Συνέντευξη με τον πολυγραφότατο Θωμά Κοροβίνη με αφορμή το πρόσφατο βιβλίο του «Μπέμπης»
Το Σάββατο στις 18 Μαρτίου θα πραγματοποιηθεί η βιβλιοπαρουσίαση μετά μουσικής στο Βιβλιοπωλείο Δύο
Ο Θωμάς Κοροβίνης συνδυάζει με εξαιρετική επιτυχία την ιδιότητα του συγγραφέα, του ερευνητή, του τραγουδιστή και του συνθέτη ενώ η αγάπη του για το λαϊκό τραγούδι και τη λαϊκή μουσική γενικότερα διαφαίνεται σε κάθε σελίδα των έργων του. Κοιτάει το παρελθόν και διερευνά τις σχέσεις των απλών ανθρώπων που η ιστορία δεν ενδιαφέρθηκε να καταγράψει, δομώντας τες βήμα βήμα μπροστά στα μάτια του αναγνώστη.
Ο πολυγραφότατος συγγραφέας μετρά πάνω 40 βιβλία τα οποία έχουν κερδίσει το αναγνωστικό κοινό με την γλαφυρότητα των περιγραφών, με τις ατμόσφαιρες που δημιουργεί, με τον γοητευτικό κόσμο της παλιάς Θεσσαλονίκης που προβάλλει καθώς ζωντανεύει τα πρόσωπα που έζησαν στους δρόμους της. Μας φέρνει σε επαφή, ως οικοδεσπότης ενός άλλου χρόνου, με τα ανθρώπινα δίκτυα που φέρουν τα χρώματα και τις οσμές των καταστάσεων μέσα από τις οποίες παραδόθηκε το τοπίο του σήμερα.
Το Σάββατο 18 Μαρτίου στις 7:00μ.μ.στο Βιβλιοπωλείο Δύο ο Θωμάς Κοροβίνης θα παρουσιάσει στο κοινό της Ξάνθης το καινούργιο του βιβλίο με τίτλο «Μπέμπης» το οποίο έχει αποσπάσει θερμότατες κριτικές.
Το «Ε» με αφορμή την άφιξη του συγγραφέα στη Ξάνθη, επικοινώνησε μαζί του ώστε να μας μυήσει στον πολυδιάστατο κόσμο του.
«Ε»: Ο Δημήτρης Στεργίου ή αλλιώς «Μπέμπης» είναι ο κεντρικός χαρακτήρας του ομώνυμου βιβλίου σας. Ποιο χαρακτηριστικό του σας παρακίνησε ώστε να γράψετε ένα βιβλίο που αφορά τον συγκεκριμένο χαρακτήρα;
Θ.Κ.: Σίγουρα με γοήτευσε το σύνολο της προσωπικότητας του, στο βαθμό που μπορούσα να το μελετήσω από τα λιγοστά στοιχεία που υπάρχουν που κάποιος μπορεί να βρει σε κάποια βιβλία όπως του Γιώργου Αλτή, σε καταγραφές που υπάρχουν από τον Μπίνη και τον Ζαμπέτα από την Ιωάννα Κλειάσου και κάποια στην αυτοβιογραφία της Σεβάς Χανούμ. Αυτά είναι τα στοιχεία όμως που αποτέλεσαν την πληροφορία. Με παρακίνησε το γεγονός ότι ένας τόσο ιδιοφυής καλλιτέχνης που είχε θεωρητική γνώση της μουσικής «πατώντας» πάνω στην δυτική και στην ανατολική μουσική, αντί όλα αυτά τα εφόδια και το ταλέντο που είχε να τα χρησιμοποιήσει με σκοπό να δημιουργήσει ή να κάνει καριέρα, αντ’ αυτού απλά ανταποκρίνεται επαγγελματικά στις υποχρεώσεις του και αυτοκαταστρέφεται. Αυτό συμβαίνει γιατί υπάρχει μία πολύ ιδιαίτερη ψυχική κατάσταση η οποία τον παρασύρει στον όλεθρο. Η μαρτυρική του ζωή με έκανε να τον πονέσω. Αυτό διαπραγματεύομαι στο βιβλίο μου. Οι υπόλοιπες ισχυρές παράμετροι που αναδεικνύονται και διατρέχουν τον «Μπέμπη» είναι η γενεαλογία του Πειραιά πριν τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο δηλαδή εγκατάσταση των προσφύγων, επαγγέλματα, αγόρια, κορίτσια, διασκεδάσεις, χαρακτήρες, ανθρώπινος πόνος και όλα αυτά που συνοδεύουν την προσφυγιά. Μου δίνεται η ευκαιρία να περάσω στο στόμα του Στεργίου χαρακτηρισμούς και περιγραφές των χαρακτήρων των συνθετών, στιχουργών και ερμηνευτών και ερμηνευτριών της εποχής αλλά και των θαμώνων και της συνολικής οπτικής τους καθώς και την λειτουργία της Τέχνης.
