Αρχική ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ Αφιερώματα Ο Ξανθιώτης Πεζογράφος Μιχάλης Μπουναρτζίδης και Τέσσερα Μυθιστορήματα του (Β’ Μέρος)

Ο Ξανθιώτης Πεζογράφος Μιχάλης Μπουναρτζίδης και Τέσσερα Μυθιστορήματα του (Β’ Μέρος)

0
Θανάσης Μουσόπουλος
Φιλόλογος,συγγραφέας,ποιητής

ΤΙ ΝΑ ΣΗΜΑΙΝΟΥΝ ΟΙ ΣΗΜΥΔΕΣ; 2019

Τέσσερα χρόνια μετά την «Περιπλάνηση του Βιολιού», το 2019 έχουμε ένα μυθιστόρημα με τίτλο ερωτηματικό: «Τι να σημαίνουν οι σημύδες;».  Προτού αναφερθούμε στο τρίτο  αυτό μυθιστόρημα του Μιχάλη Μπουναρτζίδη, ας πούμε δυο τρία στοιχεία για τις σημύδες και τον συμβολισμό τους.

 

Βρήκα στο διαδίκτυο ένα άρθρο του Stephen Reese ιστορικού που ειδικεύεται στα σύμβολα και τη μυθολογία.

Οι σημύδες «Είναι ανθεκτικά δέντρα που αντέχουν σε δυσμενείς συνθήκες και πιστεύεται ότι ήταν από τα πρώτα είδη που αναγεννήθηκαν μετά τη μεγάλη εποχή των παγετώνων. Λόγω αυτού του λόγου, η σημύδα είναι επίσης γνωστή ως Δέντρο πρωτοπόρων  […] Στον πολιτισμό των ιθαγενών της Αμερικής, η σημύδα συνδέεται έντονα με την καθοδήγηση και την προστασία […]  Στην κέλτικη μυθολογία, η ασημένια σημύδα θεωρείται ένα από τα πιο ιερά δέντρα, που συμβολίζει το νέο ξεκίνημα […] Σε ορισμένες χώρες, όπως η Ρωσία, για κάθε νεογέννητο παιδί φυτεύεται μια σημύδα, καθώς πιστεύεται ότι θα φέρει καλή τύχη στο παιδί σε όλη του τη ζωή […]  Στον σλαβικό πολιτισμό, η σημύδα αντιπροσωπεύει τη θηλυκότητα καθώς και την ευτυχία και την ευλογία για τις γυναίκες ».

Καταλήγοντας  ο Στήβεν Ρις γράφει: «Η σημύδα είναι ένα μοναδικό και όμορφο δέντρο που λέγεται ότι διαθέτει προστατευτική αλλά και θετική ενέργεια. Παραμένει ένα από τα πιο πρακτικά και ευρέως χρησιμοποιούμενα δέντρα. Σε ορισμένους πολιτισμούς, όπως αυτός των Κελτών, η σημύδα θεωρείται ιερή και ειδική».

Μετά από όλα αυτά τα  στοιχεία, το ερώτημα του συγγραφέα δημιουργεί περισσότερες – θα έλεγα – απορίες.

ΤΙ ΝΑ ΣΗΜΑΙΝΟΥΝ ΟΙ ΣΗΜΥΔΕΣ;

«Τη ρώτησε μόνο για τις σημύδες που είδε στο όνειρό του. Τί να σήμαιναν;

