
Η γραμματέας του Συλλόγου Συγγενών Θυμάτων των Τεμπών ήταν η κεντρική ομιλήτρια στην εκδήλωση με τίτλο «Όλων των νεκρών γίναμε φωνή, είτε με τα κέρδη ή με τη ζωή» που πραγματοποιήθηκε την Δευτέρα στα ΠΡΟΚΑΤ του ΔΠΘ
Το γεμάτο αμφιθέατρο της Πολυτεχνικής Σχολής του ΔΠΘ ήταν το αποτέλεσμα του καλέσματος της εκδήλωσης με τίτλο «Όλων των νεκρών γίναμε φωνή, είτε με τα κέρδη ή με τη ζωή» με κεντρική ομιλήτρια της γραμματέα του Συλλόγου Συγγενών Θυμάτων των Τεμπών, Ελένη Βασάρα. Η συγκεκριμένη εκδήλωση δεν λειτούργησε απλώς μια αναφορά στο παρελθόν, αλλά και μια πρόκληση για το μέλλον, καθώς οι φορείς που διοργάνωσαν την εκδήλωση δεν περιορίστηκαν σε μια απλή διαμαρτυρία, αλλά επανάφεραν την ελπίδα πως η κοινή δράση και η αλληλεγγύη μπορεί να φέρει την αλλαγή.
Η κ. Βασάρα, μητέρα της αδικοχαμένης Αγάπης, ήταν εκείνη που έδωσε το «στίγμα» της εκδήλωσης. Με λόγο μεστό και συγκροτημένο αναφέρθηκε εκτενώς σε όλα εκείνα που οδήγησαν στο να κινούνται δύο τρένα αντίθετα στην ίδια γραμμή για 12 λεπτά.
«Η κυβέρνηση από την πρώτη στιγμή αποδίδει το έγκλημα των Τεμπών στο ανθρώπινο λάθος, προσπαθώντας να εξαιρέσει από τις ποινικές ευθύνες τις εποπτεύουσες κυβερνητικές αρχές, τους υπουργούς της, καθώς και τους υπουργούς προηγούμενων κυβερνήσεων. Αυτοί είναι που διαμόρφωσαν τις συνθήκες αδιανόητης επικινδυνότητας που λειτουργούσε και λειτουργεί ο σιδηρόδρομος. Αυτοί που μας διαβεβαίωναν για την ασφάλεια του σιδηροδρόμου, δημιουργώντας ψευδείς εντυπώσεις», ανέφερε.
Η γραμματέας του Συλλόγου Συγγενών Θυμάτων των Τεμπών αναφέρθηκε στην νομική δράση που ανέλαβαν οι οικογένειες των θυμάτων του σιδηροδρομικού δυστυχήματος των Τεμπών, καταθέτοντας μήνυση κατά των πρώην υπουργών Σπίρτζη και Καραμανλή. Όπως ανέφερε, «Πριν από ένα μήνα εμείς και άλλες οικογένειες καταθέσαμε μήνυση κατά των πρώην υπουργών Σπίρτζη και Καραμανλή γιατί δημιούργησαν τις συνθήκες να λειτουργεί ο σιδηρόδρομος με γνώμονα το κέρδος των ομίλων, με βάση τις ευρωπαϊκές κατευθύνσεις για την απελευθέρωση των μεταφορών».
«Οι Σπίρτζης και Καραμανλής δεν είχαν διαβάσει τα 93 εξώδικα για την έλλειψη ασφάλειας στον σιδηρόδρομο;»
Η κ. Βασάρα επισήμανε την αποτυχία των δύο υπουργών, αναφέροντας χαρακτηριστικά το γεγονός πως «ο μεν Σπίρτζης πανηγύριζε για την αύξηση των ταχυτήτων σε έναν σιδηρόδρομο καρμανιόλα, και ο δε Καραμανλής ντρεπόταν να ακούσει ότι τίθεται ζήτημα ασφαλείας». Η ίδια υπενθύμισε τα δεκάδες ατυχήματα που συνέβαιναν συχνά από το 2015 και μετά, προσθέτοντας ότι «σε 20 από αυτά 22 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους».
