Με τη «Χοντρομπαλού» (1880) ο Γκυ ντε Μωπασάν, που έμελλε να αναδειχθεί σε κορυφαίο διηγηματογράφο, κέρδισε την αναγνώριση, πλάθοντας έναν από τους πιο επιτυχημένους χαρακτήρες του πεζογραφικού του έργου
Το «Ε» προτείνει το βιβλίο του Γκυ ντε Μωπασάν με τίτλο «Χοντρομπαλού» από τις εκδόσεις Κίχλη.
ΝΟΡΜΑΝΔΙΑ, 1870. Μέσα στη δίνη του Γαλλοπρωσικού Πολέμου, δέκα πολίτες της Ρουέν προσπαθούν να διαφύγουν από την κατεχόμενη πόλη, επιβαίνοντας σε μια άμαξα. Οι επιβάτες αποτελούν μικρογραφία της γαλλικής κοινωνίας: ευγενείς, αστοί και δύο μοναχές συνιστούν την ομάδα των “καθωσπρέπει” ατόμων, που εκπλήσσονται δυσάρεστα όταν ανακαλύπτουν ότι συνταξιδεύουν με μια νεαρή πόρνη, τη Χοντρομπαλού. Κατά τη διάρκεια του αναγκαστικού συγχρωτισμού τους τα εθνικά και κοινωνικά στερεότυπα ανατρέπονται: ενώ τα ευυπόληπτα πρόσωπα τηρούν στάση ιδιοτελούς ουδετερότητας απέναντι στον κατακτητή, η Χοντρομπαλού εκφράζει έναν αγνό και πηγαίο πατριωτισμό. Επιπλέον, με την αξιοπρέπεια, τη γενναιοδωρία της και τα ειλικρινή της αισθήματα, σε αντιδιαστολή με την υποκρισία των συνεπιβατών της, διαψεύδει τις προκαταλήψεις που συνδέονται με το ήθος και την κοινωνική της θέση.
Με τη “Χοντρομπαλού” (1880) ο Γκυ ντε Μωπασάν, που έμελλε να αναδειχθεί σε κορυφαίο διηγηματογράφο, κέρδισε την αναγνώριση, πλάθοντας έναν από τους πιο επιτυχημένους χαρακτήρες του πεζογραφικού του έργου.
Ο Γκυ ντε Μωπασάν γεννιέται στη Νορμανδία το 1850 και πεθαίνει στο Παρίσι το 1893. Ξεκινά να γράφει σε ηλικία δεκατριών χρόνων και συνεχίζει να δουλεύει εντατικά μέχρι το τέλος της ζωής του. Στο έργο του περιλαμβάνονται έξι μυθιστορήματα, οκτώ θεατρικά έργα, μερικές ποιητικές συλλογές, πολλά δοκίμια, άρθρα και ταξιδιωτικά αφηγήματα και το κυριότερο, πάνω από τριακόσια διηγήματα. Ο Μωπασάν μεγαλώνει στη Νορμανδία, κοντά στη φύση και τους ανθρώπους της υπαίθρου. Είναι ένα πανέξυπνο αγόρι με μεγάλη παρατηρητικότητα που απολαμβάνει εξίσου το παιχνίδι με τη μελέτη. Όταν ο Γκυ γράφει τους πρώτους του στίχους, η μητέρα του, ενθουσιασμένη τον αναθέτει στον Φλωμπέρ , παλιό οικογενειακό φίλο, που γίνεται ο πνευματικός πατέρας του Μωπασάν. Σε ηλικία δεκαεννέα ετών ξεκινά σπουδές στη νομική σχολή του Παρισιού και αργότερα προσλαμβάνεται στο δημόσιο. Το 1874 γνωρίζει στο σπίτι του Φλωμπέρ τον Ζολά, ο οποίος τον περιβάλλει με φιλία και τον εισάγει σ’ έναν κύκλο μεγάλων καλλιτεχνών της εποχής. Το 1880 με τη βοήθεια του Ζολά εκδίδεται το διήγημά του “Χοντρομπαλού” χάρη στο οποίο αναγνωρίζεται ως μεγάλος διηγηματογράφος. Παραιτείται από το υπουργείο και ασχολείται αποκλειστικά με το γράψιμο. Ο Μωπασάν αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα υγείας και πεθαίνει από σύφιλη σε ψυχιατρική κλινική του Παρισιού σε ηλικία μόλις σαράντα τριών ετών. Στα 310 διηγήματά του έχει καταγράψει την πραγματικότητα σε όλες της τις εκφάνσεις, αποστασιοποιημένα, χωρίς να αναπτύσσει κοινωνικούς προβληματισμούς, με ύφος λιτό και ακριβές, άλλοτε ανάλαφρο και περιπαικτικό και άλλοτε πικρό και ζοφερό.