Είχε περάσει κιόλας μια εβδομάδα από τότε που έφυγε με το τρένο ο αδελφός Ευγένιος, και οι ρυθμοί στο μοναστήρι επανήλθαν στο κανονικό. Το κανονικό είχε φθάσει να είναι μια ντουζίνα μοναχοί και «μοναχοί» που συμβίωναν αναγκαστικά με έναν Ρώσο, μια Ρωσίδα, έναν Πολωνό, όλοι τους λιποτάκτες με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, έναν άλλο Ρώσο κι έναν Ελληνογάλλο, δραπέτες από στρατόπεδα, και μια Γερμανορωσίδα χήρα που ακολουθούσε τον έναν δραπέτη. Όλο αυτό ήταν το «κανονικό» που το αναστάτωσε για λίγο η παρουσία ενός φυγάδα Ναζί. Με περίσσεια διπλωματική γλώσσα ο Αβάς Αλόις μίλησε για ισορροπία κατανόησης, όταν ο Αντρέγιεφ τη βάφτισε «ισορροπία του τρόμου».
Δεν είχε κατασταλάξει τι από τα δύο ήταν.
Θυμήθηκε κι άλλους απ’ αυτόν τον θίασο του δρόμου, τον Κροάτη Επίσκοπο, έπειτα τους Έλληνες φασίστες, τον Ναζί λαθρέμπορο, και τον Κυριάκο. Αυτό το οδοιπορικό που ξεκίνησε τέλος Γενάρη του 1945 λίγο έξω από το Άουσβιτς, θα τέλειωνε παραμονή Χριστουγέννων στη Σαλονίκη…
Ένα επικό μυθιστόρημα που διαβάζεται απνευστί».

Το μυθιστόρημα αυτό του Μιχάλη Μπουναρτζίδη θεωρώ ότι είναι το πιο «οργανωμένο» και «πολυεπίπεδο»  έργο του. Το απόλαυσα δύο φορές· τη δεύτερη για να κρατήσω κάποια σημεία που θα τα παραθέσω στην ενότητα με τα αποσπάσματα.

Στη συνέχεια θα δώσω τον λόγο στη Δήμητρα Γ. Μπεχλικούδη, διδάκτορα φιλολογίας, που δημοσίευσε κείμενα για το μυθιστόρημα αυτό  και για το επόμενο, την «Αποδοχή Κληρονομιάς», όπως θα δούμε.

Η ερευνήτρια σημειώνει ότι ο συγγραφέας στα μυθιστορήματά του μάχεται τη λήθη με κοινό στοιχείο το ιστορικό υπόβαθρο.  Στη σελίδα 69 σημειώνεται ο χρόνος της ιστορίας.

«Είναι 27 Ιανουαρίου του 1945, ημέρα που οι Σοβιετικοί μπήκαν στο Άουσβιτς. Ήδη, έχει μέσα από μια σειρά συμπτώσεις, πραγματοποιηθεί «επί σκηνής» η συνάντηση των χαρακτήρων του έργου. Ο Αλεξάντρ, ο αφηγητής, Ελληνογάλλος δραπέτης από ένα στρατόπεδο αιχμαλώτων, εν προκειμένω το Άουσβιτς, ντυμένος με μια κλεμμένη γερμανική χλαίνη επιχειρεί την άγνωστης έκβασης διαφυγή του. Στην πορεία μπαίνοντας σε ένα  εγκαταλελειμμένο αγροτόσπιτο τον περιμένει μια έκπληξη: πίσω από την κάνη ενός όπλου που τον σημαδεύει, βρίσκεται μια γυναίκα. Είναι η Νάντια Χέλερ, Γερμανορωσίδα, χήρα στρατιωτικού των Ες Ες. Η αποκάλυψη των ταυτοτήτων θα γίνει σταδιακά, όταν θα υποχωρήσουν ο φόβος, η αμοιβαία καχυποψία, η ανασφάλεια. Το σπίτι βρίσκεται στη Σλοβακία, πολύ κοντά στα σύνορα της Πολωνίας […] Στη συνέχεια, μια ετερόκλητη ομάδα 6 προσώπων εισβάλλει αιφνιδίως στο αγροτόσπιτο: δυο Ρώσοι και μια Ρωσίδα, οι Μπολσεβίκοι, τρεις Ναζί, ο ένας Γάλλος, ο άλλος Καλμούκος και μια Γερμανίδα, λιποτάκτες και φυγάδες όλοι τους, κι ένας Πολωνός φυγάς».

