Η δήλωση του προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών, Ντόναλντ Τραμπ, ότι σχεδιάζει να εκδιώξει όλους τους Παλαιστίνιους από τη Λωρίδα της Γάζας και να τη μετατρέψει σε μια «Ριβιέρα της Μέσης Ανατολής» υπό αμερικανικό έλεγχο, προκάλεσε – και δικαίως – έντονες αντιδράσεις σε ολόκληρο τον κόσμο. Εντυπωσιακό είναι πως ακόμη και χώρες της Δύσης, που μέχρι πρόσφατα στήριζαν την γενοκτονία στη Γάζα, εξέφρασαν την αντίθεσή τους. Η αναγκαστική εκδίωξη πληθυσμών αποτελεί ξεκάθαρη παραβίαση του διεθνούς δικαίου, ενώ οι Συμβάσεις της Γενεύης απαγορεύουν ρητά την αναγκαστική μετακίνηση αμάχων.
Πιο συγκεκριμένα ο Αμερικανός ακροδεξιός πρόεδρος των ΗΠΑ επέλεξε την Ιορδανία και την Αίγυπτο ως πιθανές χώρες υποδοχής των περίπου 2 εκατ. Παλαιστίνιων – με τις ίδιες να αντιδρούν με δεδομένο ότι δεν θα ήθελαν να εμπλακούν σε μία πιθανή εθνοκάθαρση.
Ωστόσο, πέρα από το νομικό πλαίσιο, αυτή η δήλωση αναδεικνύει μια ευρύτερη ιστορική πραγματικότητα: τη συνεχιζόμενη αντίληψη ότι οι ισχυροί μπορούν να αποφασίζουν για την τύχη ξένων εδαφών χωρίς να λαμβάνουν υπόψη τους αυτόχθονες πληθυσμούς. Η διεκδίκηση της Γάζας από τον Τραμπ δεν είναι μεμονωμένο φαινόμενο. Είναι η συνέχεια της πρόθεσής του να αποκτήσει τη Γροιλανδία, όπως και άλλες περιπτώσεις αυθαίρετων εδαφικών αξιώσεων. Αυτές οι αντιλήψεις έχουν βαθιές ρίζες και συνδέονται με την αποικιοκρατική νοοτροπία που επικράτησε για αιώνες.
Η ιστορία βρίθει από παραδείγματα όπου μεγάλες δυνάμεις μοίρασαν μεταξύ τους περιοχές που δεν τους ανήκαν. Από τη Συνθήκη της Alcáçovas το 1479, που έθεσε τις βάσεις για τον αποικιοκρατικό διαμελισμό του κόσμου, μέχρι τη Διάσκεψη του Βερολίνου το 1884-85, όπου οι ευρωπαϊκές δυνάμεις – με τη συμμετοχή και των ΗΠΑ – αποφάσισαν ότι η Αφρική μπορούσε να κατακτηθεί από όποιον είχε τη στρατιωτική ικανότητα να την ελέγξει.
Η ίδια λογική χρησιμοποιείται και σήμερα. Η ιδέα ότι η Γάζα πρέπει να μετατραπεί σε οικονομικό κέντρο υπό ξένο έλεγχο δεν είναι καινούργια. Πέρυσι, η ισραηλινή κυβέρνηση φέρεται να είχε παρουσιάσει ένα σχέδιο μετατροπής της περιοχής σε «βιομηχανικό κόμβο» που θα λειτουργούσε ως εμπορική ζώνη ελεύθερου εμπορίου υπό ισραηλινή εποπτεία. Αυτή η προσέγγιση, όμως, δεν λαμβάνει υπόψη ότι τέτοιες πρωτοβουλίες, που θυσιάζουν την τοπική κυριαρχία στο όνομα της «ανάπτυξης», συνήθως έχουν καταστροφικές συνέπειες για τον ντόπιο πληθυσμό.
Η ιστορία δείχνει ότι η αποικιοκρατική επιβολή, ανεξάρτητα από το πώς παρουσιάζεται – είτε ως «ανάπτυξη» είτε ως «σταθεροποίηση» –, οδηγεί πάντα σε τραγωδίες. Όπως επισημαίνει ο Patrick Gathara σε σχετικό άρθρο του στο Al Jazeera η εμπειρία του Κονγκό κατά την αποικιοκρατία είναι χαρακτηριστική: η λεγόμενη «ελεύθερη εμπορική ζώνη» του Βασιλείου του Βελγίου κόστισε τη ζωή σε εκατομμύρια ανθρώπους. Αντίστοιχα, οι παρεμβάσεις των μεγάλων δυνάμεων σε περιοχές της Μέσης Ανατολής και της Αφρικής έχουν αφήσει πίσω τους πολέμους, προσφυγικά κύματα και οικονομική καταστροφή.
Παρά αυτά τα διδάγματα, πολλές δυτικές κοινωνίες είτε αγνοούν είτε ξεχνούν τις επιπτώσεις της αποικιοκρατίας. Συχνά, η ευθύνη μετατίθεται στους ίδιους τους λαούς που υπέστησαν την καταπίεση. Με τον ίδιο τρόπο, οι Παλαιστίνιοι σήμερα κατηγορούνται για την κατάσταση στη Γάζα, ενώ συχνά επαναλαμβάνεται το επιχείρημα ότι το Ισραήλ «αποχώρησε» από την περιοχή το 2005, αλλά η Χαμάς την «οδήγησε στην καταστροφή».
Όμως ηΓάζα δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται ως λάφυρο προς εκμετάλλευση. Η επιβολή ξένης κυριαρχίας – είτε από το Ισραήλ, είτε από τις ΗΠΑ – δεν αποτελεί λύση. Το μόνο δίκαιο και βιώσιμο μέλλον είναι η πλήρης αυτοδιάθεση του παλαιστινιακού λαού. Και η διεθνής κοινότητα οφείλει να μιλήσει ξεκάθαρα και να σταθεί εμπόδιο στα σχέδια του Τραμπ και του Νετανιάχου.