Αρχική ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ Εκδηλώσεις Μια ιστορία μνήμης για τους ξεριζωμένους από την Γιασεμίν Οζέκ

Μια ιστορία μνήμης για τους ξεριζωμένους από την Γιασεμίν Οζέκ

1

Το βιβλίο της «Δέσποινα, μάτια μου», μεταφρασμένο στα ελληνικά, παρουσιάστηκε στην «πρεμιέρα» των δια ζώσης εκδηλώσεων, στο φιλόξενο χώρο του βιβλιοπωλείου ΔΥΟ

Μιλώντας ελληνικά, η συγγραφέας, ως απόγονος ανταλλαγμένων, εξήγησε ότι ήθελε να κάνει κάτι για να μην ξεχαστούν οι δύο εκατομμύρια ψυχές που ξεριζώθηκαν

Με το βιβλίο «Δέσποινα, μάτια μου» και την τουρκάλα συγγραφέα Γιασεμίν Οζέκ, ξεκίνησαν ξανά οι δια ζώσης εκδηλώσεις στο βιβλιοπωλείο ΔΥΟ, το απόγευμα της Τρίτης.

Πρόκειται για ένα μυθιστόρημα που διηγείται την ιστορία μιας οικογένειας, σε αντίθεση με όσα έχουμε διαβάσει και βιωματικά ίσως γνωρίσαμε για όσους ήρθαν στην Ελλάδα, που αναγκάστηκε να φύγει από τη γενέτειρα Μυτιλήνη και να εγκατασταθεί στην άλλη πλευρά του Αιγαίου.

Η ίδια η συγγραφέας, μιλώντας ελληνικά μετά από πέντε χρόνια εντατικών μαθημάτων, εξήγησε στο κοινό τους λόγους που την ώθησαν στη συγγραφή του πρώτου αυτού βιβλίου της που εκδόθηκε στην Τουρκία το 2017 και μεταφράστηκε στα ελληνικά στη συνέχεια, από τις εκδόσεις Πατάκη.

Στο βιβλίο αναφέρθηκε η μεταφράστρια Μπουρτζού Γιαμανσαβαστσιλάρ, η οποία δεν μπόρεσε εκτάκτως να παραβρεθεί δια ζώσης, η οποία τόνισε, μεταξύ άλλων, ότι «αμέσως μετά την ανταλλαγή συναντάμε έργα που ασχολούνται με αυτό το θέμα στην ελληνική λογοτεχνία. ( Στρατής Δούκας, Μυριβήλης, Βενέζης) Ενώ στην Τουρκία, μέχρι τη δεκαετία του ‘60, δεν υπήρχε τίποτα περισσότερο από μια ή δύο προτάσεις σε ένα ή δύο μυθιστορήματα. Ακόμη και μέχρι τη δεκαετία του ’80, το μυθιστόρημα που βασίζεται στην ανταλλαγή δεν υπήρχε ακόμα. Ωστόσο από το 90 και μετά υπάρχει μια τάση προς τη μελέτη του θέματος αυτού». Σχετικά με το βιβλίο, μιλώντας για το ενδιαφέρον στοιχείο της αφήγησης της ιστορίας μέσα από ένα 7χρονο παιδί, σημείωσε: «αυτή είναι η ιστορία μιας χαμένης γενιάς. Αυτή είναι η ιστορία ανθρώπων που έπρεπε να αφήσουν πίσω τους τα σπίτια όπου άνοιξαν τα μάτια τους στον κόσμο, τους κήπους όπου έζησαν τα πρώτα τους παιδικά χρόνια, τα πρώτα τους παιχνίδια, τις πλατείες κάτω από τη σκιά των γερασμένων πλατάνων όπου μάθαιναν και έπαιζαν χωρίς να ξέρουν τη διαφορά φυλής και θρησκείας, την αγορά, τα παζάρια, τα καφενεία όπου μιλούνταν πολλές γλώσσες ανακατεμένα και τους τάφους των παππούδων τους, μια ολόκληρη ζωή με χαρά και λύπη». Μάλιστα, κατέθεσε και τη δική της βιωματική ιστορία, αφού ο πατέρας της μεγάλωσε με Ελληνίδα μητέρα και Τούρκο πατέρα και 32 χρόνια μετά την ανταλλαγή, άκουσε παρόμοιες ιστορίες από τα παιδιά των αδερφών της γιαγιάς της που αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τη χώρα με τις οικογένειές τους μετά τα Σεπτεμβριανά στην Κωνσταντινούπολη. Η ίδια στην αναφορά της για την παρουσίαση του βιβλίου κατέληξε: «πριν από έναν αιώνα στην θάλασσα που διέσχισαν οι εξόριστοι του πολέμου, σήμερα βλέπουμε ότι πνίγονται σε αυτήν όσοι φεύγουν από τον πόλεμο. Όλοι οι πόλεμοι είναι ίδιοι. Όλοι οι πόλεμοι δεν φέρνουν παρά πόνο και όλοι ονειρευόμαστε την ειρήνη».