Όλα αυτά τα πρόσωπα, λιποτάκτες και φυγάδες, έχουν ένα κοινό σκοπό: να γλιτώσουν και να γυρίσουν στην πατρίδα τους. Μετά τον πόλεμο και  τα δράματα σε κάθε επίπεδο, που πολύ παραστατικά και «ψύχραιμα» θα έλεγα εικονογραφεί ο συγγραφέας,  η Δήμητρα Γ. Μπεχλικούδη σημειώνει ότι «το οδοιπορικό τους περνάει από τη Σλοβακία, την Αυστρία, τη Βαυαρία, την Ελβετία – με τις σταδιακές «απώλειες» κατά τη διαδρομή – και φτάνει ως την Ελλάδα και πιο συγκεκριμένα, ως τη Θεσσαλονίκη».

Κλείνοντας την εύστοχη ανάλυση της  Δ.  Γ. Μπεχλικούδη, στέκομαι σε δύο επισημάνσεις της. Η πρώτη σχετίζεται με το ιστορικό «βλέμμα» του Μ. Μπουναρτζίδη:

«Ο συγγραφέας επιχειρεί να δει τα πράγματα απ’ όλες τις πλευρές. Συχνά, τα θύματα γίνονται θύτες και οι θύτες θύματα μέσα στον παραλογισμό που κυριαρχεί και βέβαια δεν αναφέρεται στις τερατώδεις ηγεσίες από τις οποίες εκπορεύονται τα φοβερά που συμβαίνουν, αλλά στους πολλούς, που βρίσκονται παγιδευμένοι. Η προσέγγιση των ζητημάτων αυτών συνιστά μια σοβαρή και τεκμηριωμένη πολιτική ανάλυση των γεγονότων, χωρίς η ιστορία να καταπίνει τη λογοτεχνία».

Η δεύτερη επισήμανση αναφέρεται  στην «τεχνική» του συγγραφέα: «Η επιβράδυνση της αφήγησης και η συχνή εστίαση στην καθημερινότητα και στις λεπτομέρειές της υπηρετούν πιστά τον εσωτερικό ρυθμό του κειμένου: την αγωνία, τη διάψευση, τις διακυμάνσεις των συναισθημάτων».

Μερικά δικά μου σχόλια θα τα παραθέσω μαζί με αποσπάσματα σε επόμενη ενότητα.

ΑΠΟΔΟΧΗ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ, 2023

Τέσσερα χρόνια μετά τις «Σημύδες», κυκλοφόρησε το μυθιστόρημα «Αποδοχή κληρονομιάς». Το ιδιαίτερο αυτού του έργου, όπως σημειώνει η Δήμητρα Γ. Μπεχλικούδη, είναι ότι ο αφηγητής  εναγκαλίζεται τον ρόλο του συγγραφέα. Θα δούμε τις απόψεις της, αφού παραθέσουμε το κείμενο του οπισθόφυλλου:

ΑΠΟΔΟΧΗ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ

«Μια συνάντηση σ’ ένα χώρο όπου οι ζωντανοί λένε συνήθως καλή μέρα και ας μη γνωρίζονται – ίσως και να είχαν περάσει πενήντα χρόνια από τότε που είχε αντικρίσει ο ένας τον άλλο! Μια φωτογραφία στη μαρμαρόπλακα (1912-1960) – την είχα ζήσει αυτή την απώλεια, είχα ακούσει και κάποια μισόλογα τυχαία. Ήθελα να γράψω κάτι γι αυτόν που έφυγε, αλλά μόνο με σκόρπιες λέξεις σκαρώνεις μια ιστορία; Μια άσχετη κουβέντα, μισές λέξεις που κόπηκαν απότομα, που όμως έδωσαν χώρο και τροφή στη φαντασία. Πώς φτιάχνεις μια ιστορία από μισές λέξεις;

Προχώρησε η σκέψη παρακάτω, χωρίς χαλινάρι. Πώς να ταιριάσουν μεταξύ τους οι σκόρπιες λέξεις κι ας μην έχουν καμμιά σχέση η μια με την άλλη; Μισά λόγια, θολές μνήμες δικές μου που βγήκαν ξαφνικά στην επιφάνεια… ήθελα να γίνουν ένα παραμύθι. Δυο ιστορίες αληθινές, που την αλήθεια της κάθε μιας την αγνοούσα… πως να γίνουν μια;
Μια πρώτη μικρή ιστορία το 1918 στην Οδησσό, μετά το 1933 στο Παρίσι, το 1936 στη Θεσσαλονίκη, το 1937 στην Αθήνα, έπειτα το 1940, η κατοχή μέχρι το 1947, κι ανάμεσά τους, κάθε τόσο, το σήμερα, θα έλεγα… η Τρίτη ιστορία».

