“Σικάγο γίναμε!” έλεγαν οι παλιοί. Επηρεασμένοι προφανώς από τις γκανγκστερικές ταινίες, φαντάζονταν την αμερικάνικη μεγαλούπολη σαν μία κόλαση του εγκλήματος, οργανωμένου και ανοργάνωτου, όπου έπρεπε κανείς να πηγαίνει τοίχο-τοίχο για να μην τον πυροβολήσουν, να μην τον μαχαιρώσουν, να μην τον βιάσουν, να μην τον ληστέψουν έστω. “Σικάγο” έτεινε να καταντήσει στο μυαλό τους και η Ελλάδα εξαιτίας της εξαχρείωσης των ηθών, τού τεντυμποϊσμού, και της ολιγωρίας του νόμου. Αυτά κατά τις δεκαετίες του 1960 και του 1970, που αρκετοί, στα γεράματά τους, τις νοσταλγούν. Τις εξιδανικεύουν. “Τότε” ψευτοθυμούνται “κοιμόμασταν με τις πόρτες ξεκλείδωτες και με τα παράθυρα ανοιχτά…”
Το ίδιο συμβαίνει και σήμερα. Βομβαρδιζόμενοι από ειδήσεις για φόνους γυναικών, κυκλώματα μαστροπείας, συμμορίες ανηλίκων, πολλοί συμπολίτες μας ανατριχιάζουν. “Η κοινωνία μας διαλύεται!” εξανίστανται. “Είναι πλέον επικίνδυνο και να κυκλοφορείς στον δρόμο. Και να στέλνεις ακόμα το παιδί σου στο σχολείο!” Οι τηλεοπτικοί δημοσιογράφοι με τρεμάμενη φωνή και με ανατριχιαστικές περιγραφές υποθάλπουν τον τρόμο.
Εάν κανείς εγκύψει στις στατιστικές, η παραπάνω εντύπωση ανατρέπεται εντελώς. Με βάση τα επίσημα στοιχεία της Ελληνικής Αστυνομίας, το 2022 σημειώθηκαν οι λιγότερες ανθρωποκτονίες από το 1987. Εβδομήντα εννέα. Είναι αμελητέο εβδομήντα εννέα άνθρωποι να χάνουν μέσα σε ένα έτος τη ζωή τους από το χέρι του συζύγου, του στενού τους συγγενή, του φίλου, του γείτονα; Ή απλώς επειδή τυχαία βρέθηκαν στο λάθος σημείο τη λάθος στιγμή; Προφανώς όχι. Το 2011 ωστόσο οι δολοφονηθέντες ήταν εκατόν ογδόντα τέσσερις. Το 1997, τριακόσιοι πενήντα. Το 2013 -την πιο μαύρη χρονιά- έφτασαν τους τριακόσιους εξήντα τέσσερις.
Αντίστοιχη κάμψη παρατηρείται και στα ελαφρύτερα εγκλήματα. Οι κλοπές-διαρρήξεις μειώθηκαν το 2022 κατά 12,12% σε σύγκριση με τον μέσο όρο της περιόδου 2015-2019. Οι κλοπές τροχοφόρων κατά 30,48% ενώ οι ληστείες κατά 35,69%. “Έχουμε μπει στο 2024!” θα επισημάνει κάποιος. Λέτε η εγκληματικότητα από πέρυσι να εκτινάχθηκε; Δεν το πιστεύω.
Συνελόντι ειπείν, η Ελλάδα γίνεται μια ολοένα και πιο ασφαλής χώρα. Η αστυνόμευση όσον αφορά την πάταξη, την εξιχνίαση αλλά και την πρόληψη έχει βελτιωθεί προφανώς, χάρη και στην τεχνολογία. Με τόσες κάμερες σπαρμένες παντού, με τα “έξυπνα” μηχανάκια, κινητά και ρολόγια, να καταγράφουν κάθε μας ανάσα, ο επίδοξος φονιάς θα το ξανασκεφτεί.
Εκτός και αν είναι τόσο ηλίθιος όσο ο πιλότος του ελικοπτέρου που έκοβε βόλτες μες στο σπίτι ενώ είχε ήδη πνίξει την κοπέλα, ενώ τον είχαν δήθεν δεμένο οι διαρρήκτες στην καρέκλα, και η συσκευή στο χέρι του κατέγραφε κάθε του βήμα. Ή σαν τον πρωτοχρονιάτικο σφαγέα της Θεσσαλονίκης, ο οποίος ύστερα από την ειδεχθή του πράξη έστελνε μηνύματα από το τηλέφωνο του θύματος, μη συνειδητοποιώντας ότι η αστυνομία μπορεί να εντοπίσει πού βρίσκεται το κάθε κινητό, με ακρίβεια ελάχιστων μέτρων.
