Νέα δεδομένα και δράσεις για την προστασία ενός εμβληματικού είδους των ελληνικών βουνών
Θετικά είναι τα μηνύματα από τις τελευταίες καταγραφές του βαλκανικού αγριόγιδου (Rupicarpa rupicarpa balcanica) στο δάσος Φρακτού της ορεινής Ροδόπης. Το σπάνιο αυτό είδος, το οποίο προστατεύεται αυστηρά, εμφανίζει ενδείξεις πληθυσμιακής ευρωστίας, σύμφωνα με στοιχεία που συλλέγονται από το 2009 στο πλαίσιο ενός εκτεταμένου έργου παρακολούθησης και διαχείρισης.
Στη δράση συμμετέχουν πέντε φορείς, μεταξύ αυτών η Δασική Υπηρεσία, ο ΟΦΥΠΕΚΑ, ο Κυνηγετικός Σύλλογος Δράμας και ένας περιβαλλοντικός οργανισμός από τη Βουλγαρία. Η πρωτοβουλία, που χρηματοδοτείται από την Κυνηγετική Ομοσπονδία Μακεδονίας-Θράκης (ΚΟΜΑΘ), στοχεύει στη δημιουργία αξιόπιστης βάσης δεδομένων για την προστασία του αγριόγιδου και τη βιώσιμη διαχείριση των φυσικών του ενδιαιτημάτων.
Με τη βοήθεια εθελοντών και ειδικών, οι μετρήσεις διεξάγονται με τηλεσκόπια και διοπτρικά όργανα από σταθερές θέσεις, διασφαλίζοντας τη συγκρισιμότητα των δεδομένων. Η τελευταία καταγραφή ολοκληρώθηκε πρόσφατα, αποκαλύπτοντας πληθυσμούς 47-148 ατόμων στο δάσος του Φρακτού. Ωστόσο, όπως επισημαίνουν οι ειδικοί, ο δείκτης αναπαραγωγής παραμένει μέτριος και απαιτεί περαιτέρω βελτίωση.
Το βαλκανικό αγριόγιδο προστατεύεται βάσει της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 92/43, ενώ στην Ελλάδα έχει καταχωρηθεί στο Κόκκινο Βιβλίο Απειλούμενων Σπονδυλωτών. Η λαθροθηρία και η υπερβόσκηση αποτελούν τους βασικότερους κινδύνους για το είδος, με τις δράσεις να εστιάζουν στη μείωση αυτών των πιέσεων και την ευαισθητοποίηση του κοινού.
Το Εθνικό Σχέδιο Δράσης, που υλοποιείται από το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας από το 2021, περιλαμβάνει μέτρα για τη διατήρηση των πληθυσμών και τη γεωγραφική εξάπλωση του είδους, με στόχο τη συνολική προστασία του.
Το αγριόγιδο, γνωστό για την ευκινησία του σε απόκρημνες πλαγιές, θεωρείται δείκτης υγείας των ορεινών οικοσυστημάτων. Η παρουσία του υπογραμμίζει την ανάγκη για ενίσχυση των προσπαθειών προστασίας της βιοποικιλότητας και τη σημασία της αειφορικής διαχείρισης.
Οι πρόσφατες δράσεις αποτελούν ένα ελπιδοφόρο βήμα για τη διατήρηση ενός εμβληματικού είδους που κινδυνεύει, ενώ τα αποτελέσματα των μετρήσεων αναμένεται να οδηγήσουν σε ακόμη πιο στοχευμένες ενέργειες στο μέλλον.