Το βιβλίο του Nick Srnicek «Ο Καπιταλισμός της Πλατφόρμας» ενώ εκδόθηκε το 2016, κυκλοφόρησε φέτος στα ελληνικά σε άψογη μετάφραση των Γιώργου Μαριά και Αλέξανδρου Μινωτάκη από τις εκδόσεις Τόπος
Μπορεί κάποιος ή κάποια να φανταστεί τη ζωή του χωρίς πρόσβαση στο ιντερνέτ; Πιθανότατα όχι, με δεδομένο ότι όλη μας η καθημερινότητα, από την διασκέδαση έως τις οικονομικές μας συναλλαγές, από την ενημέρωσή έως τις χαλαρές στιγμές στον καναπέ μας, περιστρέφεται γύρω από το διαδίκτυο και τις πλατφόρμες, τα οποία είναι πανέτοιμα να ικανοποιήσουν όλες μας τις ανάγκες.
Όταν εισερχόμαστε σε μια πλατφόρμα, ένα ολόκληρο οικονομικό σύστημα μπαίνει σε λειτουργία αναζητώντας δεδομένα, παράγοντας κέρδος και εδώ έρχεται το ρηξικέλευθο βιβλίο του Nick Srnicek «Ο Καπιταλισμός της Πλατφόρμας» να διερευνήσει την άνοδο των ψηφιακών πλατφορμών και τον βαθύ αντίκτυπό τους στην οικονομία και την κοινωνία. Το βιβλίο που δημοσιεύτηκε το 2016, και κυκλοφόρησε στα Ελληνικά μόλις το 2024 σε μία άψογη μετάφραση και επίμετρο των Γιώργου Μαριά και Αλέξανδρου Μινωτάκη από τις εκδόσεις Τόπος, εξετάζει τον τρόπο με τον οποίο οι πλατφόρμες, όπως η Google, το Facebook, η Amazon και η Uber έχουν γίνει κυρίαρχοι «παίκτες» σε διάφορους κλάδους, αξιοποιώντας το «φαινόμενο δικτύου» και τα δεδομένα για να επιτύχουν πρωτοφανή επίπεδα ισχύος στην αγορά.
Ο Srnicek υποστηρίζει ότι αυτές οι πλατφόρμες λειτουργούν σύμφωνα με μια νέα λογική του καπιταλισμού, που χαρακτηρίζεται από τη δημιουργία εσόδων από δεδομένα, την αλγοριθμική διακυβέρνηση και τη δημιουργία αγορών όπου «ο νικητής τα παίρνει όλα». Το βιβλίο εμβαθύνει στις οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές επιπτώσεις του καπιταλισμού πλατφόρμας, εγείροντας ανησυχίες σχετικά με τις μονοπωλιακές τάσεις, το απόρρητο των δεδομένων, τα εργασιακά δικαιώματα και τη συγκέντρωση πλούτου και εξουσίας στα χέρια λίγων τεχνολογικών κολοσσών.
Η άνοδος των πλατφορμών – Κρίσιμες έννοιες
Το βιβλίο του Srnicek γίνεται στα χέρια των αναγνωστών ένας μεγεθυντικός φακός όπου σταχυολογούνται οι σχέσεις που συνδέουν χρήστες, παραγωγούς και καταναλωτές σε διάφορες αγορές, δημιουργώντας οικοσυστήματα μέσα στα οποία δημιουργείται αξία μέσω της ανταλλαγής δεδομένων και υπηρεσιών.
Η συγκέντρωση δεδομένων, κατά τον Srnicek, είναι ζωτικής σημασίας. Οι πλατφόρμες συγκεντρώνουν τεράστιες ποσότητες δεδομένων των χρηστών μέσω αλληλεπιδράσεων, συναλλαγών και συμπεριφορών στην πλατφόρμα. Αυτά τα δεδομένα στη συνέχεια συγκεντρώνονται, αναλύονται και χρησιμοποιούνται για τη βελτίωση των υπηρεσιών της πλατφόρμας, την εξατομίκευση των εμπειριών των χρηστών και τη στόχευση των διαφημίσεων. «Πρέπει να θεωρήσουμε τα δεδομένα ως την πρώτη ύλη που πρέπει να εξαχθεί και τις δραστηριότητες των χρηστών ως τη φυσική πηγή αυτής της πρώτης ύλης. Ακριβώς όπως το πετρέλαιο, τα δεδομένα είναι ένα υλικό που πρέπει να εξαχθεί, να διυλιστεί και να χρησιμοποιηθεί ποικιλοτρόπως, Όσο πιο πολλά δεδομένα έχει κάποιος τόσο περισσότερες οι δυνητικές χρήσεις του», σημειώνει ο συγγραφέας.
