
Η Ευρωπαϊκή Ένωση διακηρύσσει την αφοσίωσή της στις παγκόσμιες αξίες των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, της ειρήνης και της δικαιοσύνης. Όμως, μπροστά στην πραγματικότητα της Γάζας και της παλαιστινιακής τραγωδίας, αυτές οι διακηρύξεις φαίνονται όλο και πιο κενές.
Εδώ και ενάμιση χρόνο, ο παλαιστινιακός λαός βιώνει μια γενοκτονία χωρίς προηγούμενο. Κατοικίες, σχολεία, νοσοκομεία, βασικές υποδομές έχουν καταστραφεί συστηματικά. Ο αποκλεισμός της περιοχής έχει οδηγήσει σε πείνα, στέρηση ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης και μαζικό εκτοπισμό αμάχων. Κι όμως, η Ευρωπαϊκή Ένωση περιορίζεται σε δηλώσεις «ανησυχίας» και ανακοινώσεις περί «παρακολούθησης της κατάστασης».
Τον Μάιο, οι υπουργοί Εξωτερικών της ΕΕ αποφάσισαν να επανεξετάσουν τις σχέσεις της Ένωσης με το Ισραήλ, υπό το φως των συνεχιζόμενων επιχειρήσεων στη Γάζα. Ένα μήνα μετά, απλώς σημειώθηκε ότι υπάρχουν «ενδείξεις παραβιάσεων» των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Κανένα ουσιαστικό μέτρο. Καμία ευθεία καταγγελία. Καμία πολιτική συνέπεια.
Διπλωματία της αδράνειας
Το πλαίσιο συνεργασίας μεταξύ ΕΕ και Ισραήλ, γνωστό ως Συμφωνία Σύνδεσης, προβλέπει σαφώς ότι οι σχέσεις βασίζονται στον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Αν αυτή η πρόβλεψη είχε ποτέ πρακτικό αντίκρισμα, τώρα είναι η στιγμή να φανεί. Αλλά οι ευρωπαϊκοί θεσμοί επιλέγουν την οδό της καθυστέρησης και των αόριστων συζητήσεων, με πλήρη επίγνωση ότι η αναστολή της συμφωνίας απαιτεί ομοφωνία – πολιτικά αδύνατη με δεδομένη τη στήριξη κάποιων κρατών-μελών προς το Ισραήλ.
Το αποτέλεσμα είναι να δημιουργείται η ψευδαίσθηση ότι η ΕΕ κινείται, ενώ στην πραγματικότητα ελίσσεται για να αποφύγει τις ευθύνες της. Οι επίσημες αναφορές στα ανθρώπινα δικαιώματα μετατρέπονται έτσι σε πολιτικό άλλοθι, όχι σε εργαλείο πίεσης ή υπεράσπισης των αθώων.
Όταν η σιωπή γίνεται συνενοχή
Οι παραβιάσεις στη Γάζα δεν είναι μεμονωμένα περιστατικά, αλλά δείκτες μιας ευρύτερης στρατηγικής καταστροφής. Η κατεδάφιση κατοικιών και κοινωνικών υποδομών, η εξαφάνιση κάθε έννοιας κανονικότητας για τα παιδιά, η στέρηση φαρμάκων και τροφίμων – όλα αυτά συνθέτουν ένα μοτίβο που δεν μπορεί να αγνοηθεί. Ανεξάρτητοι φορείς και διεθνή δικαστήρια εξετάζουν πλέον τη διάσταση μιας γενοκτονίας.
Η ΕΕ, ωστόσο, ούτε απαιτεί την τήρηση του διεθνούς δικαίου, ούτε στηρίζει ενεργά τις διαδικασίες στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο. Ούτε εμπορικά, ούτε στρατιωτικά, ούτε διπλωματικά δείχνει διατεθειμένη να επανεξετάσει τις σχέσεις της με το Ισραήλ. Ορισμένες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις κάνουν δηλώσεις που φαντάζουν αυστηρές, αλλά σπανίως ακολουθούνται από πράξεις. Κάποιες δηλώνουν ότι σταμάτησαν την πώληση όπλων ή ότι θα αναγνωρίσουν την Παλαιστίνη — μα τίποτα απ’ αυτά δεν έχει ουσιαστική συνέχεια.
Το ευρωπαϊκό νομικό πλαίσιο δεν είναι διακοσμητικό
Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν έχει απλώς πολιτικές δυνατότητες — έχει και νομικές υποχρεώσεις. Σύμφωνα με τις ιδρυτικές της συνθήκες, οφείλει να προάγει και να υπερασπίζεται τα ανθρώπινα δικαιώματα εντός και εκτός των συνόρων της. Το ίδιο ισχύει και για τη Σύμβαση περί Γενοκτονίας, που δεσμεύει τα κράτη να αποτρέπουν και να τιμωρούν τέτοια εγκλήματα.
Εάν η ΕΕ ήθελε πράγματι να δράσει, θα μπορούσε:
-
να αναστείλει προγράμματα συνεργασίας με ισραηλινούς οργανισμούς που δραστηριοποιούνται σε κατεχόμενα εδάφη
-
να διακόψει εξαγωγές όπλων ή στρατιωτικής τεχνολογίας
-
να σταματήσει κάθε χρηματοδότηση που καταλήγει σε κρατικούς φορείς που εμπλέκονται σε παραβιάσεις
-
να στηρίξει ενεργά τις διεθνείς νομικές διαδικασίες κατά Ισραηλινών αξιωματούχων
Αντί όλων αυτών, προκρίνεται η σιωπή, η ατολμία και το πολιτικό κόστος. Το τίμημα, βεβαιώς, το πληρώνουν μόνο οι Παλαιστίνιοι.