Αρχική Συνέντευξη Με επίπονους αγώνες κατακτήθηκε η κυριαρχία στη Θράκη

Με επίπονους αγώνες κατακτήθηκε η κυριαρχία στη Θράκη

0

106 χρόνια Ελεύθερη Ξάνθη. Τα γεγονότα της Απελευθέρωσης και τις σημερινές εκφάνσεις της συλλογικής μνήμης περιγράφει ο Καθηγητής Ιστορίας του ΔΠΘ, Ιωάννης Μπακιρτζής

Αναδεικνύει τη σπουδαιότητας της γνώσης και μελέτης της τοπικής ιστορίας ως όχημα για τη δημιουργία συνείδησης, ταυτότητας, αναγνώρισης γένους για τους νέους

 

Ημέρα λύτρωσης των υπόδουλων Ελλήνων και συνάμα παρακαταθήκη για την τοπική ιστορική μνήμη είναι η 4η Οκτωβρίου για την Ξάνθη, αφού αποκαθίσταται η ιστορική συνέχεια της πόλης.

«Σηματοδοτεί την επιστροφή των χιλιάδων προσφύγων που είχαν αναχωρήσει από τον σιδηροδρομικό σταθμό των Τοξοτών ή από άλλα σημεία. Οι πρόσφυγες επιστρέφουν και αποκαθίσταται ο δημογραφικός χαρακτήρας της Ξάνθης», όπως ακριβώς περιγράφει στο «Ε» ο Καθηγητής του ΔΠΘ με ειδίκευση στην Ύστερη Οθωμανική Αυτοκρατορία και το Σύγχρονο Τουρκικό Κράτος, Ιωάννης Μπακιρτζής.

Ο ίδιος σημειώνει χαρακτηριστικά πως η τοπική ιστορία αποτελεί την εμφύσηση συνείδησης, ταυτότητας, αναγνώρισης γένους για τους νέους κάθε τόπου. Ακολούθως, υποστηρίζει πως η ανάγνωση της τοπικότητας είναι ο κυριότερος παράγοντας για την δημιουργία ιστορικής αυτοσυνειδησίας στους μαθητές και φοιτητές.

«Ε»: «Φωτίστε» μας το ιστορικό πλαίσιο της Απελευθέρωσης της 4ης Οκτωβρίου 1919. Ποιες συνθήκες επικρατούν στην Ξάνθη.

Το 1919 είναι η επόμενη χρονιά της λήξεως του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ειδικότερα, τελειώνει τον Νοέμβριο του 1918 και αμέσως μετά αρχίζουν οι διαπραγματεύσεις για την υπογραφή των συνθηκών ειρήνης μεταξύ των νικητών της Αντάντ, δηλαδή των Αγγλογάλλων και των Κεντρικών Αυτοκρατοριών-που είναι οι ηττημένοι- της Γερμανίας, της Αυστροουγγαρίας και του τοπικού τους συμμάχου, της Βουλγαρίας. Επομένως, ουσιαστικά η συζήτηση περί της τύχης της Θράκης ξεκινάει την επαύριον του 1ου Παγκοσμίου Πολέμου με τις συνθήκες ειρήνης που υπογράφηκαν. Πρέπει, όμως να κάνουμε μία μικρή αναδρομή και να θυμηθούμε τα εξής, ότι το καλοκαίρι του 1913 λήγει ο Β’ Βαλκανικός Πόλεμος μεταξύ των πρώην βαλκανικών συμμάχων της Βουλγαρίας, δηλαδή της Σερβίας, της Ελλάδος συμπεριλαμβανομένων της Ρουμανίας και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας- που δεν ήταν βέβαια όλοι βαλκανικοί σύμμαχοι. Όλοι μαζί, λοιπόν στράφηκαν εναντίον της Βουλγαρίας. Ο πόλεμος κατέληξε με ήττα της τελευταίας η οποία οδήγησε στην υπογραφή της συνθήκης του Βουκουρεστίου. Με την εν λόγω συνθήκη η δυτική Θράκη παραχωρήθηκε στην Βουλγαρία, η ανατολική Μακεδονία στην Ελλάδα, δηλαδή το όριο ουσιαστικά έγινε ο ποταμός Νέστος. Στα χρόνια, λοιπόν της βουλγαρικής κυριαρχίας στην Θράκη, από το 1913 μέχρι το 1919 έχουμε ένα κύμα διώξεων εκ μέρους του βουλγαρικού κράτους εις βάρος τόσο των ελληνικών πληθυσμών, όσο και των μουσουλμανικών-δεν πρέπει να το ξεχνάμε αυτό-. Ίσως οι μουσουλμάνοι, επειδή παρέμειναν στην περιοχή, δεν προσφυγοποιήθηκαν άμεσα, υπέφεραν και περισσότερο.

