Ειδικοί των δύο αυτών χώρων εξηγούν στο «Ε» τον τρόπο που οι δύο αυτές προσεγγίσεις θεραπείας βοηθούν και υποστηρίζουν αναπτυξιακά παιδιά και ενήλικες
Τις προσεγγίσεις τους παρουσιάζουν οι λογοθεραπευτές Σμαρώ Κιμούντρη, Κόντε-Χασάν Μπουσρά και Κωνσταντίνος Θεραπίδης, καθώς και η εργοθεραπεύτρια Ευανθία Πανταζοπούλου
Όπως ακριβώς τα διάφορα μέρη του σώματός μας συνδέονται μεταξύ τους και η λειτουργία του ενός επηρεάζει τα υπόλοιπα, κάτι ανάλογο παρατηρείται και στην σχέση που αναπτύσσεται μεταξύ της λογοθεραπείας και της εργοθεραπείας. Ουσιαστικά, πολλές από τις δυσκολίες που καλείται να αντιμετωπίσει ο εργοθεραπευτής σχετίζονται με την ανάπτυξη του λόγου. Πρόκειται σήμερα για ευρέως διαδεδομένες λειτουργίες υποστήριξης παιδιών με μαθησιακές δυσκολίες και προβλήματα λόγου. Ουκ ολίγες φορές, μάλιστα, εργοθεραπευτής και λογοθεραπευτής συνεργάζονται σε μία κοινή προσπάθεια να μεγιστοποιήσουν τη λειτουργική πρόοδο και να επιταχύνουν τους ρυθμούς της. Στο «Ε» μιλούν για το αντικείμενό τους οι λογοθεραπευτές/τριες Σμαρώ Κιμούντρη, Κόντε-Χασάν Μπουσρά, Κωνσταντίνος Θεραπίδης και η εργοθεραπεύτρια Ευανθία Πανταζοπούλου. Μέσα από έναν εύληπτο και σαφή λόγο, αποτυπώνουν μία ολοκληρωμένη εικόνα για τον κλάδο τους, «ρίχνουν φως» σε ό,τι μέχρι και σήμερα συγχέουμε ή ακόμη και αγνοούμε…
Κ. Θεραπίδης για λογοθεραπεία: «‘’Λόγος’’ είναι η ομιλία, αλλά και η επικοινωνία μέσω των εκφράσεων του προσώπου. Δηλαδή, ως επιστήμη, δίνει προέκταση και σε όσους δεν μιλούν»
«Η λογοθεραπεία είναι λέξη σύνθετη, λόγος + θεραπεία. ‘’Λόγος’’ είναι η ομιλία, αλλά και η επικοινωνία μέσω των εκφράσεων του προσώπου. Δηλαδή, ως επιστήμη, δίνει προέκταση και σε όσους δεν μιλούν. Τα πρώτα έγγραφα που απαντούν στη λογοθεραπεία τοποθετούνται χρονικά το 1910 και αφορούν γλωσσάρια και πρακτικές για όσους δεν μπορούν να μιλήσουν. Η πρώτη σχολή ιδρύεται στην Πάτρα τον 20ό αιώνα και ακολουθούν αυτές στα Ιωάννινα και την Καλαμάτα. Ουσιαστικά, μετά τη δεκαετία του ’80, εμφανίζεται στην πράξη η χρησιμότητα της λογοθεραπείας και οι σχετικές καμπάνιες. Παράλληλα, αυτή την περίοδο ξεκινούν και οι συντονισμένες προσπάθειες από ιδιώτες λογοθεραπευτές», όπως μας ανέφερε για τη διαδρομή, εξέλιξη και εδραίωση της λογοθεραπείας ο ειδικός Κωνσταντίνος Θεραπίδης.