«Ε»: Έχετε ασχοληθεί και με άλλους μουσικούς όπως ο Βαμβακάρης αλλά και γενικότερα με τη λαϊκή, με την ευρεία έννοια, μουσική όπως στο μυθιστόρημα σας Όμορφη Νύχτα. Ποια ανάγκη σας οδηγεί ώστε να καταπιαστείτε με αυτή τη θεματολογία; Ποια η σχέση σας με την μουσική και τι θεωρείτε ότι αντιπροσωπεύει το ρεμπέτικο;
Θ.Κ.: Πρώτα από όλα είναι η αγάπη μου για τη μουσική καθώς όλα μου τα βιβλία, ακόμα και αν δεν μιλούν για τη μουσική καθαυτή, είναι λαϊκά τραγούδια. Προσεγγίζω και σκύβω πάνω στον ανθρώπινο πόνο γιατί έτσι είμαι από ιδιοσυγκρασία και από ιδεολογία, αν θέλετε. Με ενδιαφέρει να αποτυπώσω κομμάτια της ταυτότητάς μας, του λαϊκού πολιτισμού που σιγά σιγά φθίνουν και χάνονται διότι οι νεότεροι άνθρωποι εκ των πραγμάτων ακολουθούν άλλους προσανατολισμούς στα γούστα τους και στον τρόπο που αντιλαμβάνονται τη διασκέδαση. Επομένως ένα από τα δυναμικά και ατμοσφαιρικά κομμάτια που ενοποίησαν την πρόσφατη ταυτότητά μας είναι το λαϊκό τραγούδι και εγώ θέλω να το διασώσω. Όσον αφορά στο ρεμπέτικο, για ένα διάστημα συνυπήρχε στις αρχές έως τα μισά του περασμένου αιώνα με το δημοτικό τραγούδι. Το δημοτικό σιγά σιγά φθίνει και το ρεμπέτικο έρχεται, και ενώ αμφισβητήθηκε, κυνηγήθηκε, θεωρήθηκε πρόστυχο, και κατέληξε να αγαπηθεί πάρα πολύ ολοκληρώνοντας τον κύκλο του και να εγγραφεί ως ένα κομμάτι του σύγχρονου πολιτισμού της Ελλάδας.
«Ε»: Εντάσσετε τους ήρωές σας σ’ ένα συγκεκριμένο ιστορικό φόντο, πράγμα που δείχνει ότι κάνετε πολλή έρευνα για να μας δώσετε την ιστορία σας. Πόσα χρόνο σας πήρε να γράψετε το βιβλίο σας;
Θ.Κ.: Συνέβη το εξής με αυτό το βιβλίο: Πρωτοδιαβάζοντας για τον «Μπέμπη» κάτι κελάηδησε κάτι μέσα μου το οποίο είναι μια διαδικασία που συμβαίνει στο εργαστήρι του δημιουργού, δεν μπορεί κάποιος να το ελέγξει με τη λογική. Ένα πρωινό στη Θεσσαλονίκη που περπατούσα παρέα με τον «Μπέμπη», με πήρε από το χέρι, με γύρισε στο σπίτι και έγραψα την αρχή και το τέλος του βιβλίου μου. Ήρθε η ιδέα και ζυμώθηκε μέσα μου και ανέλαβα την αποστολή να τον αναστήσω και πλέον νιώθω μία αίσθηση εσωτερικής γαλήνης και ομορφιάς που κατόρθωσα που την έφερα εις πέρας. Την έμπνευση δεν μπορείς να την εξηγήσεις παρά μόνο το τι κατασκευάζεις εσύ.
