Ο γραμματέας της Κεντρικής Πολιτικής Επιτροπής του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής σχολίασε στο «Ε» τα δύο φλέγοντα θέματα της επικαιρότητας που θέτουν την παράταξη στο κέντρο των εξελίξεων
Χαρακτήρισε διπλό σκάνδαλο το ζήτημα των επισυνδέσεων, εμμένοντας στην προσπάθεια συγκάλυψης και επέμεινε στον άμεσο διαχωρισμό του κόμματος από τις ενέργειες για τις οποίες κατηγορείται η Εύα Καϊλή
Την πολιτική ανάλυση του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής για τις τελευταίες εξελίξεις που θέτουν την παράταξη στο επίκεντρο των εξελίξεων, μετέφερε στο «Ε» κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στην Ξάνθη, ο Ανδρέας Σπυρόπουλος Γραμματέας της Κεντρικής Πολιτικής Επιτροπής του κόμματος.
Κληθείς να τοποθετηθεί για το ζήτημα των επισυνδέσεων και τη στάση του προέδρου του κόμματος Νίκου Ανδρουλάκη, αλλά και να εκτιμήσει την εξέλιξη που θα έχει, ο κ. Σπυρόπουλος ανέφερε: «πρόκειται για ένα διπλό σκάνδαλο. Από τη μια η προσπάθεια παγίδευσης με το λογισμικό predator, που απ’ ότι παραδέχθηκε και ο ίδιος ο πρωθυπουργός πριν λίγες μέρες, ένα παράκεντρο λειτουργεί εντός της χώρας και χρησιμοποιεί το predator για να εκβιάζει πολιτικούς, δημοσιογράφους, οικονομικούς παράγοντες και ενδεχομένως και τους ίδιους τους υπουργούς της κυβέρνησης. Και από την άλλη μια προσπάθεια συγκάλυψης από τη Νέα Δημοκρατία, με πρωταγωνιστικό ρόλο στον ίδιο τον πρωθυπουργό, ο οποίος κάνει ό,τι μπορεί για να μην έρθει τίποτα στο φως της δημοσιότητας». Ο κ. Σπυρόπουλος άφησε αιχμές για τις επιλογές της κυβέρνησης σχετικά με την Εξεταστική επιτροπή (μη κλήση ουσιωδών μαρτύρων), την παρουσία της στην ευρωπαϊκή εξεταστική επιτροπή PEGA και το νέο θεσμικό πλαίσιο για την ΕΥΠ. «Θα κάνουμε τα πάντα, εμπιστευόμενοι την ελληνική Δικαιοσύνη, ως ΠΑΣΟΚ για να λάμψει η αλήθεια και να πάνε αυτοί που διαχειρίστηκαν αυτή την παράνομη, παρακρατική, κατά την άποψή μου λειτουργία, στη Δικαιοσύνη», τόνισε ο ίδιος, επιβεβαιώνοντας ότι η παράταξη δεν προτίθεται να ρίξει τους τόνους για το θέμα.
Σε σχέση με το δεύτερο φλέγον ζήτημα με μεγαλύτερες ευρωπαϊκές διαστάσεις, που αφορά το Qatargate και την εμπλοκή της πρώην αντιπροέδρου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και την ευρωβουλευτή του ΠΑΣΟΚ Εύα Καϊλή, αλλά και τον τρόπο που το κόμμα και ο αρχηγός επέλεξαν να θέσουν εξαρχής την απόστασή τους, ο γραμματέας του ΠΑΣΟΚ επεσήμανε: «πρόκειται για μια υπόθεση που μας θλίβει, μας δημιουργεί ένα μεγάλο εκνευρισμό γιατί βάζει πάλι την πολιτική ζωή του τόπου σε μία κατάσταση η οποία δε θέλουμε πραγματικά να λειτουργεί με αυτό τον τρόπο. Από την πρώτη στιγμή που κάναμε και αυτή τη νέα αρχή με την εκλογή του Νίκου Ανδρουλάκη, ένα χρόνο τώρα, βάλαμε την ηθική στην πολιτική ως πρώτη μας προτεραιότητα, ώστε να αποκτήσουμε ξανά μια σχέση εμπιστοσύνης με τους πολίτες. Και θέλουμε και οι πολίτες πέρα από το ΠΑΣΟΚ, να εμπιστεύονται τους πολιτικούς ανεξαρτήτως των διαφωνιών τους. Να εμπιστεύονται ότι δεν είναι κάποιοι που κερδίζουν μέσω της ενασχόλησής τους με την πολιτική». Τόνισε ότι το ΠΑΣΟΚ από την πρώτη στιγμή πήρε άμεσες αποφάσεις για το διαχωρισμό του κόμματος από αυτές τις ενέργειες για τις οποίες κατηγορείται η κα Καϊλή. «Το σκάνδαλο όμως πλήττει την ευρύτερη λειτουργία του ευρωπαϊκού κοινοβουλίου», πρόσθεσε ο κ. Σπυρόπουλος, εξηγώντας ότι ήδη ξεκίνησαν συζητήσεις για θεσμικές αλλαγές ώστε να μην επιτρέπεται το lobbying ευρωβουλευτών και τρίτων χωρών, επιχειρηματικών συμφερόντων κλπ. «Για εμάς το σημαντικό είναι, όχι ότι η κα Καϊλή δεν ήταν στέλεχος του ΠΑΣΟΚ ή μέλος του ευρωψηφοδελτίου, αλλά ότι ψηφίστηκε από τους πολίτες. Αυτό που εμείς είπαμε είναι ότι τους τελευταίους μήνες με μια σειρά από δημόσιες παρεμβάσεις της και με τον τρόπου που λειτουργούσε εντός του ευρωκοινοβουλίου, είχε πάρει τις αποφάσεις της και είχε απομονωθεί και από το ΠΑΣΟΚ και από τους ευρωσοσιαλιστές», υπογράμμισε ο κ. Σπυρόπουλος, αναφέροντας ως παραδείγματα την περίπτωση των υποκλοπών, όπου υποστήριξε ότι η κα Καϊλή υιοθέτησε τη στάση της κυβέρνησης, καθώς και την διαβόητη δήλωσή της για το εργασιακό καθεστώς στο Κατάρ, όπου θύμισε ότι την ίδια μέρα ο κ. Ανδρουλάκης είχε διαχωρίσει δημόσια τη θέση του προσωπικά και της παράταξης.
Τέλος, αναφερόμενος στην αναπτυξιακή προοπτική της Ξάνθης, ενός τόπου γνώριμου και αγαπημένου για τον ίδιο, που πέρασε εδώ τα φοιτητικά του χρόνια, σημείωσε: «αυτό που βλέπω και στην Ξάνθη και είδα και στην Κομοτηνή είναι ότι δεν υπάρχει κανένα αναπτυξιακό σχέδιο, με ευθύνες πρωτίστως της ελληνικής κυβέρνησης. Δεν έχουν γίνει προσπάθειες στον αγροδιατροφικό τομέα, δεν υπάρχουν κίνητρα για αγροτικές και πράσινες επενδύσεις, δεν υποστηρίζονται οι επιχειρήσεις, ούτε λαμβάνονται πρωτοβουλίες για το ζήτημα της υπογεννητικότητας, ευρύτερα στην επαρχία».