Αρχική Συνέντευξη Π. Παπακωνσταντίνου: Η ακροδεξιά αλλάζει ρητορική, όχι ουσία

Π. Παπακωνσταντίνου: Η ακροδεξιά αλλάζει ρητορική, όχι ουσία

0

Ο δημοσιογράφος και συγγραφέας Πέτρος Παπακωνσταντίνου μιλάει στο «Ε» για το νέο του βιβλίο «Το γκρίζο κύμα – Η νέα ακροδεξιά και οι συνεργοί της», αναλύοντας την άνοδο της ακροδεξιάς στην Ευρώπη και τις επιπτώσεις της στην πολιτική και κοινωνία


Τραμπ, Μιλέι, Μελόνι, Λεπέν, Όρμπαν, Κικλ. Το μαύρο σύννεφο της ακροδεξιάς φαίνεται να σκεπάζει την Ευρώπη, αλλά και την αμερικάνικη ήπειρο, το οποίο απειλεί να καλύψει το πολιτικό και κοινωνικό τοπίο σε ακόμα περισσότερες χώρες, οδηγώντας σε διχασμό και ένταση. Ο δημοσιογράφος της εφημερίδας «Καθημερινή» και συγγραφέας Πέτρος Παπακωνσταντίνου με το νέο του βιβλίο «Το γκρίζο κύμα – Η νέα ακροδεξιά και οι συνεργοί της», εξετάζει αυτό το φαινόμενο με ιδιαίτερη προσοχή, αναλύοντας τις δυνάμεις που το τροφοδοτούν και τις πολιτικές του επιπτώσεις. Το ένατο του βιβλίο κατά σειρά αποτελεί ένα εγχειρίδιο για τα όσα ζούμε, όσα παρακολουθούμε και όσα θα συμβούν στο άμεσο μέλλον.

Η μελέτη και ανάλυση του ακροδεξιού φαινομένου στο βιβλίο του κ. Παπακωνσταντίνου εξετάζει το πώς η ακροδεξιά προσαρμόζεται και μεταλλάσσεται για να επεκτείνει την επιρροή της, εκμεταλλευόμενη τις πολιτικές συγκυρίες. Ταυτόχρονα, αναδεικνύει τους κύριους συμμάχους της, όπως οι μεγάλες οικονομικές δυνάμεις, το βαθύ κράτος και οι θεσμικές πολιτικές δυνάμεις, οι οποίες συχνά την εξευμενίζουν και την ενισχύουν όταν εξυπηρετούν τα συμφέροντά τους, χρησιμοποιώντας την ως εργαλείο ενάντια σε διαρκείς αντιπάλους, όπως τα κοινωνικά κινήματα, τους αριστερούς και τους μετανάστες.

Με αφορμή το βιβλίο, ο συγγραφέας συζητάει με το «Ε» αναλύοντας την άνοδο της ακροδεξιάς στην Ευρώπη και την Αμερική και τις επιπτώσεις της στην πολιτική και κοινωνία.

Η ακροδεξιά εμφανίζεται να έχει βαθιές ρίζες στην Ευρώπη, που πηγαίνουν πίσω στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Πώς ερμηνεύετε την ιστορική της ανθεκτικότητα, ακόμη και μετά την ήττα του φασισμού;

Η ακροδεξιά δεν είναι φαινόμενο που προέκυψε τους τελευταίους μήνες ή τα τελευταία χρόνια. Έχει μακρές ιστορικές ρίζες και ήταν πάντα γύρω μας, απλώς ίσως δεν την βλέπαμε τόσο έντονα. Ήδη από την επόμενη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, παρότι ο φασισμός ηττήθηκε στρατιωτικά και στιγματίστηκε ηθικά από τη φρίκη του πολέμου και του Ολοκαυτώματος, εντούτοις επανεμφανίστηκε σχεδόν αμέσως μετά τη λήξη του πολέμου. Μάλιστα, οι πρώτες ακροδεξιές ομάδες διευκολύνθηκαν να αποκτήσουν νομιμοποίηση από ένα μέρος των νικητών του πολέμου, κυρίως από τους Αμερικανούς. Αυτοί βρήκαν χρήσιμους εταίρους στο πρόσωπο των πρώην ναζιστών, για να αντιμετωπίσουν τη Σοβιετική Ένωση και τα ισχυρά κομμουνιστικά κόμματα της Ιταλίας, της Γαλλίας, της Ελλάδας, της Τουρκίας και αλλού.

