Συζήτηση με τον δασολόγο Παναγιώτη Βαφείδη του Δασαρχείου Σταυρούπολης
«Τα δηλητήρια βασικός λόγος θνησιμότητας των αρπακτικών πτηνών», ανέφερε ο ίδιος
Παύλος Μαραγκός
pmaragkos@empros.gr
Ο ποταμός Νέστος θεωρείται σημαντικός, καθώς παρουσιάζει μια αξιοσημείωτη βιοποικιλότητα, αποτελώντας τον φυσικό οικότοπο, μόνιμο ή περιστασιακό, για μεγάλο αριθμό απειλούμενων ειδών πανίδας και χλωρίδας. Επιπλέον συνολικά η περιοχή αποτελεί μέρος του ανατολικοευρωπαϊκού διαδρόμου της μετανάστευσης πτηνών και για αυτό θεωρείται σημαντικής σημασίας από περιβαλλοντική και οικολογική άποψη.
Το «Ε» επικοινώνησε με τον δασολόγο Παναγιώτη Βαφείδη ο οποίος είναι υπεύθυνος του Τμήματος Προστασίας Δασών του Δασαρχείου Σταυρούπολης με σκοπό να ενημερωθεί για την τρέχουσα κατάσταση των όρνεων της περιοχής, τα νούμερα του πληθυσμού τους αλλά και τους κινδύνους που αντιμετωπίζουν τα αρπακτικά πτηνά.
Η εξάλειψη του πληθυσμού των όρνεων από τα στενά του Νέστου το 2012
Πριν το 2012, τα στενά του Νέστου φιλοξενούσαν τη μεγαλύτερη αποικία όρνεων της ηπειρωτικής Ελλάδας η οποία αριθμούσε πάνω από δεκαπέντε ζευγάρια. Το 2012, όπως ενημερωθήκαμε από τον γεωπόνο και δασολόγο Παναγιώτη Βαφείδη, συνέβη ένα τραγικό γεγονός καθώς κάποιος θανάτωσε δύο άγρια άλογα στην περιοχή των Κομνηνών και στη συνέχεια τα εμπότισε με ένα τοξικό αγροχημικό. Η πράξη αυτή είχε ως αποτέλεσμα να δηλητηριαστούν πολλά αρπακτικά. Σε βάθος χρόνου, βέβαια, οι συνέπειες υπήρξαν τρομαχτικές. Ύστερα από έρευνες που ακολούθησαν διαπιστώθηκε ότι η αποικία των όρνεων εγκαταλείφθηκε εντελώς καθώς ο αριθμός των δηλητηριασμένων αρπακτικών υπολογίζεται πολύ μεγαλύτερος από την αρχική εκτίμηση. Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Βαφείδης «τα πτωματοφάγα αρπακτικά έχουν μία ιεραρχία στον τρόπο που τρέφονται καθώς τα ενήλικα και τα πιο ισχυρά άτομα τρέφονται πρώτα με σκοπό να έχουν αυξημένες πιθανότητες να διατηρηθούν στη ζωή ώστε να είναι οι γεννήτορες της επόμενης χρονιάς. Με αυτό ως δεδομένο υπολογίζουμε ότι η αποικία χάθηκε διότι χάθηκαν τα ενήλικα και τα πιο σημαντικά άτομα της». Η απώλεια του συγκεκριμένου πληθυσμού, εκτός από τα προφανή ζητήματα βιοηθικής που εγείρονται, αποτέλεσε και οικονομικό πλήγμα για την περιοχή του Νέστου καθώς η άγρια ζωή προσέλκυε επισκέπτες και επιστήμονες από την Ελλάδα και το εξωτερικό.
Με αργά αλλά σταθερά βήματα η επανεγκατάσταση των πληθυσμών στην περιοχή
Σύμφωνα με τον κ. Βαφείδη, «από το 2019 και μετά αρχίζουν τα αρπακτικά πτηνά να επιλέγουν πάλι την περιοχή του Νέστου ώστε να φωλιάσουν, γεγονός πολύ σημαντικό». Το 2019 καταγράφηκε ένα ζευγάρι όρνεων όπως και το 2020. Το 2021 παρουσιάστηκε αύξηση σε τρία ζευγάρια η οποία παρέμεινε ίδια και τον επόμενο χρόνο ενώ στη φετινή αναπαραγωγική περίοδο ο αριθμός των ζευγαριών έφτασε τα επτά. Όπως τόνισε ο κ. Βαφείδης «απέχουμε ακόμα από τα είκοσι ζευγάρια του 2012 αλλά κινούμαστε στη σωστή κατεύθυνση και νομίζω ότι σε μερικά χρόνια θα τον έχουμε ξεπεράσει αυτόν τον αριθμό».