Εκεί που έγινε ή συντελέσθηκαν οι μεγάλες προσφυγικές ροές ήταν από την πλευρά των Ελλήνων, οι οποίοι άδειασαν τη δυτική Θράκη λόγω απελάσεων, πιέσεων, διώξεων, απαγόρευσης της ελληνική γλώσσας, αντικατάστασης των εκκλησιαστικών αρχόντων από Βούλγαρους ιερείς ή επισκόπους, της πλήρους εκδιώξεως των κρατικών λειτουργών και των δασκάλων.

Κατά συνέπεια, από το 1913 μέχρι το 1919 – επανέρχομαι στην επαύριο του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου- η δυτική Θράκη είχε εκκενωθεί από τον ελληνικό πληθυσμό της σε πολύ μεγάλο βαθμό. Όπως προανέφερα, το 1919 ξεκίνησαν οι διαπραγματεύσεις για την υπογραφή της συνθήκης ειρήνης της ηττημένης Βουλγαρίας με τους νικητές, συμπεριλαμβανομένων και των Ελλήνων. Οι διαπραγματεύσεις γίνονταν στην Γαλλία και το τελικό αποτέλεσμα ήταν η συνθήκη του Νεϊγύ το 1919, με την οποία δεν παραχωρήθηκε η δυτική Θράκη στην Ελλάδα, αλλά σε πρώτη φάση, αφαιρέθηκε η κυριαρχία της από την Βουλγαρία. Στο ενδιάμεσο διάστημα οι ελληνικές δυνάμεις κατ’ εντολή της συμμαχικής στρατιάς της Θεσσαλονίκης προωθήθηκαν ανατολικά την 4η Οκτωβρίου 1919. Ειδικότερα, η 9η μεραρχία εκκινώντας από εκεί που καταυλιζόταν, δηλαδή στο Παρανέστι της Δράμας προχώρησε και μέσω Σταυρουπόλεως κατήλθε στην Ξάνθη, εισήλθε από την γνωστή οδό της 9ης μεραρχίας, υπό την διοίκηση του υποστρατήγου Λεοναρδόπουλου.

Ο ελληνικός στρατός προωθήθηκε περίπου μετά από δύο ημέρες, μέχρι και τον Ίασμο και εκεί σταμάτησε. Η επόμενη φάση ήταν η ανάληψη της κυριαρχίας της δυτικής Θράκης εκ μέρους της Γαλλίας. Με λίγα λόγια, η δυτική Θράκη έγινε γαλλικό προτεκτοράτο, με το όνομα Διασυμμαχική Θράκη, ένα καθεστώς το οποίο μεν κυβερνούσαν δια αντιπροσώπου τους οι Γάλλοι -δια του στρατηγού Σαρπύ στην Κομοτηνή- αλλά στην ουσία ήταν γαλλική κατοχή. Σε αυτό το καθεστώς η μεν Ελλάδα δια των στρατευμάτων της κατείχε τον κύκλο της Ξάνθης μέχρι τον Ίασμο και το υπόλοιπο κομμάτι χωρίστηκε στον κύκλο της Κομοτηνής και του Κάραγατς, της παλιάς Ορεστιάδας. Ο ένας κύκλος ήταν υπό την κατοχή των ελληνικών στρατευμάτων και οι άλλοι δύο υπό την κατοχή γαλλικών στρατευμάτων, κυρίως αποικιακών. Αυτό το καθεστώς σύμφωνα με το οποίο ο ελληνικός στρατός κατείχε την περιοχή της Ξάνθης και ο γαλλικός τις υπόλοιπες περιοχές της δυτικής Θράκης, ξεκινά την 4η Οκτωβρίου το 1919 και τελειώνει στις 14 Μαΐου του 1920. Αυτό το οκτάμηνο διάστημα η δυτική Θράκη ήταν ουσιαστικά υπό γαλλική διοίκηση με την παρουσία των στρατευμάτων που ανέφερα προηγουμένως. Στο μεταξύ, περίπου τον Απρίλιο του 1920 συγκλήθηκε η συνδιάσκεψη του Σαν Ρέμο και εκεί, με την παρέμβαση του Ελευθερίου Βενιζέλου, οι Μεγάλες Δυνάμεις αποφάσισαν να αποδώσουν το σύνολο της δυτικής Θράκης στην Ελλάδα. Έτσι, στις 14/05/1920 ολοκληρώθηκε η προώθηση των ελληνικών στρατευμάτων από την Ξάνθη μέχρι τον Έβρο και μέχρι την παλιά Ορεστιάδα, το Κάραγατς , όπως ακόμη και η απόδοση της δυτικής Θράκης στην Ελλάδα. Η ελληνική κυριαρχία επικυρώθηκε με την συνθήκη ειρήνης των Σεβρών, το 1920, με την οποία παραχωρούνταν η δυτική και η ανατολική Θράκη στην Ελλάδα. Με την αναθεώρηση της συνθήκης των Σεβρών από την συνθήκη της Λωζάνης, το 1923, η δυτική Θράκη εξακολουθεί να αποτελεί ελληνική επαρχία, δηλαδή ισχύει η παραχώρησή της, ήδη από την συνθήκη ειρήνης των Σεβρών και η ανατολική Θράκη αποδίδεται στο νεοϊδρυμένο τουρκικό κράτος.