Στο βιβλίο σας αναφέρεστε σε συγκεκριμένα παραδείγματα που δείχνουν πώς η ακροδεξιά επανανομιμοποιήθηκε μετά τον πόλεμο. Ποιες περιπτώσεις θεωρείτε χαρακτηριστικές;

Στο βιβλίο μου αναφέρομαι σε δύο χαρακτηριστικές περιπτώσεις. Η πρώτη είναι η Οργάνωση Γκέλεν στη Γερμανία. Οι Αμερικανοί πήραν ένα μεγάλο μέρος των Ναζί που υπηρετούσαν στη στρατιωτική κατασκοπεία της Βέρμαχτ και τους ενσωμάτωσαν για να χτίσουν τις μυστικές υπηρεσίες της Δυτικής Γερμανίας. Η δεύτερη και πιο εκτεταμένη περίπτωση ήταν η Επιχείρηση Γκλάντιο, μια μυστική παρακρατική-παραστρατιωτική επιχείρηση του ΝΑΤΟ και της CIA. Σε συνεργασία με διάφορες ακροδεξιές ομάδες, είχε στόχο να αποτρέψει, ακόμα και με ένοπλη δράση, μια πιθανή αριστερή-κομμουνιστική επικράτηση στη Δυτική Ευρώπη.

Πώς εξηγείτε τη διαφοροποίηση της σύγχρονης ακροδεξιάς από τις παραδοσιακές φασιστικές δομές;

Τα τελευταία χρόνια, η ακροδεξιά έχει εξελιχθεί και δεν εμφανίζεται πλέον ως καθαρά νεοφασιστική, εκτός από εξαιρέσεις όπως η Χρυσή Αυγή στην Ελλάδα. Κόμματα όπως αυτά της Μαρίν Λεπέν στη Γαλλία και της Τζόρτζια Μελόνι στην Ιταλία προβάλλονται ως μια πιο «λάιτ» ακροδεξιά, που δεν καταλαμβάνει την εξουσία με τη χρήση ταγμάτων εφόδου, αλλά κυρίως μέσω σύγχρονων μέσων όπως τα ριάλιτι σόου, όπως έκανε ο Ντόναλντ Τραμπ στις ΗΠΑ. Παρόλο που παρουσιάζονται ότι σέβονται τον κοινοβουλευτικό πολιτικό διάλογο, ο κίνδυνος δεν μπορεί να υποτιμηθεί, καθώς πίσω από αυτή την πιο ήπια εικόνα υπάρχουν ισχυροί νεοφασιστικοί πυρήνες. Αυτό αποδεικνύεται από παράδειγμα όπως ο Χέρμπερτ Κίκλ, ο οποίος χρησιμοποίησε το σύνθημα του Χίτλερ «Καγκελάριος του λαού» στην Αυστρία, υπογραμμίζοντας τη συνέχιση της ρητορικής αυτών των ομάδων.

Επιπλέον, η ρητορική της ακροδεξιάς έχει υποστεί σημαντική μεταμόρφωση τα τελευταία χρόνια. Ενώ παλαιότερα κυριαρχούσε ο αντισημιτισμός, τώρα αυτός έχει αντικατασταθεί από τον αντιισλαμισμό, γεγονός που της επιτρέπει να αποκτήσει ευρύτερη νομιμοποίηση και να «ξεπλύνει» το στίγμα του αντισημιτισμού. Αυτή η αλλαγή ρητορικής διευκολύνει την είσοδο της ακροδεξιάς σε κοινωνίες και χώρες που ίσως μέχρι πρότινος δεν την θεωρούσαν αποδεκτή. Το αντιισλαμικό της μέτωπο είναι πιο εύκολο να αποδεχτούν διάφορες κοινωνίες, καθώς συνάδει με φόβους για την μετανάστευση και τη θρησκευτική και πολιτισμική διαφορά, δίνοντάς της έτσι τη δυνατότητα να αποκτήσει περισσότερη επιρροή.