Γιατί λοιπόν δημιουργείται τέτοιο κλίμα πανικού; Διότι, πρώτον, τα εγκλήματα, όπως προανέφερα, πουλάνε. Σε μια περίοδο χωρίς έντονες πολιτικές αναταράξεις, πώς θα γεμίσουν τα δελτία ειδήσεων; Πώς θα κερδίσουν επισκεψιμότητα οι ενημερωτικές ιστοσελίδες; Με τα καινούργια τιμολόγια της ΔΕΗ; Με τις εχθροπραξίες μεταξύ Χούθι και Αμερικάνων; Η Υεμένη κείται μακράν… Η τραγική 41χρονη αντιθέτως (τι άχαρος νεωτερισμός να αναφέρονται τα θύματα και οι θύτες μονάχα με την ηλικία τους, σάμπως η ηλικία να αποτελεί τη βασική ιδιότητα του κάθε ανθρώπου, σάμπως το ζοφερό περιβάλλον, η φτώχεια, ο αποκλεισμός να μην προοιωνίζονται το κακό), η τραγική 41χρονη ζούσε στη Θεσσαλονίκη…
Δεύτερον και ακόμα πιο σημαντικό πιστεύω: η τρομολαγνεία εξυπηρετεί, βολεύει, ψυχολογικά αν μη τι άλλο.
Σκεφτείτε έναν πικραμένο μεσήλικα, ο οποίος νοιώθει ως μόνη του προοπτική το άχαρο γήρας, φθονεί και εχθρεύεται ως εκ τούτου τούς νέους. Πόσο παρηγορητικό να ισχυρίζεται, στον εαυτό του και στους άλλους, πως οι δεκαπεντάρηδες και οι εικοσάρηδες τής σήμερον είναι συλλήβδην βουτηγμένοι στα ναρκωτικά! Ότι ακούνε μόνο τραπ! Πως έχουν διαφθαρεί εξ απαλών ονύχων από όσα βλέπουν καρφωμένοι στις οθόνες -το μυαλό τους κουρκούτι, η αγραμματοσύνη τους πηχτή-, τα μεν αγόρια χούλιγκαν, τα δε κορίτσια πόρνες, ψαρεύουν “φραγκάτους” από το διαδίκτυο… Ενώ στην εποχή του, οι συνομήλικοί του ήταν άγγελοι επί της γης. Ξεκοκάλιζαν τον Λουντέμη, απήγγειλαν τον Λειβαδίτη, τραγουδούσαν τον Σαββόπουλο -“τα παλιά του, τα αγωνιστικά, όχι μετά που ξεπουλήθηκε στο σύστημα!”-, είχαν ευαισθησίες και κοινωνικά οράματα. Τις είδαμε τις ευαισθησίες και τα οράματα τους τον καιρό της αστακομακαρονάδας…
Σκεφθείτε μία στρατευμένη νεοφεμινίστρια, η οποία έχει πρεμούρα να αποδείξει τον ισχυρισμό της ότι οι γυναικοκτονίες έχουν γίνει μάστιγα. “Πενήντα χιλιάδες δολοφονούνται ετησίως μόνο και μόνο επειδή ήταν θηλυκότητες!” διάβασα πρόσφατα και ειλικρινά τρόμαξα. Αντιλήφθηκα έπειτα ότι μιλάμε για έναν παγκόσμιο πληθυσμό ο οποίος υπερέβη στις 15 Νοεμβρίου του 2022 τα οκτώ δισεκατομμύρια ανθρώπους – μία συνεπώς στις εκατόν εξήντα χιλιάδες πέφτει θύμα γυναικοκτονίας – σε αυτόν τον αριθμό μάλιστα εντάσσουμε και τις γυναίκες που ζουν σε βάρβαρες θεοκρατικές κοινωνίες, όπου συνηθίζεται η κλειτορειδεκτομή. Όπου το να μη φοράς μπούργκα επιφέρει σωματική ποινή, ακόμα και λιθοβολισμό…
Είναι λίγες πενήντα χιλιάδες νεκρές τον χρόνο; Κάθε άλλο!
Αντί όμως να ελεεινολογούμε τη δημοκρατική Δύση, με τα κατοχυρωμένα ύστερα από σκληρούς αγώνες δικαιώματα, ας κοιτάξουμε πέρα από τη μύτη μας. Όσο απέχει η Αθήνα από το τρισεπικίνδυνο Σικάγο που φαντασιώνονταν οι παππούδες μας, άλλο τόσο απέχει από την σημερινή αληθινή Τεχεράνη. Οι γυναίκες στο Ιράν δεν μπορούν να εργαστούν χωρίς την έγγραφη έγκριση των ανδρών-“κηδεμόνων” τους ούτε να εκδώσουν διαβατήριο ούτε να καταγγείλουν ενδοοικογενειακή κακοποίηση.
Εκεί είναι που πρέπει να αλλάξει άρδην η κατάσταση. Προς τα εκεί ας διοχετευθεί η αλληλεγγύη, η αγωνιστικότητά μας. Όπως επίσης και προς τα εγχώρια γκέτο, τις δομές των προσφύγων, τους καταυλισμούς των Ρομά, προς ό,τι βρίσκεται πέρα από το οπτικό μας πεδίο, μακριά από την προστατευμένη -και ας μην το παραδεχόμαστε- δική μας καθημερινότητα.
Κάτι τέτοιο όμως θα απαιτούσε γερά κότσια κι ακόμα πιο γερό στομάχι. Κάλλιο να εκτονωνόμαστε από την ασφάλεια του σπιτιού μας ολοφυρόμενοι στα σόσιαλ μίντια.
Χρήστος Χωμενίδης