Με παιδιά ασχολείται κατεξοχήν η λογοθεραπεία. Η λογοθεραπεύτρια Σμαρώ Κιμούντρη διευκρίνισε πως στη λογοθεραπεία τόσο η ίδια όσο και οι υπόλοιποι συνάδελφοι-ειδικοί του χώρου ασχολούνται κυρίως με παιδιά, αλλά και σπανιότερα με ενήλικες. «Δουλεύουμε είτε με παιδάκια που ακόμη δεν έχουν ξεκινήσει να μιλούν, είτε με αυτά που άργησαν πολύ να μιλήσουν ή σε κάποιες άλλες περιπτώσεις, πιθανόν, και με εκείνα που δεν λένε καθαρά κάποιους ήχους και κάνουν λάθη στη σύνταξη των προτάσεων. Επίσης, συναντάμε παιδάκια που παρουσιάζουν δυσκολίες στη ροή του λόγου τους, δηλαδή τραυλισμό, αυτισμό (στα πρώτα στάδια), νοητική στέρηση και μαθησιακές δυσκολίες», εξήγησε η ίδια.
Στο σημείο αυτό, η λογοθεραπεύτρια Κόντε-Χασάν Μπουσρά ορίζει τη λογοθεραπεία ως μία επιστήμη που ασχολείται με την πρόληψη, αξιολόγηση και την παρέμβαση σε διαταραχές λόγου και φώνησης. «Ασχολείται με όλες τις ηλικίες και αντιμετωπίζει περιπτώσεις αναπτυξιακών διαταραχών και μαθησιακών δυσκολιών, καθώς και καθυστερήσεις στον λόγο και την ομιλία, διαταραχές στη ροή», όπως πρόσθεσε. «Καλούμαστε να διαχειριστούμε περιστατικά που αφορούν στην συντριπτική πλειοψηφία παιδιά και σχετίζονται άμεσα με την εκφορά λόγου και την έκφανση των φωνολογικών. Επιπλέον, στους ενήλικες αντιμετωπίζουμε περιπτώσεις αφασίας και κατάποσης», ανέφερε επιπλέον ο Κωνσταντίνος Θεραπίδης.
Σε ποια ηλικία μπορεί να απευθυνθεί σε λογοθεραπευτή ένα παιδί;
Ακολούθως, η κ. Κιμούντρη εξήγησε πως τα παιδιά απευθύνονται στον λογοθεραπευτή συνήθως μετά την ηλικία των 3-3,5 ετών, αν και δεν αποκλείεται να τον επισκεφθούν και μεγαλύτερα παιδιά, λόγου χάρη γυμνασίου. Βέβαια, υπογράμμισε πως ακόμη και στην ηλικία των 2,5 ετών μπορεί να χρειαστεί βοήθεια ένα παιδί στην περίπτωση που δεν μιλά ή αν το κρίνει ο παιδοψυχίατρος. Πάντως, η ίδια θεωρεί σημαντικό να μπει το παιδί σε μία ρουτίνα ως προς την οριοθέτησή του, για να είναι τελικά σε θέση να μάθει τι είναι το «κάθομαι και συνεργάζομαι».
Στη συνέχεια, ανέλυσε τη μέθοδο που χρησιμοποιεί στη δουλειά της, τονίζοντας: «Δουλεύουμε μέσα από κάρτες, αλλά καταπιανόμαστε συνάμα και με πιο απτά αντικείμενα σε μικρές κυρίως ηλικίες για να βοηθήσουμε τα παιδάκια περισσότερο. Έπειτα, στο κομμάτι της άρθρωσης κάποιου γράμματος τους δείχνουμε τον τρόπο να το προφέρουν σωστά μέσα από συλλαβούλες, λεξούλες και ποιηματάκια».
Εφαρμογή ενός εξατομικευμένου προγράμματος προτάσσει η Κόντε-Χασάν Μπουσρά
«Ανάλογα με τη δυσκολία που εντοπίζουμε, προχωρούμε σε αξιολόγηση και εφαρμογή ενός εξατομικευμένου προγράμματος παρέμβασης, θέτοντας ως στόχο την ομαλή ανάπτυξη του λόγου, της ομιλίας, του λεξιλογίου και της αντίληψης, μακριά από αρθρωτικές-φωνολογικές, νευρολογικές διαταραχές, καθώς και διαταραχές σίτισης και κατάποσης (δυσφαγία)», πρόσθεσε συμπληρωματικά η Κόντε-Χασάν Μπουσρά.
