«Τα βιβλία μου ήταν τα πουλιά και οι φωλιές μου, τα κατοικίδια ζώα μου, ο στάβλος και η εξοχή μου· η βιβλιοθήκη ήταν το σύμπαν παγιδευμένο σ έναν καθρέφτη»
Το «Ε» προτείνει το βιβλίο του Ζαν-Πωλ Σαρτρ με τίτλο «Οι Λέξεις» από τις εκδόσεις Άγρα και σε μετάφραση της Ειρήνης Τσολακέλλη.
Άρχισα τη ζωή μου όπως θα την τελειώσω: ανάμεσα στα βιβλία. Στο γραφείο του παππού μου υπήρχαν παντού βιβλία· το ξεσκόνισμά τους απαγορευόταν, εκτός από μια φορά το χρόνο, τον Οκτώβριο πριν ανοίξουν τα σχολεία. Δεν ήξερα ακόμη να διαβάζω και σεβόμουν ήδη αυτές τις όρθιες πέτρες· κάθετες ή κεκλιμένες, στριμωγμένες σαν τούβλα στα ράφια της βιβλιοθήκης ή μεγαλοπρεπώς και απλόχωρα τοποθετημένες, σαν αλέες από μενίρ· ένιωθα ότι η ευημερία της οικογένειά μας εξαρτιόταν από αυτές. […] Ξεφάντωνα σε ένα μικροσκοπικό τέμενος, περιτριγυρισμένο από ογκώδη, αρχαία μνημεία που με είχαν δει να γεννιέμαι, που θα με έβλεπαν να πεθαίνω και των οποίων η σταθερότητα μου εγγυώνταν ότι το μέλλον θα ήταν τόσο ήρεμο όσο και το παρελθόν. […] Τα βιβλία μου ήταν τα πουλιά και οι φωλιές μου, τα κατοικίδια ζώα μου, ο στάβλος και η εξοχή μου· η βιβλιοθήκη ήταν το σύμπαν παγιδευμένο σ έναν καθρέφτη· είχε τον ατελείωτο πλούτο, την ποικιλία, το απρόβλεπτο.
Σαρτρ, Ζαν Πωλ
Ο Ζαν-Πωλ Σαρτρ (Jean-Paul Charles Aymard Sartre) γεννήθηκε στο Παρίσι την 21η Ιουνίου 1905. Ήταν Γάλλος φιλόσοφος, λογοτέχνης, κριτικός και πολιτικός ακτιβιστής, ο κυριότερος εκπρόσωπος του φιλοσοφικού υπαρξισμού και φαινομενολογίας, καθώς και υποστηρικτής της πολιτικής θεωρίας του Μαρξισμού. Σε ηλικία δύο μόλις ετών έμεινε ορφανός από πατέρα. Μεγάλωσε με τις φροντίδες της μητέρας του και του παππού του Καρλ Σβάιτσερ της γνωστής αλσατικής οικογένειας του “ιατροφιλόσοφου της ζούγκλας” Άλμπερτ Σβάιτσερ. Σπούδασε σε διάφορα λύκεια της Γαλλίας και αργότερα στην Παιδαγωγική Ακαδημία του Παρισιού. Διορίστηκε καθηγητής φιλοσοφίας σε διάφορες πόλεις. Πρωτοεμφανίστηκε στα γράμματα προπολεμικά, αλλά μετά την Κατοχή και την Απελευθέρωση το έργο του έγινε διεθνώς γνωστό. Θεωρούσε ότι οι διανοούμενοι πρέπει να παίζουν ενεργό ρόλο στην κοινωνία και ο ίδιος υπήρξε στρατευμένος καλλιτέχνης (όχι όμως και στρατευμένος από κάποιο κράτος ή καθεστώς) στηρίζοντας τις αριστερές πολιτικές επιλογές του με τη ζωή του και το έργο του. Στις δυτικές χώρες του ασκήθηκε έντονη κριτική για την υποστήριξη του προς τις κομμουνιστικές κυβερνήσεις της εποχής, όπως αυτές του Φιντέλ Κάστρο στην Κούβα, του Μάο στην Κίνα, καθώς και των Ερυθρών Χμερ στην Καμπότζη, αλλά και εντός της Γαλλίας για την υποστήριξη των Αλγερινών επαναστατών έναντι των γαλλικών στρατευμάτων κατά τον πόλεμο της Αλγερίας. Για τη στάση του αυτή έγινε απόπειρα δολοφονίας εναντίον του. Ο Σαρτρ είναι επίσης γνωστός για την ανοικτή σχέση που διατηρούσε με τη διάσημη θεωρητικό του φεμινισμού και φιλόσοφο-μυθιστοριογράφο, Σιμόν ντε Μποβουάρ. Αχώριστοι πάνω από μισό αιώνα και οι δύο μαζί αμφισβήτησαν τις κοινωνικές και πολιτισμικές συμβάσεις του περιβάλλοντος στο οποίο μεγάλωσαν, το οποίο θεωρούσαν μεγαλοαστικό και ρηχό (μπουρζουά) ως προς τον τρόπο ζωής και σκέψης. Η σύγκρουση μεταξύ της καταδυναστευτικής, και πνευματικά καταστροφικής, συμμόρφωσης με το κατεστημένο, και η αναζήτηση του αυθεντικού τρόπου του υπάρχειν αποτέλεσε την κύρια θεματολογία της πρώιμης περιόδου του Σαρτρ. Αυτήν αποτύπωσε στο κύριο φιλοσοφικό του έργο με τίτλο Το είναι και το μηδέν (L”Etre et le Neant) το οποίο εκδόθηκε το 1943. Αποστρεφόταν τις επίσημες τελετές και τα αξιώματα και γι” αυτό τον λόγο, το 1964, αρνήθηκε να παραλάβει το βραβείο Νόμπελ λογοτεχνίας, αναφέροντας πως ένας συγγραφέας δεν πρέπει να επιτρέψει στον εαυτό του να μετατραπεί σε θεσμό. Το έργο του εξακολουθεί να επηρεάζει και να αποτελεί αντικείμενο μελέτης των κοινωνιολογίας, κριτικής θεωρίας, μετα-αποικιοκρατισμού και λογοτεχνικής ανάλυσης. Έφυγε από την ζωή στις 15 Απριλίου 1980.