Με καταβολή στους λογαριασμούς των δικαιούχων και όχι έκπτωση στο ρεύμα
Δύο πτυχές έχει η ενοποίηση του επιδόματος θέρμανσης στο ρεύμα, με τη στήριξη για τα υπόλοιπα καύσιμα, στην οποία αναφέρθηκε σε τηλεοπτική του συνέντευξη ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Θόδωρος Σκυλακάκης.
Η πρώτη αφορά τη διαδικασία καθορισμού των κριτηρίων των δικαιούχων και της μεθοδολογίας υπολογισμού των ποσών, η οποία από φέτος θα γίνει με την ίδια Κοινή Υπουργική Απόφαση. Η δεύτερη -και πιο «ορατή» για τους καταναλωτές- είναι πως το επίδομα στο ρεύμα θα αρχίσει από φέτος κι αυτό να καταβάλλεται στους τραπεζικούς λογαριασμούς των δικαιούχων. Αντίθετα, πέρυσι -πρώτη φορά επιδότησης της ηλεκτρικής ενέργειας για θέρμανση- η στήριξη είχε παρασχεθεί μέσω έκπτωσης στους λογαριασμούς ρεύματος.
Η αλλαγή αυτή, με τη σειρά της, ανοίγει τον δρόμο ώστε και στην ηλεκτρική ενέργεια μεγάλο μέρος της στήριξης να παρασχεθεί προκαταβολικά. Μάλιστα, όπως ανέφερε ο υπουργός, η προκαταβολή φέτος θα δοθεί τον Δεκέμβριο. Αναμένεται να αγγίζει το 60%, με το υπόλοιπο ποσό να καταβάλλεται την άνοιξη του 2025. Επομένως, και όσα νοικοκυριά χρησιμοποιούν κάποια ηλεκτρική λύση για να ζεσταθούν, θα μπορούν να προγραμματίσουν καλύτερα τον προϋπολογισμό τους.
Όπως συμπλήρωσε ο κ. Σκυλακάκης, τα ποσά αναμένεται να κυμαίνονται από 100 έως 1.000 ευρώ για όλες τις μορφές ενέργειας, αν και φαίνεται πως το πάνω όριο θα κλειδώσει στα 1.200 ευρώ τελικά. Σε κάθε περίπτωση, η στήριξη στη θέρμανση με ρεύμα θα είναι μεγαλύτερη κατά 25% περίπου από ό,τι στο πετρέλαιο. Ο λόγος είναι πως το 60% περίπου της ηλεκτρικής ενέργειας παράγεται πλέον από ΑΠΕ, επομένως πρόκειται για μία πολύ πιο «πράσινη» πηγή θέρμανσης σε σχέση με τα ορυκτά καύσιμα.
Αξίζει να σημειωθεί επίσης ότι φέτος το επίδομα στο ρεύμα θα καλύψει όλη την περίοδο θέρμανσης, ενώ πέρυσι είχε δοθεί μόνο για ένα τρίμηνο (Ιανουάριος – Μάρτιος 2024). Κατά συνέπεια, όσοι έλαβαν πέρυσι στήριξη μέσω εκπτώσεων στους λογαριασμούς ηλεκτρισμού, και είναι και φέτος δικαιούχοι, θα έχουν αισθητά πιο σημαντική ενίσχυση.
Τα εισοδηματικά και κοινωνικά κριτήρια για τους δικαιούχους θα είναι ίδια με πέρυσι, εκτός συγκλονιστικού απροόπτου. Το ποσό για κάθε νοικοκυριό θα εξαρτηθεί από το σύστημα βαθμοημερών, οι οποίες αποτελούν δείκτη για τη δριμύτητα κλίματος μίας περιοχής και χρησιμοποιούνται στον υπολογισμό των φορτίων θέρμανσης ενός κτιρίου και της απαιτούμενης κατανάλωσης ενέργειας για τη θέρμανσή του.
Σε όλα τα καύσιμα, η προκαταβολή θα υπολογιστεί με βάση τις περσινές καιρικές συνθήκες (βαθμοημέρες), ενώ το υπόλοιπο ποσό θα προσδιοριστεί με βάση τις βαθμοημέρες που θα προκύψουν για τη φετινή περίοδο θέρμανσης (Οκτώβριος – Μάρτιος). Επομένως, μέσω της δεύτερης καταβολής θα γίνει διόρθωση του συνολικού επιδόματος, με βάση τις καιρικές συνθήκες του φετινού χειμώνα.
Ο εξηλεκτρισμός της θέρμανσης αποτελεί «όχημα» για τη μείωση των εκπομπών, περιορίζοντας παράλληλα την ατμοσφαιρική ρύπανση. Για την προώθησή του, μέσα στον Νοέμβριο πρόκειται να μπει στη γραμμή αφετηρίας το πρόγραμμα επιδότησης αντλιών θερμότητας σε νοικοκυριά, το οποίο είχε παρουσιάσει από τη ΔΕΘ η Υφυπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Αλεξάνδρα Σδούκου.
Το πρόγραμμα έχει προϋπολογισμό 60 εκατ. ευρώ και χρηματοδοτείται με κεφάλαια από το Ταμείο Ανάκαμψης. Θα «τρέξει» χωρίς εισοδηματικά κριτήρια, παρέχοντας επιδότηση 50% του κόστους προμήθειας της αντλίας θερμότητας (με ποσό αγοράς έως 5.000 ευρώ) και 50% για την εκτέλεση των απαιτούμενων εργασιών (ποσό παρεχόμενων υπηρεσιών έως 500 ευρώ).
Παράλληλα, το ΥΠΕΝ έχει προβλέψει μία σειρά από διατάξεις στο σχέδιο νόμου που κατατέθηκε πριν από λίγα 24ωρα στη Βουλή, με σκοπό να απλοποιηθεί η αδειοδότηση της εγκατάστασης αντλιών θερμότητας και να επιταχυνθούν οι σχετικές διαδικασίες. Ενδεικτικά, απαλλάσσονται από την άδεια εγκατάστασης οι αερόψυκτες αντλίες θερμότητας ανεξαρτήτως ισχύος, καθώς και οι γεωθερμικές αντλίες θερμότητας κλειστού κυκλώματος με ισχύ που δεν υπερβαίνει τα 100 kW.
Οι εγκαταστάσεις αυτές λογίζονται ως ηλεκτρικές συσκευές ή εγκαταστάσεις και ο ΑΔΜΗΕ ή ο ΔΕΔΔΗΕ προχωρούν στη σύνδεση στο δίκτυο και στην ηλεκτροδότησή τους. Αν η ηλεκτρική ισχύς των αντλιών θερμότητας δεν υπερβαίνει τα 50 kW, ο Διαχειριστής του Ελληνικού Δικτύου Διανομής Ηλεκτρικής Ενέργειας προβαίνει στη σύνδεση στο δίκτυο και στην ηλεκτροδότησή τους, εντός 14 ημερών από την υποβολή αίτησης, εκτός εάν απαιτούνται περαιτέρω εργασίες για τις συνδέσεις με το δίκτυο.