Μέσω των δεδομένων, δημιουργούνται οικοσύστηματα που συγκεντρώνουν χρήστες, παραγωγούς και καταναλωτές σε διασυνδεδεμένα δίκτυα. Αυτά τα οικοσυστήματα επιτρέπουν την ανταλλαγή αγαθών, υπηρεσιών και πληροφοριών, ενισχύοντας την καινοτομία, τη συνεργασία και τη δημιουργία αξίας. Ωστόσο, το βιβλίο εξετάζει τα ερωτήματα σχετικά με τον πανοπτικό έλεγχο[1], καθώς οι πλατφόρμες λειτουργούν ως φύλακες που ελέγχουν την πρόσβαση σε πόρους και ευκαιρίες μέσα στα οικοσυστήματα τους.
«Όλοι είμαστε μεσαία τάξη, όλοι είμαστε εν δυνάμει επιχειρηματίες»
Ο καπιταλισμός της πλατφόρμας μεταμορφώνει τις αγορές εργασίας και τις σχέσεις εργασίας, οδηγώντας στην εμφάνιση νέων μορφών εργασίας και εργασιακών ρυθμίσεων. Αυτός είναι ο μύθος, ο οποίος προωθείται στον ανεπτυγμένο καπιταλιστικό κόσμο ως μία υποτιθέμενα «νέα» μορφή οικονομίας, που αναδύθηκε από τις στάχτες της οικονομικής κρίσης του 2008: η οικονομία του διαμοιρασμού.
Αλλά ποια είναι η πραγματικότητα; Όντως η οικονομία του διαμοιρασμού αντιπροσωπεύει μια τεράστια αλλαγή στον τρόπο με τον οποίο η κοινωνία λειτουργεί και οργανώνεται; Και επιπροσθέτως, με τον συνδυασμό της πληροφορικής και της αυτοματοποίησης, έχει πράγματι μετασχηματιστεί ριζικά προς το καλύτερο η φύση της εργασίας και κατά συνέπεια οι θέσεις εργασίας;
Σε αυτά τα ερωτήματα επιχειρεί να απαντήσει ο Srnicek και προχωρά συμπεραίνοντας ότι οι θέσεις εργασίας που δημιουργούνται από τις πλατφόρμες, όπως η εργασία που σχετίζεται με μικροδουλειές και η εργασία κατ’ απαίτηση, συχνά στερούνται σταθερότητας, προστασίας και παροχών που συνδέονται με την παραδοσιακή απασχόληση. Οι εργαζόμενοι στην οικονομία της πλατφόρμας αντιμετωπίζουν συχνά επισφαλείς συνθήκες, χαμηλούς μισθούς και περιορισμένη πρόσβαση σε κοινωνική προστασία, εγείροντας ανησυχίες για τα εργασιακά δικαιώματα και την κοινωνική ανισότητα.
Εναλλακτικά μοντέλα οικονομίας. Είναι εφικτά;
Το στοχευμένο επίμετρο των μεταφραστών, όμως, εκτός από το εύστοχο σχολιασμό των θέσεων του συγγραφέα καλύπτει μία βασική ανάγκη: την εξεύρεση εναλλακτικών απέναντι σε μία αδηφάγα οικονομική χίμαιρα.
Πρώτον, προτείνεται ως μία δυνατή λύση ο ψηφιακός εργατισμός δηλαδή ο συνδυασμός της μελέτης των συνθηκών εργασίας και των εργατικών αντιστάσεων με την ενεργή συμμετοχή σε αυτές μέσα σε ένα περιβάλλον που γεννά και συντηρεί τρομαχτικές ανισότητες. Δεύτερον, οι συνεργατικές συνεταιριστικές πλατφόρμες αναφέρονται ως μοντέλα που μπορούν να προσφέρουν μία εναλλακτική, η οποία μπορεί να αποτελέσει «πόλο αντίστασης».
Η πρόκληση που αντιμετωπίζουμε σήμερα είναι να καταπολεμήσουμε αυτές τις εγγενείς τάσεις του μοντέλου της πλατφόρμας με επίκεντρο τα δεδομένα και τις συχνά αντίθετες συνέπειές τους και να σχεδιάσουμε τρόπους για να αντιμετωπίσουμε τη δύναμή τους. Η υποτίμηση της κυριαρχίας τους χρησιμεύει μόνο για να κατοχυρώσει τη θέση τους, και καθώς το συγκεκριμένο οικονομικό μοντέλο πρωταγωνιστεί στην παγκόσμια οικονομία, γίνεται ακόμη πιο σημαντικό να κατανοήσουμε τη λειτουργία τους και το βιβλίο του Srnicek ανοίγει την συζήτηση δίνοντας στον αναγνώστη τα εφόδια εκείνα που θα τον βοηθήσουν να κάνει τις σωστές ερωτήσεις.
[1] Το Πανοπτικόν είναι ένας τύπος κτιρίου-φυλακής, σχεδιασμένο με τέτοιο τρόπο ώστε οι κρατούμενοι (από φυλακισμένοι έως και ασθενείς) να βρίσκονται υπό συνεχή παρακολούθηση, να γνωρίζουν ότι παρακολουθούνται, όμως να μην μπορούν να δουν ποιος τους παρακολουθεί.