερώς από ένα συμβαλλόμενο μέρος, χωρίς τη συναίνεση των άλλων. Δράττομαι της ευκαιρίας να επισημάνω ότι η οριστική εδαφική διευθέτηση αποτελεί τον ίδιο τον ακρογωνιαίο λίθο της Συνθήκης. Μόνο πάνω σε ένα τέτοιο στέρεο θεμέλιο μπορεί να διατηρηθεί η φιλία μεταξύ των λαών και η ειρηνική συνύπαρξη των κρατών»