Υποστηρίζετε ότι η ακροδεξιά είναι πλέον διεθνές φαινόμενο. Πώς εξηγείται αυτή η διεθνοποίηση;

Σήμερα, η ακροδεξιά έχει ξεπεράσει τα όρια της Ευρώπης και έχει αναδειχθεί σε μια διεθνή τάση. Δεν περιορίζεται μόνο στην Ευρωπαϊκή ήπειρο, αλλά είναι παρούσα και στις Ηνωμένες Πολιτείες με την άνοδο του Ντόναλντ Τραμπ, στη Βραζιλία με τον Ζαΐρ Μπολσονάρο, στην Αργεντινή με τον Χαβιέ Μιλέι και στο Ισραήλ με τον Μπενιαμίν Νετανιάχου.

Η ιστορία της Αμερικής δεν έχει γνωρίσει φασισμό με την παραδοσιακή έννοια του όρου, αν και έχει βιώσει έντονα ρατσισμό και κοινωνικές ανισότητες. Από την ίδρυση των ΗΠΑ, το κράτος ήταν ένα «χωνευτήρι» εθνοτήτων και πολιτισμών, με κύρια χαρακτηριστικά την εκδίωξη των ιθαγενών και την εκμετάλλευση των μαύρων σκλάβων. Υπήρξαν κάποιες υποστηρίξεις προς τον φασισμό, κυρίως από ολιγάρχες όπως ο Χένρι Φορντ, ωστόσο, δεν υπήρξε ποτέ μαζική αποδοχή του φασιστικού κινήματος στη χώρα. Αντίστοιχα, και στη Νότια Αμερική, υπήρχαν αυταρχικά καθεστώτα όπως εκείνο του Χουάν Περόν στην Αργεντινή, αλλά αυτά δεν είχαν αντισημιτική ρητορική, σε αντίθεση με τη ρητορική που επικράτησε στην Ευρώπη.

Η σημερινή ακροδεξιά, ωστόσο, έχει έναν καινούργιο χαρακτήρα και τροφοδοτείται από την κρίση του φιλελεύθερου παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού. Η οικονομική κρίση που έπληξε αυτές τις χώρες τροφοδότησε τις κοινωνικές ανισότητες και έδωσε αφορμή στην ακροδεξιά να επωφεληθεί από την απελπισία και την απογοήτευση των κοινωνικών στρωμάτων που πλήττονταν. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, για παράδειγμα, η αναρρίχηση του Τραμπ το 2016 και η συνέχιση της επιρροής του το 2024 είχαν καθαρά ταξικό υπόβαθρο. Η ακροδεξιά κέρδισε έδαφος εκμεταλλευόμενη την απογοήτευση των εργατικών και χαμηλότερων κοινωνικών στρωμάτων που αδικήθηκαν από το οικονομικό μοντέλο της παγκοσμιοποίησης και των ανισοτήτων που αυτό δημιούργησε.

Το ταξικό πρόβλημα ήταν και παραμένει το θεμέλιο πάνω στο οποίο άνθισε η ακροδεξιά στις χώρες αυτές, καθώς οι κοινωνικές ανισότητες, οι οικονομικές αδικίες και η αποσύνθεση του παραδοσιακού κοινωνικού συμβολαίου δημιούργησαν το έδαφος για την άνοδο αυτών των αντιδραστικών πολιτικών.

Ποιοι παράγοντες πιστεύετε ότι ευνόησαν την άνοδο της ακροδεξιάς στις σύγχρονες κοινωνίες;

Η άνοδος της ακροδεξιάς οφείλεται σε πολλούς παράγοντες, που συνδέονται κυρίως με τις κοινωνικές, πολιτικές και οικονομικές συνθήκες των τελευταίων δεκαετιών. Ένας από τους βασικούς παράγοντες είναι οι αντιμουσουλμανικές και αντιισλαμικές διαθέσεις που προέκυψαν από το μεταναστευτικό ζήτημα και τον παγκόσμιο πόλεμο, που ξεκίνησε από την Αμερική.

Επιπλέον, η άνοδος της ακροδεξιάς συνδέεται με τις κοινωνικές συνθήκες που διαμορφώθηκαν από τον ακραίο νεοφιλελευθερισμό των τελευταίων 50 ετών, από την εποχή της Θάτσερ και του Ρήγκαν, ο οποίος αποδόμησε το κοινωνικό κράτος, προώθησε ακραίες ιδιωτικοποιήσεις και επέβαλε λιτότητα. Στο πλαίσιο αυτό, τα κομμουνιστικά κόμματα, που ιστορικά εξέφραζαν τα λαϊκά στρώματα, είτε συρρικνώθηκαν είτε εκφυλίστηκαν μετά το 1989. Παράλληλα, η κεντροαριστερά ακολούθησε μια πορεία σοσιαλφιλελευθερισμού, εγκαταλείποντας τις σοσιαλιστικές πολιτικές.