«Ε»: Τι σηματοδοτεί το ιστορικό γεγονός της 4ης Οκτωβρίου 1919 για την Ξάνθη; Πώς επηρέασε η απελευθέρωση τη θέση της Ξάνθης στον ελλαδικό χώρο και ποια ήταν η υποδοχή του ελληνικού στρατού;

Σηματοδοτεί την επιστροφή των χιλιάδων προσφύγων που είχαν αναχωρήσει από τον σιδηροδρομικό σταθμό των Τοξοτών ή από άλλα χερσαία σημεία και λιμάνια. Οι πρόσφυγες επιστρέφουν και αποκαθίσταται ο δημογραφικός χαρακτήρας της Ξάνθης, ο οποίος ήταν διττός, με το ελληνικό στοιχείο που είχε την οικονομική κυριαρχία λόγω της προηγηθείσας αστικής ευμάρειας, από τα τέλη του 19ου αιώνα. Σε μια σύντομη ιστορική αναδρομή η Ξάνθη ήταν έδρα Επισκοπής στα όψιμα βυζαντινά χρόνια, ενώ στην οθωμανική περίοδο εξακολουθούσε να είναι μία μικρή πόλη με χριστιανικό χαρακτήρα κατά κύριο λόγο, ενώ μέχρι τον 19ο αιώνα συνεχίζει να έχει χριστιανικό δημογραφικό χαρακτήρα μόνο που προστίθενται και αρκετοί μουσουλμανικοί πληθυσμοί, αφού καθίσταται και η οθωμανική διοικητική έδρα όλης της περιφέρειας. Όλη αυτή η κατάσταση, η οικονομική ανάπτυξη και η δημογραφική εικόνα ανατρέπονται το 1913 λόγω της βουλγαρικής κυριαρχίας. Τα μεγάλα οφέλη από την προσάρτηση της Ξάνθης αλλά και όλης της δυτικής Θράκης, σε γεωπολιτικό και γεωστρατηγικό επίπεδο είναι ότι γίνεται ελληνική κατά τα ¾ η ακτή του Αιγαίου. Η Ελλάδα αποκτά πολύ μεγαλύτερο βάρος στην ευρύτερη περιοχή της ανατολικής Μεσογείου, κατέχοντας το μεγαλύτερο μέρος των ακτών του Αιγαίου και πρόσβαση στην βαλκανική και κεντροευρωπαϊκή ενδοχώρα, ενώ ανάλογη προστιθέμενη αξία δίνουν και τα νησιά του ανατ. Αιγαίου.

«Ε»: Τι μπορούμε να γνωρίζουμε για την καθημερινή ζωή στην Ξάνθη κατά τον 19ο αιώνα;

Πρόκειται για μία περίοδο συνεχούς ανάπτυξης έως και οικονομικής ευμάρειας. Επιμένω στην καπνοπαραγωγή και στο καπνεμπόριο, διότι είναι ουσιαστικά η ατμομηχανή για την οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη της Ξάνθης. Φυσικά δεν πρέπει να ξεχνάμε πως, όπως σε κάθε κοινωνία υπάρχει ταξικότητα, δηλαδή έχουμε μία μικρή ελίτ καπνεμπόρων και μεγαλοκαπνοπαραγωγών, οι οποίοι κυριαρχούν. Επίσης υπάρχει και μία αρκετά μεγάλη μάζα καπνεργατών, οι οποίοι-οποίες εργάζονται στις πολλές καπναποθήκες της πόλης.