Δύο χρόνια τώρα οι οικογένειες των θυμάτων, στην προσπάθεια μας να ανακαλύψουμε την αλήθεια, βρίσκουμε απέναντι μας την οργανωμένη προσπάθεια συγκάλυψης του κράτους
Επιπλέον, αναφέρθηκε στα 93 εξώδικα που απηύθυναν φορείς και συνδικαλιστικά όργανα, τα οποία ζητούσαν μέτρα για την ενίσχυση της ασφάλειας του σιδηροδρόμου, ρωτώντας «μήπως δεν είχαν διαβάσει κανένα από αυτά τα εξώδικα;» Στη συνέχεια, εξέφρασε την απογοήτευσή της για τη δημόσια δήλωση του πρωθυπουργού ότι ο σιδηρόδρομος θα είναι ασφαλής το 2027, τονίζοντας πως «αποτελεί πρόκληση το γεγονός ότι ακόμα και σήμερα ο σιδηρόδρομος δεν είναι ασφαλής, συνεχίζουν να μεταφέρουν πολεμικό υλικό».
Οι υπηρεσίες αδιαφόρησαν για τη διατήρηση των αποδεικτικών στοιχείων, με αποτέλεσμα να αλλοιωθεί πλήρως ο χώρος
Κατά τη διάρκεια της ομιλίας της αναφέρθηκε στην ύποπτη και αποσιωπημένη διαχείριση του χώρου του σιδηροδρομικού δυστυχήματος, υπογραμμίζοντας τη σοβαρότητα της έλλειψης κρίσιμων αποδεικτικών στοιχείων. Ζήτησε, συγκεκριμένα «να μας πουν τι μετέφερε η εμπορική αμαξοστοιχία γιατί το αφήγημα των ελαίων σιλικόνης αποδομήθηκε επιστημονικά».
Επιπλέον, η κ. Βασάρα επισήμανε την ακατανόητη απόφαση των αρμοδίων να προχωρήσουν σε άμεσο μπάζωμα του χώρου, γεγονός που, όπως υπογράμμισε, κατέστησε αδύνατη την αξιοποίηση των αποδεικτικών στοιχείων. Στο σημείο αυτό, αναρωτήθηκε γιατί δεν υπήρχε κανένα βίντεο από τη φόρτωση της εμπορικής αμαξοστοιχίας, προκειμένου να ενισχυθεί η διαφάνεια της υπόθεσης.
Αναφέρθηκε επίσης στις αρμόδιες υπηρεσίες, όπως η Αστυνομία, η Πυροσβεστική, οι δικαστικές αρχές και η Ιατροδικαστική Υπηρεσία Λάρισας, οι οποίες είχαν ευθύνη τις πρώτες ώρες μετά το δυστύχημα. Όπως εξήγησε, «είναι μεγάλο το θέμα αυτό και αφορά σχεδόν όλες τις υπηρεσίες που είχαν αρμοδιότητα τις πρώτες ώρες και τις πρώτες ημέρες στη διατήρηση του χώρου του εγκλήματος και τη διατήρηση των πειστηρίων». Τόνισε, μάλιστα, πως αυτές οι υπηρεσίες αδιαφόρησαν για τη διατήρηση των αποδεικτικών στοιχείων, με αποτέλεσμα να «αλλοιωθεί πλήρως ο χώρος του εγκλήματος και να εξαφανιστούν τα πειστήρια».
Η κ. Βασάρα, ανέφερε ότι οι ενέργειες για την αποκατάσταση του χώρου, όπως η απομάκρυνση μεγάλου όγκου χώματος με φαγάνες και το στρώσιμο με κροκάλες, άμμο και πίσσα, συνιστούν ενέργειες που στην επιστημονική βιβλιογραφία χρησιμοποιούνται για την απορρύπανση του εδάφους από υδρογονάνθρακες. Αυτό, όπως είπε, εντείνει τις ανησυχίες σχετικά με το πραγματικό περιεχόμενο της εμπορικής αμαξοστοιχίας και τις σκοπιμότητες πίσω από τη διαχείριση του χώρου.
«Στάχτη στα μάτια» η προανακριτική
«Ενώ είναι σε εξέλιξη η δικαστική έρευνα για την αλλοίωση του τόπου του εγκλήματος και την εξαφάνιση των στοιχείων για τη δημιουργία της πυρόσφαιρας, φτάσαμε στην προανακριτική με τη βιαστική και πολύ περιορισμένη πρόταση του ΠΑΣΟΚ, που προτείνει μόνο κατηγορία στον Τριαντόπουλο για πλημμέλημα», υπογράμμισε αναφερόμενη στην προανακριτική επιτροπή που πρόσφατα συνεδρίασε για τελευταία φορά. Η κ. Βασάρα σημείωσε ότι, ακόμα και με αυτή την περιορισμένη πρόταση του ΠΑΣΟΚ, οι κατηγορίες θα μπορούσαν να διευρυνθούν με καταθέσεις μαρτύρων, πολιτικών προσώπων, υπηρεσιακών παραγόντων και εμπειρογνωμόνων, επισημαίνοντας πως «υπάρχουν επαρκείς ενδείξεις για το αδίκημα της παρεμπόδισης της δικαιοσύνης».