Για το βιβλίο της Γιασεμίν Οζέκ μίλησε επίσης η δημοσιογράφος του «Ε», Ελένη Διαφωνίδου, η οποία περιέγραψε: «μέσα από το βιβλίο επιβεβαιώνεται για μια ακόμη φορά ότι κανείς από τους συμμετέχοντες δεν υπέφερε λιγότερο από την ανταλλαγή. Για τους ξεριζωμένους, δεν υπήρξε νικητής σε αυτό τον πόλεμο, όλοι ένιωθαν ηττημένοι. Και γίνεται και σαφές κάτι ακόμη. Επειδή για όλους μας λίγο ή πολύ η ανταλλαγή αποτελεί βίωμα, με την έννοια ότι είναι ένα ιστορικό γεγονός που μας αφορά άμεσα, μέσα από το βιβλίο, παρουσιάζεται ολοκάθαρα πως η έχθρα δεν ήρθε μέσα από τις κοινότητες, αλλά καλλιεργήθηκε από έξω. Ή καλύτερα «από πάνω», και αναφερόμενη στην συνύπαρξη χριστιανών και μουσουλμάνων στην περιοχή μας επεσήμανε: «ο πολυπολιτισμός της Θράκης, που εξαιρέθηκε από την ανταλλαγή, είναι ο δικός της πλούτος. (…) Ένα τέτοιο πλούτο στέρησε η ανταλλαγή. Και ειδικά μέσα από το βιβλίο «Δέσποινα, μάτια μου» αποτυπώνεται με πολύ τρυφερό τρόπο αυτή η απολύτως φυσική και συνάμα όμορφη συνύπαρξη Ανθρώπων. Μια συνύπαρξη που ξεκινούσε από τα παιδικά χρόνια για να καταλήξει σε σχέσεις γειτονίας, συνεργασίας, και κοινής ζωής. Μιας συνύπαρξης που μπορεί να εξαναγκάστηκε να εξαλειφθεί από το Αϊβαλί, όμως συνεχίζει να αναπνέει μέσα στα σοκάκια της Ξάνθης».

Η συγγραφέας μετέφερε στο κοινό ότι η αφορμή για να ασχοληθεί με αυτό το κομμάτι της ιστορίας ήταν η γιαγιά της. «Η γιαγιά από την πλευρά του πατέρα μου και η οικογένειά της, έφυγαν από τη Θεσσαλονίκη για τη Σαμψούντα. Η γιαγιά μου δε μιλούσε ελληνικά, αλλά θυμάμαι όταν ήμουν 5-6 χρονών η γιαγιά μου όταν θύμωνε μιλούσε ελληνικά αλλά δε το παραδεχόταν κι όταν τη ρωτούσα «Τι είπες; Τι είπες» έλεγε την ίδια φράση στα τουρκικά. Δεν ξέρω αν είναι από αυτό, αλλά πάντα με ενδιέφεραν οι άνθρωποι που υποχρεώθηκαν να φύγουν από τη γενέτειρά τους, κουβαλώντας όλη τη στεναχώρια και απελπισία. Ήθελα κι εγώ να κάνω κάτι για να τους θυμόμαστε». Συνέχισε, λέγοντας: «Είναι δύο εκατομμύρια άνθρωποι, δε με νοιάζει αν είναι Τούρκοι ή Έλληνες, είναι δύο εκατομμύρια ραγισμένες καρδιές». Μάλιστα, πρόσθεσε: «άρχισα να δουλεύω αυτή την ιστορία και ήταν όνειρό μου να το διαβάζω στα ελληνικά και να είμαι εδώ στην Ελλάδα, σήμερα, για να το παρουσιάσω».

Ως προς την επιλογή της αφήγησης της ιστορίας μέσα από ένα μικρό παιδί εξήγησε: «επέλεξα να διηγηθεί την ιστορία ένα παιδί γιατί πιστεύω ότι τα παιδιά πάντα βρίσκουν ένα δρόμο να κερδίζουν την ελπίδα και θέλουν πάντα να μείνουν με αγάπη και ειρήνη. Υπάρχουν πολλά πράγματα που πρέπει να μαθαίνουμε από αυτά. Ήμασταν κι εμείς παιδιά και ξέρουμε ότι ως παιδιά δε σκεφτόμασταν άσχημα πράγματα».

Ακόμη, απαντώντας στις ερωτήσεις του κοινού και αναφερόμενη στην υποδοχή του βιβλίου από το κοινό στην Τουρκία, είπε: «στην Τουρκία η υποδοχή του βιβλίου ήταν πολύ καλή. Βέβαια, ενδεχομένως υπάρχουν άνθρωποι που δεν σκέφτονται έτσι, αλλά εγώ έχω δεχθεί πολύ ωραίες ερωτήσεις και μηνύματα. Όχι μόνο από τους απογόνους των ανταλλαγέντων, αλλά και άλλοι διάβασαν το βιβλίο και παραδέχθηκαν ότι δεν ήξεραν νωρίτερα για την Ανταλλαγή».

Τέλος, η ίδια περιέγραψε ότι για να γράψει την ιστορία έκανε πολλές έρευνες, διάβασε βιβλία και βρήκε συνεντεύξεις, προκειμένου να μπορέσει να καταγράψει τις συνθήκες, αλλά και να εντάξει με αυθεντικότητα τις συνήθειες και τα έθιμα των χριστιανών.

Με την ολοκλήρωση της εκδήλωσης η συγγραφέας μίλησε σε πολύ ζεστό κλίμα με τους παρευρισκόμενους και υπέγραψε αντίγραφα του βιβλίου της, υποσχόμενη ότι θα επιστρέψει για την παρουσίαση και του επόμενου βιβλίου της μόλις μεταφραστεί στα ελληνικά.

Περισσότερα Σχετικά Άρθρα
Περισσότερα άρθρα από ΕΜΠΡΟΣ
Περισσότερα άρθρα από Εκδηλώσεις
Τα σχόλια είναι απενεργοποιημένα.

Μπορεί επίσης να σας αρέσει

Βιβλιοπρόταση του Σαββάτου: «Δημοψηφίσματα και ΜΜΕ – Πώς το 2015 το “Ναι” των Μέσων έγινε στις κάλπες “Όχι”» του Γιώργου Πλειού

Με αφορμή τη συμπλήρωση δέκα χρόνων από το ελληνικό δημοψήφισμα, το βιβλίο δίνει ιδιαίτερη…