Αρχική ΓΝΩΜΕΣ Η φιλανθρωπία δεν έλυσε ποτέ κανένα δομικό κοινωνικό πρόβλημα

Η φιλανθρωπία δεν έλυσε ποτέ κανένα δομικό κοινωνικό πρόβλημα

1

Την Δευτέρα ο υπουργός Παιδείας ανακοίνωσε πως ο «Ίδρυμα Αλέξανδρος Ωνάσης» θα χρηματοδοτήσει την ίδρυση 22 δημόσιων σχολείων (11 Γυμνάσια και 11 Λύκεια), που θα φέρουν την ονομασία Δημόσια Ωνάσεια Σχολεία – ΔΗΜ.Ω.Σ. Το κάθε σχολείο θα έχει στη διάθεσή του ένα εκατομμύριο ευρώ για την ανακαίνιση του κτηρίου και κάθε χρόνο θα παίρνει 500.000 για λειτουργικά έξοδα και υποτροφίες για εκπαιδευτικούς και μαθητές.

Τα σχολεία, όπως ειπώθηκε, θα είναι σε «περιοχές που αντιμετωπίζουν κοινωνικές και οικονομικές προκλήσεις» και κατά συνέπεια το 1ο Γυμνάσιο και 1ο Λύκειο Ξάνθης θα μετατραπούν σε Δημόσια Ωνάσεια Σχολεία.

Μαζί με αυτά τα «ωραία», αλλά και αυτονόητα όπως ότι η φοίτηση θα είναι δωρεάν (εξακολουθούμε να μιλάμε για δημόσια σχολεία), που ανέφερε η κυβέρνηση αναδύονται και οι ανάλογοι προβληματισμοί.

Οι ανησυχίες για την αλλοίωση του δημόσιου χαρακτήρα της εκπαίδευσης και την πιθανότητα αύξησης των ανισοτήτων είναι απολύτως εύλογες. Ιστορικά, όπου οι εκπαιδευτικές δομές εξαρτήθηκαν από ιδιωτική χρηματοδότηση, παρατηρήθηκαν δύο βασικά φαινόμενα: πρώτον, η διαφοροποίηση στην ποιότητα της εκπαίδευσης μεταξύ σχολείων που διαθέτουν πρόσβαση σε τέτοιες συνεργασίες και εκείνων που δεν έχουν, και δεύτερον, η δημιουργία ενός συστήματος πολλαπλών ταχυτήτων.

Για παράδειγμα, στις Ηνωμένες Πολιτείες, η αύξηση της χρηματοδότησης από ιδιωτικά ιδρύματα και μεγάλες εταιρείες έχει οδηγήσει στη διαφοροποίηση των δημόσιων σχολείων. Σχολεία σε περιοχές με εύπορους χορηγούς προσφέρουν προγράμματα STEM, πολιτιστικές δραστηριότητες και καινοτόμα εργαστήρια, ενώ άλλα σχολεία δυσκολεύονται να παρέχουν βασικές υπηρεσίες. Αυτό όχι μόνο διευρύνει τις ανισότητες αλλά δημιουργεί και μια λογική «φιλανθρωπικής εξάρτησης», όπου τα σχολεία πρέπει να ευθυγραμμιστούν με τις προτεραιότητες των χορηγών.

Η ανισότητα στην πρόσβαση σε τέτοιες υποδομές είναι ένα ζήτημα που δεν μπορεί να αγνοηθεί. Τα παιδιά που φοιτούν σε σχολεία με λιγότερες δυνατότητες θα βρίσκονται σε μειονεκτική θέση, καθώς δεν θα έχουν πρόσβαση στις ίδιες ευκαιρίες, πόρους και προγράμματα εμπλουτισμού.

Στις περιοχές όπου δεν υπάρχουν τέτοιου είδους σχολεία, η έλλειψη υποδομών, όπως εργαστήρια, αθλητικές εγκαταστάσεις ή πολιτιστικές δράσεις, θα συνεχίσει να διευρύνει το χάσμα ανάμεσα σε μαθητές διαφορετικών κοινωνικών ή γεωγραφικών καταβολών. Αντί να ενισχυθεί η ισότητα, υπάρχει ο κίνδυνος τα πρότυπα σχολεία να λειτουργήσουν ως «κέντρα αριστείας» για λίγους, αφήνοντας τους υπόλοιπους μαθητές σε μια κατάσταση υποβάθμισης.