Επιπλέον, η γραμματέας του Συλλόγου Συγγενών Θυμάτων των Τεμπών εξέφρασε τη δυσαρέσκειά της για τη στάση του κ. Τριαντόπουλου, ο οποίος, όπως ανέφερε, ζήτησε να παρακάμψει την προανακριτική και να περάσει απευθείας στο δικαστικό συμβούλιο, «ώστε να αποφευχθεί οποιαδήποτε συζήτηση που θα μπορούσε να εκθέσει τους ενόχους.» Τόνισε με σφοδρότητα πως αυτή η κίνηση συνιστά «κοροϊδία», υπογραμμίζοντας ότι το συμβούλιο των δικαστών δεν είναι ο φυσικός δικαστής για την υπόθεση.
«Δύο χρόνια τώρα οι οικογένειες των θυμάτων, στην προσπάθεια μας να ανακαλύψουμε την αλήθεια»
Στη συνέχεια, μιλώντας για την πορεία της ανακριτικής διαδικασίας, αποκάλυψε την έντονη αντίσταση που αντιμετωπίζουν οι οικογένειες των θυμάτων από την πλευρά του κράτους. Σημείωσε ότι, για δύο χρόνια, οι οικογένειες βρίσκουν μπροστά τους μια οργανωμένη προσπάθεια συγκάλυψης της αλήθειας και το ασφυκτικό νομικό πλαίσιο που περιορίζει τη δικαιοσύνη. Όπως ανέφερε, «Δύο χρόνια τώρα οι οικογένειες των θυμάτων, στην προσπάθεια μας να ανακαλύψουμε την αλήθεια, βρίσκουμε απέναντι μας την οργανωμένη προσπάθεια συγκάλυψης του κράτους και το ασφυκτικό υφιστάμενο νομικό πλαίσιο».
Η ίδια δήλωσε ότι οι οικογένειες καλούνται ουσιαστικά να αναλάβουν το ρόλο του ντετέκτιβ για να καλύψουν τα κενά της ανακριτικής διαδικασίας, συμβάλλοντας με κρίσιμα αποδεικτικά στοιχεία στη δικογραφία.
Επιπλέον, κατήγγειλε τη στάση των «καλοθελητών», οι οποίοι κατηγορούν τις οικογένειες ότι καθυστερούν την έναρξη της δίκης, παρά το γεγονός ότι, όπως ανέφερε, «οι ενέργειες μας κατευθύνονται όλων των αποδεικτικών στοιχείων ώστε να φτάσουμε στην ακροαματική διαδικασία με όλους τους εμπλεκόμενους στο εδώλιο».
«Συνεχίζουμε τον αγώνα μας ενάντια στην πολιτική που θυσιάζει για το κέρδος την ασφάλεια της ανθρώπινης ζωής»
Κλείνοντας δήλωσε ότι «συνεχίζουμε τον αγώνα μας ενάντια στην πολιτική που θυσιάζει για το κέρδος την ασφάλεια της ανθρώπινης ζωής, ενάντια στην πολιτική που ακολούθησαν όλες οι μέχρι τώρα κυβερνήσεις, ενάντια σε όσους εμφανίζονται ως αυτόκλητοι σωτήρες και επίδοξοι προστάτες που θέλουν να συνεχίσουν την ίδια εγκληματική πολιτική με άλλη κυβέρνηση. Συνεχίζουμε τον αγώνα μας ενάντια στην πολιτική του κέρδους που γεννά και συγκαλύπτει Τέμπη», συμπληρώνοντας πως «αυτή είναι η πραγματική δικαίωση του αγώνα μας!».
Παράλληλα παρεμβάσεις πραγματοποίησαν οι: Βασίλης Μπέλλος, επίκουρος καθηγητής του Τμήματος Μηχανικών Περιβάλλοντος του ΔΠΘ, Βάιος Τσαπρούνης, εν ενεργεία στρατιωτικός, Μαρία Λουκοπούλου, πρόεδρος ΕΛΜΕ Ξάνθης, Βούλα Μαχαιρίδου, πρόεδρος του Συλλόγου Δικαστικών Υπαλλήλων Ξάνθης, Μαριάννα Πανίτσα, αντιπρόεδρος του Φοιτητικού Συλλόγου, Νάσος Παπαδόπουλος, πρόεδρος της Ένωσης Εμποροϋπαλλήλων και Ιδιωτικών Υπαλλήλων Ξάνθης και Σπύρος Παφίλης, πρόεδρος του Φοιτητικού Συλλόγου.