«Ε»: Ποιο είναι το κριτήριο που επιλέγετε τις συγκεκριμένες χρονικές περιόδους στα έργα σας όπως Θεσσαλονίκη του 1917, Πόλη το 1955; Κινήστε γύρω από συγκεκριμένα μοτίβα;
Θ.Κ.: Η κάθε συνθήκη είναι λίγο διαφορετική. Δεν κινούμαι γύρω από συγκεκριμένα μοτίβα. Παραδείγματος χάριν για τη Θεσσαλονίκη του 1917 έγραψα από πρόθεση, έφτιαξα ένα μεγάλο μυθιστόρημα με σκοπό να δώσω την διαπολιτισμική, διεθνική και διαθρησκευτική ατμόσφαιρα ενώ παράλληλα ήθελα να δώσω το χρώμα της Θεσσαλονίκης και μια εικονοποιία για τις σχέσεις που αναπτύσσονταν ανάμεσα σε ετερόκλητους ανθρώπους. Σε άλλο έργο μου, η εκκίνηση μπορεί να είναι τελείως διαφορετική. Δεν θεωρώ ότι η θεματολογία μου πρέπει να είναι αναγκαστικά συνδεδεμένη με το παρελθόν. Αν κάτι μου τραβήξει το ενδιαφέρον, κάτι με προκαλέσει τότε εκεί θα προσανατολιστώ αλλιώς δεν ξεκινάω καθόλου καθώς δεν με ενδιαφέρει να πουλήσω ούτε να με χειροκροτήσουν.
«Ε»: Τι σημαίνει να είναι κάποιος συγγραφέας στην Ελλάδα του 2023;
Θ.Κ.: Σημαίνει να μη βασίζεσαι σε αυτό, να έχεις καμιά δουλειά για να μπορείς να ζεις. Να μην περιμένει πολλές δόξες ούτε πολλά χρήματα ούτε τίποτα γιατί το ποσοστό των ανθρώπων που διαβάζουν είναι αρκετά μικρό. Το ζήτημα είναι να κάνει κανείς το κέφι του, να επιδιώκει να πληρωθεί γιατί στο κάτω κάτω δουλειά είναι καθώς στο εξωτερικό οι άνθρωποι μπορούν να ζήσουν από αυτή την ενασχόληση. Ο δρόμος στην Ελλάδα είναι κακοτράχαλος, της τέχνης τα φαρμάκια που λέει και ο Βλαχογιάννης. Εν τέλει η συγγραφή αποτελεί μία ηθική ικανοποίηση και η χαρά ότι ο συγγραφέας βάζει μια ψηφίδα στο γίγνεσθαι του πολιτισμού.
«Ε»: Ποια η σχέση σας με την Ξάνθη;
Θ.Κ.: Ααα, η Ξάνθη! Την αγαπώ και μου αρέσει πάρα πολύ! Μακάρι να ήμουν συνέχεια εκεί αλλά εκ των πραγμάτων δεν μπορώ εφόσον η ζωή μου είναι στην Θεσσαλονίκη και το Πήλιο. Στη Ξάνθη έρχομαι κάθε χρόνο και επειδή είμαι κοινωνικός άνθρωπος και μιλάω πολύ με τους ανθρώπους γίνομαι άτυπος πρέσβης των πόλεων που μου αρέσουν (γέλια). Η Ξάνθη έχει μια ιδιαίτερη ομορφιά όπως και η ανθρωπογεωγραφία της είναι αξιοθαύμαστη!
Παύλος Μαραγκός
pmaragkos@empros.gr