Πολύ σημαντικό το κλίμα συνεργασίας με τους γονείς για την κ. Κιμούντρη
Επιπροσθέτως, η κ. Κιμούντρη προσδιόρισε ως πολύ σημαντικό το κλίμα καλής συνεργασίας που υπάρχει με τους γονείς. «Για αυτό τον λόγο, στο τέλος βάζουμε μέσα τους γονείς με σκοπό να τους εξηγήσουμε τι γίνεται, ώστε να μπορέσουν να το περάσουν και στο σπίτι. Άλλωστε, όσες φορές κι αν το δουν εδώ, δεν αρκεί, αλλά πρέπει να γίνει καθημερινό βίωμα για να έχει τόσο άμεσα αποτελέσματα», επεσήμανε.
Τα λεπτά όρια λογοθεραπείας-εργοθεραπείας ως προς το ζήτημα που εστιάζουν
«Η εργοθεραπεία έχει να κάνει κυρίως με την αδρή και την λεπτή κίνηση του παιδιού, τη συγκέντρωση, την προσοχή του και την οριοθέτηση, δηλαδή σχετίζεται με άλλα πράγματα, όχι πάντως με τον λόγο», αποσαφήνισε η κ. Κιμούντρη. Αναφορικά με το αντικείμενο της εργοθεραπείας, διαβεβαίωσε πως σε περιπτώσεις δυσκολιών στην επικοινωνία συνδυάζεται η δουλειά και με την εργοθεραπεία.
«Συνήθως ένα παιδάκι που είναι πολύ πίσω στον λόγο του χρήζει και λογοθεραπείας, διότι θα καθυστερήσει και η αναπτυξιακή του κίνηση. Συνεπώς, πολλές φορές δουλεύουμε παράλληλα ή ενδεχομένως η εργοθεραπεία μπορεί και να προηγείται», συμπλήρωσε. Σε κάθε περίπτωση, εξήγησε πως η εργοθεραπεία έχει να κάνει με την ενδυνάμωση του σώματος. Με λίγα λόγια, προετοιμάζει το παιδί να κάνει κάποιες κινήσεις, ώστε να μπορεί μετέπειτα να συντονίσει και το σώμα του, αλλά και να ακολουθήσει και άλλες διαδικασίες», παρατηρεί.
Ο κόσμος της εργοθεραπείας: Απαραίτητη παρέμβαση για τις καθυστερήσεις ή δυσκολίες σε βασικούς αναπτυξιακούς τομείς
Ως προς τον τρόπο που λειτουργεί η εργοθεραπεία, μίλησε στο «Ε» η εργοθεραπεύτρια, Ευανθία Πανταζοπούλου, αναλύοντας τόσο το επίπεδο όσο και το πλαίσιο της θεραπευτικής παρέμβασης, καθώς και την σπουδαιότητα της προσέγγισης από το οικογενειακό περιβάλλον.
Τι είναι η εργοθεραπεία; Πότε ένα παιδί χρειάζεται εργοθεραπεία και από ποια ηλικία μπορεί να ξεκινήσει ένα θεραπευτικό πρόγραμμα;
Ως εργοθεραπεία ορίζεται η επιστήμη που βοηθά τους ανθρώπους με μειωμένη λειτουργικότητα να αποκτήσουν ή να επανακτήσουν τις δεξιότητες που απαιτούνται προκειμένου να πετύχουν την εκτέλεση των καθημερινών τους έργων στο μέγιστο βαθμό. Οι παρεμβάσεις βασίζονται στη θεραπευτική χρήση ειδικά επιλεγμένων δραστηριοτήτων που απορρέουν από τα βασικά ανθρώπινα έργα στους τομείς της αυτοφροντίδας, της παραγωγικότητας και της αξιοποίησης του ελεύθερου χρόνου. Η εργοθεραπεία εφαρμόζεται ευρέως σε άτομα με ψυχικές, φυσικές, σωματικές, αναπτυξιακές ή/και συναισθηματικές διαταραχές και συνεργάζεται στενά με άλλες ειδικότητες υγείας. Επίσης, οι επαγγελματίες εργοθεραπείας προσφέρουν τις υπηρεσίες τους σε όλες τις ηλικιακές ομάδες, ενθαρρύνοντας τα άτομα να συμμετέχουν σε δραστηριότητες που επιθυμούν οι ίδιοι.
