
Ο θρακιώτης συγγραφέας θα παρουσιάσει το τελευταίο του έργο «Η άλωση των Αθηνών από τις αδελφές Γαργάρα»
Στην επέτειο των 10 χρόνων λειτουργίας της, η Λέσχη Φιλαναγνωσίας Κομοτηνής, σε συνεργασία με το Μέγαρο Μουσικής Κομοτηνής, το Δημοκρίτειο Βιβλιοχαρτοπωλείο και τις εκδόσεις Διόπτρα, θα φιλοξενήσει τον Αλεξανδρουπολίτη συγγραφέα, Γιάννη Ξανθούλη, στις 19:00 το απόγευμα της Παρασκευής 17 Οκτωβρίου 2025. Στο φουαγιέ του Μεγάρου Μουσικής, ο κ Ξανθούλης θα παρουσιάσει το τελευταίο λογοτεχνικό του έργο με τίτλο «Η άλωση των Αθηνών από τις αδελφές Γαργάρα». Μέσα από το έργο του, ο συγγραφέας μας μεταφέρει σε μια άλλη εποχή της ελληνικής κοινωνίας, λίγο πιο μακρινή, στα τέλη της δεκαετίας του ‘50 και στις αρχές του ’60, ανασύροντας αναμνήσεις από γεγονότα που η Ιστορία κατέγραψε ως κοσμοϊστορικά, «με τη συνδρομή επιστημόνων, ιστορικών ή καφενόβιων ρητόρων που κυκλοφορούν πάντα ανάμεσά μας, σαν αντιβίωση στην πλήξη». Την παρουσίαση του έργου θα συντονίσει η κα Ρένα Σαμαρά Μάινα, συντονίστρια της Λέσχης Φιλαναγνωσίας Κομοτηνής.
Περιγραφή
Είναι βέβαιο πως η Ροδόσταμη, κωμόπολη της Ανατολικής Μακεδονίας, δεν είναι ευρύτερα γνωστή. Οι άνθρωποί της, όμως, πιθανότατα θυμίζουν γείτονες, συγγενείς, εραστές ή και τυχαίες γνωριμίες.
Το έτος 1959 και η αναμονή του ξεχωριστού 1960, που εγκαινίαζε μια ζωηρή δεκαετία, ανέσυρε αναμνήσεις από γεγονότα που η Ιστορία κατέγραψε ως κοσμοϊστορικά, με τη συνδρομή επιστημόνων, ιστορικών ή καφενόβιων ρητόρων που κυκλοφορούν πάντα ανάμεσά μας, σαν αντιβίωση στην πλήξη. Μπορεί όμως να είμαστε κι εμείς φορείς ανάλογης αβάσταχτης σοβαρότητας ή και ελαφρότητας, όσο κι αν δεν το έχουμε εμπεδώσει, αφού ουδείς μάς το επισήμανε εγκαίρως… Η Ροδόσταμη, πάντως, συγκέντρωνε μια ενδιαφέρουσα ποικιλία από σωσίες των εαυτών μας. Οι αδελφές Γαργάρα, Φιλοθέη και Μαγιοπούλα, εκπαιδεύουν την αθωότητά τους αρχικά στην οικογενειακή αρένα και μετά ταξινομούν αλήθειες και ψευδαισθήσεις με σθένος ηρωικό και ευτράπελο. Οι δύο θυγατέρες του παλαιστή Ηρακλή Γαργάρα έγιναν έτσι αφορμή να γραφτεί ένα πόνημα θυελλωδών καταστάσεων – καιρικών, ψυχολογικών και άλλων.
Ο συγγραφέας ισχυρίζεται ότι πρόκειται για συγγενικές του περσόνες ως προς την επιδίωξη απόδρασης σε μια Αθήνα έτοιμη να τις ανταμείψει με μυστικά τερατωδών αλλά ρομαντικών ρεφρέν, που υμνούσαν κάθε οξύμωρη προσδοκία ή ματαίωση. Κι αυτές, εύπιστες και απελπισμένες, επιδόθηκαν στο σπορ της Άλωσης, παραδομένες στα κέφια ενός εκτροχιασμένου χρόνου. Όσο για την εμμονή του συγγραφέα με τα έτη 1959 και 1960, αυτή, σύμφωνα με φήμες και σχόλια εμπειρογνωμόνων, οφείλεται στην ψυχωτική αμηχανία ενηλικίωσης που υπέστη – και την οποία, μάλλον, δεν ξεπέρασε ποτέ.