«Ε»: Πώς πιστεύετε ότι έχει διαμορφωθεί η συλλογική μνήμη της 4ης Οκτωβρίου στη σύγχρονη Ξάνθη; Τι πρέπει να θυμόμαστε σήμερα από εκείνη την ημέρα;

Νομίζω πως πρέπει να θυμόμαστε ότι η ελληνική κυριαρχία στην Θράκη έγινε κατόπιν μεγάλων αγώνων, τόσο πολεμικών  αλλά και πολύ μεγάλων πολιτικών, διπλωματικών προσπαθειών. Πρέπει να έχουμε κατά νου στην ιστορική μας μνήμη πως ήταν ένας αγώνας με πολλές εκφάνσεις και δυσκολίες, οπότε πρέπει αυτή την ελευθερία, την ελληνικότητα της περιοχής, αλλά και την πολυπολιτισμικότητα να τα κρατήσουμε ως κόρη οφθαλμού. Είμαστε μία όαση συνύπαρξης πληθυσμών, γλωσσών και θρησκειών και αυτό πρέπει να το κρατήσουμε.

«Ε»: Η απελευθέρωση της Ξάνθης θεωρείται συχνά ένα «τελικό» γεγονός. Ωστόσο, ποιες προκλήσεις ή μεταβάσεις αντιμετώπισε η πόλη την επόμενη δεκαετία;

Η επόμενη δεκαετία, μετά το 1920, είναι αυτή της έλευσης των προσφύγων, δηλαδή αυτό είναι το κορυφαίο γεγονός. Από τη μία, δημιουργεί τεράστια οικονομικά, κοινωνικά προβλήματα όσον αφορά την αποκατάστασή τους, οικιστική, βιωτική και επαγγελματική. Έρχονται άνθρωποι από την ανατολική Θράκη, τη Μικρά Ασία, τον Πόντο σχεδόν γυμνοί. Οφείλει κατά κάποιο τρόπο η ελληνική πολιτεία –όντας πτωχευμένη-να αποκαταστήσει τους πρόσφυγες. Η δημογραφική πλειονότητα της περιοχής είναι πλέον ελληνική.

«Ε»: Υπάρχει μία διαπίστωση σχετικά με την υστέρηση των νέων στη γνώση των γεγονότων και συνθηκών της τοπικής ιστορίας. Θεωρείτε πως πρέπει να γίνουν αλλαγές στο πρόγραμμα σπουδών του μαθήματος της ιστορίας στα σχολεία;

Η τοπική ιστορία ειδικά στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο και στο καινούργιο Τμήμα Φιλολογίας, Ιστορίας και Ανθρωπολογίας είναι αντικείμενο διδασκαλίας και έρευνας ενός νέου Προγράμματος Μεταπτυχιακών Σπουδών και είναι πολύ σημαντικό αυτό. Θεωρώ πως αποτελεί την βάση για την καλλιέργεια συνείδησης, ταυτότητας, αναγνώρισης γένους για τα παιδιά κάθε περιοχής. Ο κάθε μαθητής ή φοιτητής αντιλαμβάνεται την συμμετοχή τόσο τη δική του, όσο και της οικογένειάς του στα ιστορικά δρώμενα. Η ανάγνωση της τοπικότητας είναι ο κυριότερος παράγοντας για τον σχηματισμό ιστορικής αυτοσυνειδησίας στους μαθητές και φοιτητές.

Σαφέστατα, λοιπόν πρέπει να γίνει κάτι και για την Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση όμως με τρόπο σύγχρονο, παιδαγωγικώς άρτιο, δηλαδή πρέπει η τοπική ιστορία να γίνει αντικείμενο ουσιαστικής μελέτης και συζήτησης στο σημερινό σχολείο.

Ο Καθηγητής Ύστερης Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και Σύγχρονου Τουρκικού Κράτους, Ιωάννης Μπακιρτζής
Περισσότερα Σχετικά Άρθρα
Περισσότερα άρθρα από Χρύσα Κιατίπη
Περισσότερα άρθρα από Συνέντευξη
Τα σχόλια είναι απενεργοποιημένα.

Μπορεί επίσης να σας αρέσει

Η «ψυχική ομορφιά» του Δημήτρη Καραγιάννη: Ζωοποιός δύναμη, που μεταμορφώνει τον σκοτεινό εαυτό

Η παρουσίαση του βιβλίου «Κρυμμένη Ψυχική Ομορφιά» θα πραγματοποιηθεί απόψε, στις 19:00 στ…