Το πρόγραμμα Wild Life for Ever, χρήσιμο εργαλείο για την ανάκαμψη του πληθυσμού
Στο γεγονός αυτό, κρίσιμος αρωγός στάθηκε το πρόγραμμα Wild Life for Ever το οποίο αναπτύχθηκε για να αντιμετωπίσει το πρόβλημα των ανεπαρκών πολιτικών προστασίας της βιοποικιλότητας στη νότια Βουλγαρία και τη Βορειοανατολική Ελλάδα. Όπως υπογραμμίζει ο Παναγιώτης Βαφείδης «μέσω του προγράμματος Wild Life for Ever σχεδιάσαμε την εκτέλεση κάποιων δράσεων που έχουν ως σκοπό την επανεγκατάσταση των όρνεων στην περιοχή και τη μείωση των απειλών. Στο πλαίσιο αυτών των δράσεων, λειτουργήσαμε ταΐστρες στη περιοχή των Λιβερών και του Αγίου Κοσμά προκειμένου να έχουν διαθέσιμη άφθονη και ασφαλή τροφή ώστε να μειωθεί η πιθανότητα δηλητηρίασης. Παράλληλα επικαιροποιήσαμε το διαχειριστικό σχέδιο για τα στενά του Νέστου όπως επίσης μελετήσαμε κάποιες στρατηγικές για την προστασία κάποιων εξιδεικευμένων περιοχών». Συνεχίζοντας αναφέρει ο ίδιος ότι «πραγματοποιήσαμε και συνεχίζουμε να πραγματοποιούμε διάφορες δράσεις ευαισθητοποίησης και ενημέρωσης του κοινού. Το τηλεματικό δίκτυο που εγκαταστάθηκε μέσα στις ταΐστρες, εκτός από το αδιαμφησβήτητο επιστημονικό ενδιαφέρον, προάγει και τον τουρισμό καθώς έχουμε τη δυνατότητα προβολής κάποιων πλάνων από πολύ ενδιαφέροντα στοιχεία που προκύπτουν από τη δραστηριότητα στην ταΐστρα».
Το σχολείο υπολείπεται στα εργαλεία ώστε να διαμορφώσει τους πολίτες του μέλλοντος
Ο κ. Βαφείδης τονίζει ότι «στη πρώτη επίσκεψη από το Δημοτικό σχολείο Σταυρούπολης, οι δάσκαλοι ανέφεραν ότι ενώ χτίζουν τους πολίτες τους μέλλοντος, δεν έχουν τη δυνατότητα να τους ενημερώσουν για τέτοιου είδους ζητήματα. Η μη γνώση των δασκάλων δείχνει ότι το πρόβλημα δεν θίγεται μέσα στα σχολεία. Άλλωστε η τοποθέτηση δηλητηρίων, εκτός από μία πράξη αξιόποινη και απολύτως καταδικαστέα, αποτελεί και μία πράξη άγνοιας». Η τοπική κοινωνία, σύμφωνα με τον υπεύθυνο του Τμήματος Προστασίας Δασών του Δασαρχείου Σταυρούπολης, στέκεται δίπλα στις προσπάθειές των επιστημόνων ενώ αυτοί που βάζουν δηλητήρια είναι μια πολύ μικρή μειοψηφία μεν ικανή να προκαλέσει τεράστιες ζημιές δε.
Η υποστελέχωση των υπηρεσιών του Δασαρχείου δυσκολεύει την όποια προσπάθεια
«Αυτή τη στιγμή η προσπάθεια που κάνουμε είναι ικανή να μας κάνει παράδειγμα προς μίμηση. Παρόλαυτα η προσπάθεια αυτή είναι επίπονη καθώς πρέπει να υλοποιήσουμε ένα ευρωπαϊκό πρόγραμμα και παράλληλα να υποστηρίξουμε και παρακολουθήσουμε τις ταΐστρες και όλων των υπόλοιπων δραστηριοτήτων. Το τμήμα μας είναι δραματικά υποστελεχωμένο με το λιγότερο προσωπικό που είχε ποτέ στην ιστορία του. Με έξι άτομα προσωπικό πρέπει να κάνουμε τις υλοτομίες, τα τεχνικά έργα, την προστασία και τις περιπολίες, να έχουμε τη γενική διοικητική λειτουργία. Όπως γίνεται ξεκάθαρο η αδιαφορία της Πολιτείας πληγώνει», υπογράμμισε ο κ. Βαφείδης.
Οι ανεμογεννήτριες αποτελούν κίνδυνο για τα μεγάλα αρπακτικά
Τα μεγάλα αρπακτικά πτηνά, εκτός από τις δηλητηριάσεις, κινδυνεύουν από τις ανεμογεννήτριες. Σύμφωνα με τον Παναγιώτη Βαφείδη, είναι ευτύχημα που δεν έχουμε, τουλάχιστον ακόμα, στη περιοχή μας ανεμογεννήτριες. Αν τοποθετηθούν θα πρέπει να υπάρχει μια πάρα πολύ προσεκτική χωροθέτηση και ένας λελογισμένος αριθμός προκειμένου να μην εισάγουμε άλλη μία ανθρωπογενή αιτία θνησιμότητας.
Άλλωστε κάθε απώλεια που αντιμετωπίζει η βιοποικιλότητα αποτελεί μία «σιωπηλή» απειλή για το ανθρώπινο είδος.