Ένα παιδί μπορεί να χρειαστεί εργοθεραπεία όταν παρουσιάζει καθυστερήσεις ή δυσκολίες σε βασικούς αναπτυξιακούς τομείς, όπως, για παράδειγμα, οι δεξιότητες αδρής και λεπτής κινητικότητας, ο γνωστικός τομέας, η αισθητηριακή ολοκλήρωση ή η εκτέλεση καθημερινών δραστηριοτήτων. Η παροχή υπηρεσιών εργοθεραπείας είναι εφικτό να ξεκινήσει σε οποιαδήποτε ηλικία, ακόμα και από τη βρεφική ηλικία. Οι πρώιμες παρεμβάσεις είναι συχνά πιο αποτελεσματικές για την αντιμετώπιση αναπτυξιακών καθυστερήσεων ή προβλημάτων. Συνήθως, η εργοθεραπεία μπορεί να προταθεί κατά την προσχολική ηλικία (2-5 ετών) ή ακόμα και νωρίτερα, ανάλογα με τις ανάγκες του παιδιού και τις συστάσεις των ειδικών.
Σε ποιους τομείς παρεμβαίνει ο εργοθεραπευτής; Ποιες δυσκολίες αντιμετωπίζει;
Ο εργοθεραπευτής παρεμβαίνει στους τομείς των αδρών και λεπτών κινητικών δεξιοτήτων, της αισθητηριακής επεξεργασίας, της αυτονομίας σε καθημερινές δραστηριότητες, της κοινωνικής αλληλεπίδρασης και της γνωστικής ανάπτυξης. Εστιάζει στην ενίσχυση της λειτουργικότητας του παιδιού, ώστε να μπορεί να συμμετέχει πλήρως σε ατομικές, σχολικές και κοινωνικές δραστηριότητες. Ο τελικός στόχος είναι η ενίσχυση της συνολικής λειτουργικότητας του παιδιού και η βελτίωση της ποιότητας ζωής του, μέσω εξατομικευμένων παρεμβάσεων.
Ο εργοθεραπευτής μπορεί να αντιμετωπίσει μια ποικιλία ελλειμμάτων που αφορούν την ανάπτυξη και τη λειτουργικότητα των παιδιών. Πιο συγκεκριμένα, τα πιο κοινά ελλείμματα αφορούν τη χρήση γραφικών εργαλείων ή τη χειραγώγηση μικρών αντικειμένων, τις δυσκολίες στην εκτέλεση σωματικών δραστηριοτήτων, τις γνωστικές δεξιότητες που αφορούν κυρίως τη μνήμη, την προσοχή και τη μάθηση, την υπερευαισθησία ή υποευαισθησία σε διάφορα αισθητηριακά ερεθίσματα, την αυτονομία σε καθημερινές δραστηριότητες, τη συναισθηματική ρύθμιση, την κοινωνική αλληλεπίδραση, καθώς και την ένταξη.
Ποιος είναι ο ρόλος των γονέων στην ατομική θεραπεία του παιδιού;
Ο ρόλος των γονέων στην ατομική θεραπεία του παιδιού είναι κρίσιμος και πολυδιάστατος, με έντονες επιδράσεις στην αποτελεσματικότητα της παρέμβασης. Οι γονείς λειτουργούν ως βασικοί υποστηρικτές και συνεργάτες στη διαδικασία. Ο ρόλος τους περιλαμβάνει συνήθως τη συμμετοχή στη θεραπεία, παρακολουθώντας και υιοθετώντας τις στρατηγικές και τις ασκήσεις που προτείνονται από τον εργοθεραπευτή, τη συναισθηματική υποστήριξη του παιδιού και τη δημιουργία ενός υποστηρικτικού περιβάλλοντος. Επιπλέον, παρέχουν πολύτιμες πληροφορίες σχετικά με τις ανάγκες και τις συνήθειες του παιδιού, προάγοντας έτσι τη συνεργασία και τη συνέπεια στη θεραπεία.
Η δέσμευση των γονέων στη θεραπευτική διαδικασία είναι ζωτικής σημασίας για την επίτευξη των επιθυμητών αποτελεσμάτων. Με την ενεργό συμμετοχή τους, οι γονείς συμβάλλουν στην ενίσχυση της λειτουργικότητας του παιδιού και στη βελτίωση της ποιότητας ζωής του.