Κινούμενοι στον δημόσιο χώρο, διαπιστώνουμε ότι μερικοί από τους αρτιμελείς συνανθρώπους μας δεν σέβονται εκείνους που γεννήθηκαν με κάποια αναπηρία ή τη απέκτησαν στη διάρκεια της ζωής τους, παραβλέποντας ότι και οι ίδιοι ή ένας δικός τους άνθρωπος θα μπορούσε να βρίσκεται στην ίδια θέση.
Μάλιστα, η συμπεριφορά ορισμένων δεν ανταποκρίνεται ούτε στη στοιχειώδη κοινωνική συμπεριφορά απέναντι σ’ αυτούς τους ανθρώπους, αφού, πέρα από άλλα, εμποδίζουν και την πρόσβασή τους σε αυτονόητα αγαθά. Και δεν είναι λίγες οι φορές που, χάριν της βολής τους, σταθμεύουν σε διαβάσεις ή σε χώρους προορισμένους για εκείνους, αδιαφορώντας πλήρως για το πώς η ενέργειά τους θα επηρεάσει την καθημερινότητα συνανθρώπων που μετακινούνται με αναπηρικό αμαξίδιο ή, όντας τυφλοί, με τη συνοδεία σκύλου ή απλά με το αναγνωριστικό μπαστούνι τους, ή αντιμετωπίζουν οποιαδήποτε δυσκολία στη μετακίνησή τους λόγω γήρατος ή ασθένειας.
Κι όλα αυτά σε μια εποχή που αρέσκεται να μιλά για τα δικαιώματα των ανθρώπων, και δικαίως, καθώς και για τη λεγόμενη συμπερίληψη, δηλαδή την αποδοχή και την ένταξη όλων στο κοινωνικό σύνολο χωρίς αποκλεισμούς. Από το να μιλάς όμως για κάτι, μέχρι ουσιαστικά να το υπερασπίζεσαι μέσω της συμπεριφοράς σου, υπάρχει απόσταση, την οποία οφείλεις ως μέλος της κοινωνίας να διανύσεις. Αυτό σημαίνει να γνοιαστείς, να μάθεις, να κατανοήσεις και ν’ αλλάξεις κάποια στοιχεία του εαυτού σου χάριν των συνανθρώπων σου.
Δύσκολο να συμβεί αυτό στη ναρκισσιστική εποχή μας, ίσως αντιτείνουν μερικοί. Οπωσδήποτε, αλλά αν καμία προσπάθεια δεν γίνει, μικρή ή μεγάλη, απ’ όλους, η κοινωνία θα εξελίσσεται, όχι ως ζούγκλα (διότι και η ζούγκλα έχει τους κανόνες της), αλλά ως ένας χώρος απάνθρωπος, στον οποίο δεν αξίζει να ζεις.
Μεγάλη η απογοήτευση; Όχι! Όσο υπάρχουν άνθρωποι, πολλά μπορούν να γίνουν καλύτερα! Άλλωστε, λίγο-πολύ, όλοι έχουμε κάποιον γνωστό ή αγαπημένο με εκ γενετής ή επίκτητη αναπηρία, ενώ η ζωή προσφέρει ικανό αριθμό σχετικών παραδειγμάτων, τα οποία δεν είναι αναγκαίο να παρατεθούν εδώ. Εκείνο, όμως, που οφείλουμε να κάνουμε, είναι να τους κατανοήσουμε κατά το δυνατόν. Αυτό σημαίνει να προσπαθήσουμε να μπούμε στη θέση τους, πράγμα δύσκολο, η αλήθεια είναι, και τότε, κάνοντας ως άτομα και κοινωνία αυτή την υπέρβαση, όλα θα είναι καλύτερα. Εκείνοι δεν θα νιώθουν περιθωριοποιημένοι κι εμείς θα είμαστε άνθρωποι με το άλφα κεφαλαίο.
Πολύ περισσότερο, που, αν μπούμε σ’ αυτή τη διαδικασία, θα διδαχθούμε πολλά και θα κατέβουμε από το άτι της αβέβαιης υπεροχής μας, την οποία συχνά δεν αξιοποιούμε, ώστε να εξελιχθούμε ως πρόσωπα και ως μέλη του κοινωνικού συνόλου. Και ομολογώ πως έχω θαυμάσει πολλών τέτοιων ανθρώπων την αγωνιστικότητα, την αξιοπρέπεια, την προσπάθειά τους να ξεπεράσουν εμπόδια και να κάνουν την όποια αναπηρία τους εφαλτήριο για πολυποίκιλη βελτίωση και εξέλιξη σε διάφορους τομείς, προνομιακούς για τους αρτιμελείς πολίτες.
Παρακολουθώντας, μάλιστα, και τους φετινούς παραολυμπιακούς αγώνες, ένιωσα ιδιαίτερα περήφανη ως άνθρωπος και, όχι σπάνια, έμεινα ενεή και βαθιά υποκλίθηκα σ’ όλους τους αθλητές, είτε πήραν μετάλλιο είτε όχι! Και φυσικά, πολύ συγκινήθηκα με την παρουσία των Ελλήνων αθλητών, στο βλέμμα και τα λόγια των οποίων διάβασα, για άλλη μια φορά, τι σημαίνει ν’ αγωνίζεσαι, να ξεπερνάς δυσκολίες και να τα καταφέρνεις, λαβαίνοντας ή όχι διάκριση!
Συμπερασματικά, αν επιθυμούμε να βελτιώσουμε την κοινωνία μας, οφείλουμε να παραδειγματιζόμαστε απ’ αυτούς τους ανθρώπους και με το δικό μας στη συνέχεια παράδειγμα να διδάσκουμε τα παιδιά και τους νέους! Εξάλλου, ποτέ τα λόγια, όσα κι αν λέμε, δεν έχουν τη δύναμη του παραδείγματος. Από λόγια είναι χορτασμένη η εποχή μας, παραδείγματα σεβασμού στον άνθρωπο χρειάζεται, διότι, όπως έλεγε και ο ποιητής Γιώργος Σεφέρης, «Σ’ αυτόν τον κόσμο που ολοένα στενεύει, ο καθένας μας χρειάζεται όλους τους άλλους. Πρέπει να αναζητήσουμε τον άνθρωπο όπου κι αν βρίσκεται». Ας τον αναζητήσουμε, λοιπόν, ξεκινώντας από εμάς…