Η Ελλάδα τρώει τα παιδιά της. Ένας χρόνος συμπληρώνεται από το εθνικό δράμα των Τεμπών και μαζί με όλα τα συγκλονιστικά που έχουμε ακούσει από γονείς θυμάτων, τραυματίες και επιβάτες της μοιραίας αμαξοστοιχίας IC62, μάθαμε το εξής: στην Ελλάδα του 21ου αιώνα, οποιαδήποτε στιγμή, μπορεί να συμβεί η πιο απροσδόκητη τραγωδία. Σωρεία ανθρώπινων λαθών και παραλείψεων βρήκαν «πρόσφορο έδαφος σε ένα περιβάλλον συνολικής περιφρόνησης κανονισμών και διαδικασιών».
Μέσα σε λίγες λέξεις αποτυπώνεται εναργώς η δυστοπική πραγματικότητα για όλα αυτά που (δεν) έγιναν, με αποτέλεσμα εκείνο το μοιραίο βράδυ η χώρα να μετρά 57 νεκρούς, η πλειοψηφία των οποίων ήταν νέοι και νέες. Πρόκειται για ένα από τα συμπεράσματα της Επιτροπής Διερεύνησης Ανεξάρτητων Πραγματογνώμων, η οποία συγκροτήθηκε από τις οικογένειες των θυμάτων.
Aραγε, πόσα άλλα περιβάλλοντα «συνολικής περιφρόνησης κανονισμών και διαδικασιών» αναπτύσσονται γύρω μας χωρίς να το γνωρίζουμε; Πράγματι, ένας φονικός συνδυασμός από ανθρώπινα λάθη, εγκληματικές αβλεψίες και ατέρμονη γραφειοκρατία ελληνικού χαρακτήρα οδήγησε αργά και βασανιστικά στη σύγκρουση των τρένων. Κάθε κρίκος λειτούργησε σωρευτικά και όλοι μαζί προκάλεσαν την αλυσιδωτή αντίδραση. Και αν το μερίδιο ευθύνης του σταθμάρχη είναι αναγνωρισμένο, αξίζει να σταθεί κανείς στο απόσπασμα της νέας δίωξης που ασκήθηκε σε 15 στελέχη της ΕΡΓΟΣΕ: «Εάν η σύμβαση 717/2014 είχε εγκαίρως και στα αρχικά συμβατικά πλαίσια ολοκληρωθεί, θα αποφεύγονταν μετά βεβαιότητος η επέλευση του δυστυχήματος». Eνα άλλο «εάν», αυτό των Ανεξάρτητων Πραγματογνωμόνων, ξυπνά ακόμα περισσότερα «γιατί»: «Αρκούσε μόνο η φωτοσήμανση για να είχε αποφευχθεί η σύγκρουση».
Ανάμεσα στα «εάν» και τα «γιατί», ένα μπαλάκι των ευθυνών πηγαίνει πέρα-δώθε μεταξύ όσων υπηρέτησαν τα τελευταία χρόνια στις αρμόδιες θέσεις του ΟΣΕ και του ΕΡΓΟΣΕ. Αυτό και αν είναι μάθημα που τόσα χρόνια έχουμε εμπεδώσει. Ας ελπίσουμε ότι στην πολυαναμενόμενη δίκη θα δοθούν οι απαραίτητες απαντήσεις.
Εκτός, όμως, των ποινικών, επικρέμανται και άλλα μείζονα ερωτήματα: Για πόσο ακόμα οι δαιδαλώδεις γραφειοκρατικές διαδικασίες περί των συμβάσεων θα ορθώνουν ασφαλή τείχη πίσω από τα οποία θα κρύβονται επιμελώς οι ανευθυνο-υπεύθυνοι;
Πότε θα είναι σε θέση το ελληνικό Δημόσιο να εκτελεί όπως πρέπει το καθήκον του; Υπάρχει πολιτική δύναμη που να μπορεί να εγγυηθεί ότι ο πολυπόθητος εκσυγχρονισμός αυτής της χώρας δεν είναι κάτι θεωρητικό, αλλά εφαρμόζεται στην πράξη;
Και επί του πεδίου: Τι ακριβώς έχει πραγματοποιηθεί από το δυστύχημα έως σήμερα ώστε να είναι ασφαλής ο σιδηρόδρομος;
Ανατρέξτε στα συμπεράσματα των Ανεξάρτητων Πραγματογνωμόνων για να βγάλετε τα δικά σας συμπεράσματα. Πόσο γρήγορα ξεχνάμε σε αυτή τη χώρα; Φοβάμαι ότι αν δεν υπήρχαν η Μαρία Καρυστιανού και οι μαυροφορεμένες οικογένειες, θα ξεχνούσαμε αρκετά γρήγορα τα Τέμπη. Είναι, όμως, δύσκολο να κρυφτείς από γονείς νεκρών παιδιών.