Επιπλέον, η επιλογή συγκεκριμένων περιοχών για την ίδρυση αυτών των σχολείων μπορεί να δημιουργήσει την αίσθηση ότι κάποιες περιοχές είναι «προβληματικές» και χρειάζονται ειδική μεταχείριση, γεγονός που θα μπορούσε να στιγματίσει τις κοινότητες.

Συνολικά είναι λογικό να αναρωτηθεί κανείς εάν η δημιουργία νέων «πρότυπων σχολείων» είναι η βέλτιστη χρήση των διαθέσιμων πόρων και προσπαθειών. Η επικέντρωση σε 22 σχολεία που θα εξυπηρετούν περίπου 30.000 μαθητές –ένα μικρό ποσοστό του συνολικού μαθητικού πληθυσμού– δείχνει ότι η πρωτοβουλία δεν απαντά στις βαθύτερες ανάγκες του εκπαιδευτικού μας συστήματος.

Η συνολική αναβάθμιση των ήδη υφιστάμενων δημόσιων σχολείων θα είχε σαφώς μεγαλύτερο κοινωνικό αντίκτυπο, καθώς θα ωφελούσε όλους τους μαθητές, ανεξαρτήτως περιοχής ή κοινωνικοοικονομικού υπόβαθρου. Αντί να επενδύονται πόροι σε σχολεία-νησίδες που εξυπηρετούν περιορισμένο αριθμό μαθητών, θα μπορούσαν να κατευθυνθούν προς τη βελτίωση των υλικοτεχνικών υποδομών, την πρόσληψη επιπλέον εκπαιδευτικών, την ενίσχυση της ειδικής αγωγής και τη δημιουργία σύγχρονων εκπαιδευτικών προγραμμάτων σε όλα τα σχολεία.

Για παράδειγμα, χώρες όπως η Φινλανδία έχουν επιλέξει να επενδύσουν στη συνολική βελτίωση της δημόσιας εκπαίδευσης, εξασφαλίζοντας ότι όλα τα σχολεία προσφέρουν υψηλού επιπέδου εκπαιδευτικές υπηρεσίες. Αυτή η στρατηγική έχει συμβάλει στη μείωση των ανισοτήτων και στην ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής, χωρίς να δίνεται έμφαση στη δημιουργία «πρότυπων» σχολείων για λίγους.

Η συγκεκριμένη δωρεά επιβεβαιώνει ότι η παιδεία [όπως άλλωστε και όλα τα πεδία] δεν είναι απλώς ένας χώρος μετάδοσης γνώσεων, αλλά παράλληλα, όπως είπε ο Φουκώ, μηχανισμός εξουσίας και αναπαραγωγής των εξουσιαστικών δομών. Τα Δημόσια Ωνάσσεια Σχολεία, με την οργανωτική τους δομή και τις εξεταστικές διαδικασίες, δεν θα εκπαιδεύουν απλώς αλλά και θα κατασκευάζουν ταυτότητες και τάξεις. Αυτό βέβαια που λέω δεν σημαίνει ότι η παιδεία δεν έχει τη δυνατότητα να γίνει εργαλείο αλλαγής, αλλά μας υπενθυμίζει τη διαρκή πάλη ανάμεσα σε εξουσία και ελευθερία μέσα στους θεσμούς που τη διαχειρίζονται.

*O Παύλος Μαραγκός είναι δημοσιογράφος, MSc πολιτικός επιστήμονας

Περισσότερα Σχετικά Άρθρα
Περισσότερα άρθρα από Παύλος Μαραγκός
Περισσότερα άρθρα από ΓΝΩΜΕΣ
Τα σχόλια είναι απενεργοποιημένα.

Μπορεί επίσης να σας αρέσει

Εθνική στρατηγική στο νέο γεωπολιτικό περιβάλλον

Η ανατολική Μεσόγειος βρίσκεται σε κρίσιμη καμπή, μετά και από τις εξελίξεις στη Συρία και…