Σε νέες αιτήσεις συνταξιοδότησης που εκδίδονται με τη διαδικασία του fast track
Ταχύτερα, λόγω της διαδικασίας της έκδοσης των fast track συντάξεων (με μέσο χρόνο αναμονής το τρίμηνο), άρχισε να καταβάλλεται το εφάπαξ στις νέες αιτήσεις. Πάντως κρατήσεις χωρίς ανταποδοτικότητα στο εφάπαξ πληρώνουν 700.000 παλαιοί και νέοι ασφαλισμένοι σε Tαμεία Πρόνοιας του Δημοσίου και του ιδιωτικού τομέα.
Το εφάπαξ έχει εισέλθει σε μη αναστρέψιμη πτωτική πορεία μετά τις αλλαγές στον τρόπο υπολογισμού που έφερε ο νόμος Κατρούγκαλου τον Μάιο του 2016, με το ύψος του να είναι ψαλιδισμένο κατά 23% σε σχέση με το προηγούμενο καθεστώς.
Διευκρινίζεται ότι σήμερα η εφάπαξ παροχή αποτελείται από το άθροισμα δύο τμημάτων:
α) Το τμήμα που αντιστοιχεί για τα έτη ασφάλισης μέχρι τις 31/12/2013.
β) Το τμήμα που αντιστοιχεί για τα έτη ασφάλισης από την 1η/1/2014 και εφεξής, το οποίο υπολογίζεται με βάση το διανεμητικό σύστημα προκαθορισμένων εισφορών με νοητή κεφαλαιοποίηση.
Αυτό σημαίνει ότι το εφάπαξ βαίνει μειούμενο για τα έτη συνταξιοδότησης που συμπληρώνονται από 1ης/1/2014 και μετά, καθώς με τον Ν. 4387/2016 (νόμος Κατρούγκαλου) οι εισφορές που πληρώνονται από το 2014 και εντεύθεν στα Ταμεία Πρόνοιας του Δημοσίου και του ιδιωτικού τομέα δεν έχουν ανταποδοτικότητα.
Ειδικότερα με την αλλαγή του υπολογισμού ένας υπάλληλος που συνταξιοδοτείται το 2022 με 35ετία θα πάρει δύο τμήματα εφάπαξ με τα εξής ποσά:
-Το πρώτο τμήμα του εφάπαξ θα είναι για τα έτη έως το 2013 και θα υπολογιστεί με το 60% του μέσου όρου των μηνιαίων αποδοχών της πενταετίας 2009-2013, επί τα έτη ασφάλισης έως το 2013.
-Το δεύτερο τμήμα του εφάπαξ θα είναι η επιστροφή των εισφορών που πλήρωσε από το 2014 έως το 2022, χωρίς τόκο.
Σύμφωνα με τα ισχύοντα (Ν. 4921/2022) καθιερώθηκε προθεσμία τριών μηνών για την έκδοση επικουρικής σύνταξης, η οποία ξεκινά με την έκδοση της κύριας σύνταξης, καθώς και προθεσμία έξι μηνών για τη χορήγηση εφάπαξ, με αφετηρία την ημερομηνία υποβολής του σχετικού αιτήματος.
Διευκρινίζεται ότι σήμερα το εφάπαξ καταβάλλεται – κατά προτεραιότητα – στις εξής τέσσερις ειδικές κατηγορίες:
-Στους δικαιούχους που λόγω ασθενείας, χρόνιας πάθησης ή άλλης βλάβης έχουν ποσοστό αναπηρίας τουλάχιστον 50%.
-Στους δικαιούχους που είναι γονείς ή νόμιμοι κηδεμόνες ατόμων που έχουν ποσοστό αναπηρίας τουλάχιστον 50%.
-Στους δικαιούχους που λόγω τυφλότητας συνταξιοδοτούνται με σύνταξη γήρατος με μόνη προϋπόθεση τη 15ετή ασφάλιση.