Ακόμα ένα μάθημα από τα Τέμπη. Είναι «επιτακτική η ανάγκη να ερευνηθεί και να απαντηθεί, μετά από αξιολόγηση, κάθε ισχυρισμός και καταγγελία που προβάλλεται από συγγενείς θυμάτων ή θύματα και τους συνηγόρους τους, ώστε το πέρας της ανάκρισης να μην αφήσει ουδεμία αμφιβολία ως προς το ότι οι εισαγγελικές και ανακριτικές αρχές διερεύνησαν κάθε πτυχή της υπόθεσης, επιτελώντας στο ακέραιο το καθήκον τους». Αυτά διεμήνυσε, σχεδόν ένα χρόνο μετά το δυστύχημα, η Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου προς την Προϊσταμένη της Εισαγγελίας Εφετών Λάρισας.
Δεν αρκεί να απαλειφθούν οι αμφιβολίες για το αν και σε τι βαθμό η Δικαιοσύνη έκανε τη δουλειά της. Δεν είμαστε εκεί. Είμαστε εκεί όπου οι αμφιβολίες πληθαίνουν: Τι οδήγησε στην τεράστια έκρηξη μετά τη σύγκρουση των τρένων; Γιατί οι Αρχές έσπευσαν μέσα σε τρεις ημέρες να καθαρίσουν τον τόπο του δυστυχήματος; Πώς εξηγείται το γεγονός ότι 30 από τους 57 νεκρούς απανθρακώθηκαν ολοσχερώς;
Αν δεν δοθούν επαρκείς απαντήσεις σε αυτά και άλλα τόσα, τα οποία πρέπει να συμπεριληφθούν στη δικογραφία, ένα είναι βέβαιο: το έλλειμμα εμπιστοσύνης έναντι του κράτους θα διογκώνεται. Το αίσθημα της ατιμωρησίας διαβρώνει την κοινωνία, ειδικά τη νεολαία –αυτή δηλαδή που επλήγη περισσότερο από όσα συνέβησαν το μαύρο βράδυ της 28ης Φεβρουαρίου του 2023. Και αυτό είναι, ίσως, το πιο σκληρό μάθημα από όλα.
Η κυβέρνηση δεν χρεώθηκε τα Τέμπη. Τουλάχιστον εξ ολοκλήρου, καθώς πράγματι οι πολιτικές ευθύνες επιμερίζονται σε βάθος χρόνου. Έφτασε, όμως, για ακόμα μια φορά να συζητήσουμε ξανά τον νόμο περί ευθύνης υπουργών και τη λειτουργία των εξεταστικών και προανακριτικών επιτροπών της Βουλής.
Είναι δεδομένο ότι η Εξεταστική για τα Τέμπη έκλεισε άτσαλα, χωρίς την κλήση μαρτύρων που θα μπορούσαν να ρίξουν περισσότερο φως στην κυβέρνηση. Όπως άτσαλο ήταν το «όχι» της πλειοψηφίας σε Προανακριτική που θα εξέταζε πιθανές ευθύνες των δύο τελευταίων υπουργών Μεταφορών, Κώστα Καραμανλή και Χρήστου Σπίρτζη.
Είναι αυτές ακριβώς οι κινήσεις που νομιμοποιούν 750.000 Ελληνες να ζητούν την κατάργηση της βουλευτικής ασυλίας. Είναι αυτές ακριβώς οι κινήσεις που οδηγούν σε ακόμα μεγαλύτερη απαξίωση του πολιτικού συστήματος. Είναι αυτές ακριβώς οι κινήσεις που επιφέρουν την υποβάθμιση του πολιτικού και νομικού πολιτισμού της χώρας.
Τις τελευταίες ημέρες η υπόθεση των Τεμπών λαμβάνει άλλη τροπή. Και καλώς συμβαίνει. Μπορεί οι νεκροί να μη γυρίζουν πίσω, η μνήμη τους όμως είναι παρούσα και η ανάδειξη της αλήθειας είναι ο ελάχιστος φόρος τιμής για αυτούς που χάθηκαν. Υποχρέωση της Ελλάδας είναι να προστατεύει τα παιδιά της. Το μάθημα είναι σκληρό. Πρέπει, όμως, να το μάθουμε.
Πιέρρος Ι. Τζανετάκος