Αυτές οι εξελίξεις οδήγησαν τα λαϊκά στρώματα στην πολιτική απογοήτευση και αδυναμία εκπροσώπησης. Πολλοί θεώρησαν ότι, ανεξαρτήτως του τι θα γίνει, η κατάσταση για αυτούς δεν πρόκειται να αλλάξει. Έτσι, είτε επέλεξαν την αποχή, είτε στήριξαν ακροδεξιά κόμματα, τα οποία καπηλεύονται την οργή των λαϊκών στρωμάτων και εμφανίζονται ως αντισυστημικό ρεύμα. Ωστόσο, αυτά τα κόμματα δεν έχουν καμία πραγματική πρόθεση να επιλύσουν τα σύγχρονα προβλήματα των πολιτών, αλλά απλώς εκμεταλλεύονται την απογοήτευση και την απελπισία τους.

Το «ακραίο κέντρο» φαίνεται να συνομιλεί με την ακροδεξιά.

Ο όρος «ακραίο κέντρο» που εισήγαγε ο Ταρίκ Αλί αναφέρεται στο νεοφιλελεύθερο κέντρο, το οποίο φαίνεται να είναι μετριοπαθές ή φιλελεύθερο σε θέματα ατομικών δικαιωμάτων, αλλά στην πραγματικότητα είναι ακραίο σε οικονομικά ζητήματα. Αυτός ο όρος προσδιορίζει την πολιτική τακτική που επικρατεί στην σύγχρονη πολιτική σκηνή, η οποία ενώ εμφανίζεται να προάγει τη δημοκρατία και την ελευθερία στα κοινωνικά και πολιτικά δικαιώματα, ταυτόχρονα προωθεί σφοδρά νεοφιλελεύθερες πολιτικές, όπως οι ιδιωτικοποιήσεις, η λιτότητα και η υποταγή στις αγορές.

Ενδεικτική είναι η περίοδος των μεγάλων κινητοποιήσεων, όπου οι νεοφιλελεύθεροι κύκλοι διακήρυτταν τη «σύγκλιση των άκρων». Ωστόσο, στην πραγματικότητα, αυτό δεν υπήρξε ποτέ. Η ακροδεξιά συνέχισε να λειτουργεί ως υπερασπιστής του μεγάλου κεφαλαίου και δεν είχε πραγματική σύγκλιση με την αριστερά. Αντίθετα, αυτό που συνέβη στην πράξη ήταν η σύγκλιση της ακροδεξιάς με το ακραίο κέντρο, κάτι που ήταν φανερό σε πολλές περιπτώσεις.

Στην Ελλάδα, για παράδειγμα, το ΛΑΟΣ του Καρατζαφέρη, το οποίο ήταν ο διάδοχος της ΕΠΕΝ, έπαιξε σημαντικό ρόλο στην εφαρμογή των μνημονίων. Το κόμμα εξαγνίστηκε και έγινε χρήσιμο για τη δημιουργία της κυβέρνησης Παπαδήμου, με πολλά στελέχη του να πρωταγωνιστούν ακόμα και σήμερα στην πολιτική ζωή της χώρας. Στη Γαλλία, η κατάσταση ήταν παρόμοια. Ο Εμανουέλ Μακρόν, ενώ χρησιμοποίησε την ακροδεξιά Λεπέν ως φόβητρο για να αποσπάσει ψήφους από την αριστερά, στην πράξη σύγκλινε με την ακροδεξιά, υιοθετώντας πολλές από τις ακραίες θέσεις της, όπως ομοφοβικές και ξενοφοβικές ρητορικές, που ούτε η Λεπέν δεν χρησιμοποιούσε με τέτοια ωμότητα.

Αξιοσημείωτο είναι επίσης το γεγονός ότι ο Μακρόν έκανε εκδήλωση για την αναγνώριση του δωσίλογου Φιλίπ Πεταίν, ο οποίος υπηρέτησε στο Καθεστώς Βισί κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, για να προσελκύσει ψήφους από την ακροδεξιά, κάτι που έδειξε ξεκάθαρα τη σύγκλιση του ακραίου κέντρου με την ακροδεξιά πολιτική ατζέντα.