*

Η «Αποδοχή Κληρονομιάς», όπως  σημείωσα σε πρόσφατο κείμενό μου «είναι ένα πρωτότυπο και σύγχρονο έργο». Συγκεκριμένα γράφω: «Μεγάλη και ποικίλη η ιστορική διαδρομή του συγγραφέα. Οδησσός, Παρίσι, Θεσσαλονίκη, Αθήνα. Από τα χρόνια της Ρωσικής επανάστασης ως την κατοχή, την αντίσταση, τα μετεμφυλιακά χρόνια. Πρόκειται για ένα συναρπαστικό και ενδιαφέρον ιστορικό – και όχι μόνο – έργο. Το Διαδίκτυο και η σύγχρονη τεχνολογική δυνατότητα καθιστά το μυθιστόρημα “ζωντανό”».

Η διδάκτορας  Δήμητρα Γ. Μπεχλικούδη αναφέρθηκε στο μυθιστόρημα, ξεκινώντας με τη διαπίστωση που προείπαμε, και αναλύει περαιτέρω:

«Ο αφηγητής εναγκαλίζεται το ρόλο του συγγραφέα, τον οποίο και ξεδιπλώνει σταδιακά στην απόπειρά του να αφηγηθεί μια αληθινή ιστορία. Εναλλάσσοντας την πρωτοπρόσωπη αφήγηση με αφήγηση τρίτου προσώπου, καθώς η κεντρική ιστορία του βιβλίου πλαισιώνεται από τρεις ακόμη ιστορίες – και άλλες επιμέρους – που παρεισφρέουν στον κορμό του μυθιστορήματος, ο συγγραφέας οδηγεί τον αναγνώστη με εξαιρετική αφηγηματική μαεστρία, με πλούσια και ρέουσα γλώσσα, στην αποκάλυψη της αλήθειας. Μιας αλήθειας που συνδέεται με τους χαρακτήρες του μυθιστορήματος, τόσο καλά κρυμμένης στην πορεία του παρελθόντος χρόνου».

Ο συγγραφέας  συνδέει παρελθόν με παρόν, ιστορία και μυθοπλασία συμπλέκονται, η μεγάλη ιστορία και η προσωπική μικρή ιστορία αλληλοφωτίζονται.

Και καταλήγει η Δ. Γ. Μπεχλικούδη: «Το μέσα και το έξω…τα χρώματα και οι μυρωδιές των παιδικών χρόνων, τα όνειρα και οι διαψεύσεις τους, οι βεβαιότητες και οι ανατροπές τους, ο έρωτας και ο θάνατος, ο πόλεμος, τα βρώμικα πολιτικά παιχνίδια και τελικά η άρνηση του απόλυτου κακού ως αποτέλεσμα εμβάθυνσης και νηφάλιας αποτίμησης- μια χαραμάδα αισιοδοξίας για τον επερχόμενο κόσμο».

Περισσότερα Σχετικά Άρθρα
Περισσότερα άρθρα από ΕΜΠΡΟΣ
Περισσότερα άρθρα από Αφιερώματα
Τα σχόλια είναι απενεργοποιημένα.

Μπορεί επίσης να σας αρέσει

Βιβλιοπρόταση του Σαββάτου: «Αίμος – Διαδρομές στα Βαλκάνια» του Θοδωρή Νικολάου

Τι είναι τα Βαλκάνια, όμως ; Φυλές, θρησκείες, εθνότητες, συνήθειες και ήθη παράγουν ένα γ…