Φαίνεται ότι τα λαϊκά στρώματα έχουν απομακρυνθεί από την αριστερά. Υπάρχει περίπτωση αντιστροφής του πολιτικού σκηνικού;

Πριν το γκρίζο κύμα της ακροδεξιάς, υπήρξε ένα κύμα αναβίωσης της αριστεράς σε παγκόσμιο επίπεδο, το οποίο προέκυψε μετά την οικονομική κρίση του 2008. Κατά τη διάρκεια εκείνης της περιόδου αναταραχής, οι άνθρωποι, κυρίως, στράφηκαν προς την αριστερά, ενώ υπήρξε και ένα κομμάτι που κινήθηκε προς την ακροδεξιά, χωρίς να το υποτιμούμε. Ωστόσο, το πιο σημαντικό ήταν ότι ανέκυψαν νέα ριζοσπαστικά κινήματα και άφθαρτα πολιτικά πρόσωπα, τα οποία εκπροσώπησαν τις ελπίδες για αλλαγή.

Στην Ελλάδα, ο ΣΥΡΙΖΑ εξελέγη και κατάφερε να κερδίσει την εμπιστοσύνη του κόσμου, στην Ισπανία οι Ποδέμος έφεραν μια νέα ανατροπή στην πολιτική σκηνή, ενώ στην Αγγλία ο Κόρμπιν πλησίασε να αναλάβει την εξουσία, και στη Γαλλία το κόμμα του Μελανσόν απέκτησε μεγάλη δύναμη. Αυτά τα ριζοσπαστικά κινήματα εκπροσώπησαν ένα νέο κύμα αριστερής πολιτικής δυναμικής που, με τη σειρά της, προσέφερε στους πολίτες ελπίδα για μια διαφορετική πορεία από την κυρίαρχη νεοφιλελεύθερη τάξη.

Η Αριστερά, η οποία σέβεται το εαυτό της, προτείνει την πραγματική σύγκρουση με το κεφάλαιο και τον διεθνή ιμπεριαλισμό, ενώ καλεί για την κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής. Ωστόσο, αυτή η πρόταση είναι δύσκολη και επικίνδυνη, και σε νορμάλ συνθήκες, ο κόσμος δεν στρέφεται προς αυτήν, καθώς απαιτεί μεγάλες θυσίες. Παρόλα αυτά, σε δύσκολες περιόδους, οι άνθρωποι εμπιστεύονται την αριστερά και την κοιτούν ως εναλλακτική λύση. Όμως, η αριστερά, δυστυχώς, τους απογοήτευσε. Δεν απογοήτευσε, όμως, η αριστερά στο σύνολό της, αφού υπήρχαν και εκείνοι που αντιστάθηκαν, ενώ άλλοι υπέγραψαν τα μνημόνια. Ο διαχωρισμός αυτός είναι κρίσιμος, αλλά γενικά το αριστερό κίνημα δεν κατάφερε να ανταποκριθεί στις προσδοκίες του κόσμου.

Παρόλα αυτά, πιστεύω ότι θα υπάρξουν νέες ευκαιρίες για την αριστερά, διότι το πολιτικό σκηνικό παραμένει ασταθές. Τα σημάδια νέων κρίσεων είναι ήδη ορατά και η ασταθής κατάσταση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με χώρες όπως η Γαλλία και η Γερμανία να αποτελούν πλέον τα κέντρα της αστάθειας, δημιουργούν τις συνθήκες για νέα προβλήματα, αλλά ταυτόχρονα και νέες δυνατότητες για τις προοδευτικές δυνάμεις. Οι καινούργιες κρίσεις ενδέχεται να φέρουν βάσανα, αλλά μπορούν επίσης να δημιουργήσουν νέα παράθυρα ευκαιρίας για την αναγέννηση της αριστεράς, αρκεί να μπορεί να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις των καιρών και να αναδείξει μια πειστική εναλλακτική λύση.

Περισσότερα Σχετικά Άρθρα
Περισσότερα άρθρα από Παύλος Μαραγκός
Περισσότερα άρθρα από Συνέντευξη
Τα σχόλια είναι απενεργοποιημένα.

Μπορεί επίσης να σας αρέσει

Η ποιητική συλλογή της Έφης Ζάννη «αφηγείται» την ιστορία της γυναίκας

Σε μια καλλιτεχνική παρουσίαση προσκαλεί η κ. Ζάννη το απόγευμα του Σαββάτου 11 Ιανουαρίου…