Οι Έλληνες και οι Τούρκοι πολίτες δεν έχουν τίποτε να χωρίσουν. Διαχρονικά, οι κρίσεις ανάμεσα στους δύο λαούς, δημιουργήθηκαν από την τότε , πρώην πολιτική ηγεσία της Τουρκίας και όχι από τον απλό πολίτη. Η Ελλάδα ως χώρα κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και χώρα στην οποία γεννήθηκε η Δημοκρατία, διαχρονικά επιδιώκει την καλή γειτονία, με ταυτόχρονο σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των μουσουλμάνων πολιτών ή πολιτών διαφορετικών θρησκευμάτων . Για το τανγκό όμως, δεν αρκεί ο ένας, αλλά χρειάζονται δύο.
Το άρθρο 51 του Χάρτη του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών (Ο.Η.Ε.) διαφυλάσσει το δικαίωμα της νόμιμης άμυνας που προϋπήρχε του Χάρτη και δεν το περιορίζει. Κριτήρια για την εφαρμογή του είναι η αναγκαιότητα και η αναλογικότητα και όχι η εκδήλωση πραγματικής επίθεσης. Η άποψη αυτή ενισχύθηκε σημαντικά μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις της 11 ης Σεπτεμβρίου 2001 στις Η.Π.Α.(δίδυμους πύργους Ηνωμένων πολιτειών), οι οποίες διατύπωσαν έπειτα, το δόγμα της προληπτικής αυτοάμυνας (pre-emptive self defence).
Η Τουρκία δεν είναι απλά μία γειτονική χώρα, αλλά μία χώρα που εισέβαλε παράνομα στην Κύπρο το 1974, γεγονός που νομιμοποιεί την Ελλάδα στην προληπτική άμυνα. Στην επέτειο της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο το 1975, η Τουρκία ίδρυσε στη Σμύρνη την 4η Στρατιά (Στρατιά Αιγαίου), η οποία βρισκόταν εκτός των σχεδιασμών του ΝΑΤΟ, έχει μεγάλο αριθμό αποβατικών σκαφών και ειδικεύεται στις αμφίβιες επιχειρήσεις. Η Τουρκία διατηρεί την απειλή του casus belli σε περίπτωση που η Ελλάδα ασκήσει το νόμιμο δικαίωμα της για επέκταση των χωρικών της υδάτων στα 12 μίλια στο Αιγαίο και η πολιτική ηγεσία της Τουρκίας, προβαίνει σε καθημερινές απειλές. Στο άρθρο 51 του Χάρτη του Ο.Η.Ε , προβλέπονται τα εξής:
«Καμία διάταξη αυτού του Χάρτη δεν θα εμποδίζει το φυσικό δικαίωμα της ατομικής η συλλογικής νόμιμης άμυνας, σε περίπτωση που ένα Μέλος των Ηνωμένων Εθνών δέχεται ένοπλη επίθεση, ως τη στιγμή που το Συμβούλιο Ασφαλείας θα πάρει τα αναγκαία μέτρα για να διατηρήσει τη διεθνή ειρήνη και ασφάλεια…». Το δικαίωμα της νόμιμης άμυνας έχει χαρακτήρα jus cogens (αναγκαστικού Διεθνούς Δικαίου), άρα υπερτερεί σε σχέση με τυχόν συμβατικές υποχρεώσεις. Δηλαδή, η νόμιμη άμυνα, υπερισχύει συνθηκών και συμβάσεων.
Η Συνθήκη του Μοντρέ που αντικαθιστά τη Συνθήκη της Λωζάνης
Με τη Συνθήκη του Μοντρέ (1936), καταργήθηκε η προηγούμενη Σύμβαση της Λωζάνης και θεσπίστηκε νέο καθεστώς. Έτσι σ’ αυτή αναφέρεται ότι επιτρέπεται ο επανεξοπλισμός . Γίνεται σαφής αναφορά ότι αντικαθιστά τη Συνθήκη της Λωζάνης, όσον αφορά τα θέματα των Στενών. Μάλιστα κατά την υπογραφή της Σύμβασης του Μοντρέ, δεν υπήρξε καμία επιφύλαξη από τουρκικής πλευράς. Αντίθετα, στις 6 Μαΐου 1936 ο πρέσβης της Τουρκίας στην Αθήνα Ρουσέν Εσρέφ, σε επιστολή του στον πρωθυπουργό και υπουργό Εξωτερικών Ιωάννη Μεταξά ,αναφέρει:
«Κατ’ εντολήν της κυβερνήσεως μου… είμαστε εξ ολοκλήρου σύμφωνοι όσον αφορά στη στρατιωτικοποίηση αυτών των δύο νησιών (Λήμνου και Σαμοθράκης) , ταυτόχρονα με τον εξοπλισμό των Στενών».
Ο τότε υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας Ρουστού Αράς σε ομιλία του στην εθνοσυνέλευσή της χώρας του για την κύρωση της Σύμβασης του Μοντρέ είπε (Παρασκεύη 31/7/1936):
«Οι διατάξεις που αναφέρονται στα νησιά Λήμνος και Σαμοθράκη, τα οποία ανήκουν στη φίλη και γείτονα Ελλάδα και ήσαν αποστρατιωτικοποιημένα βάσει των σχετικών διατάξεων της Συμβάσεως της Λωζάνης, καταργούνται και αυτές από τη Σύμβαση του Μοντρέ».
Το Διεθνές Δίκαιο της θάλασσας, το οποίο δεν αναγνωρίζει η Τουρκία
Η Τουρκία δεν έχει υπογράψει τη Σύμβαση αυτή, παρά ταύτα όμως δεσμεύεται από τις διατάξεις της, διότι, όπως έχει κρίνει το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, οι διατάξεις της εν λόγω Σύμβασης δεσμεύουν και τα κράτη, που δεν την έχουν υπογράψει, ως διεθνές εθιμικό δίκαιο. Όσον αφορά τις θαλάσσιες ζώνες, χωρικά ύδατα, υφαλοκρηπίδα, Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ) κλπ, όλα αυτά ρυθμίζονται από τη Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας του 1982.
Η Σύμβαση αυτή προβλέπει, στα άρθρα 2 και 3, ότι η κυριαρχία κάθε παράκτιου κράτους εκτείνεται στην παρακείμενη θαλάσσια ζώνη, που ορίζεται ως χωρική θάλασσα. Κάθε κράτος έχει το δικαίωμα να καθορίζει το εύρος της χωρικής του θάλασσας, το οποίο δεν υπερβαίνει τα δώδεκα (12) ν.μ.. Στην περίπτωση που δύο χώρες είναι αντικείμενες ή συνορεύουσες, τότε για τον καθορισμό των χωρικών τους υδάτων ισχύει η μέση γραμμή.
Η Ελλάδα, για τη διευκόλυνση της διεθνούς ναυσιπλοΐας στο Αιγαίο, έχει καθορίσει το εύρος των χωρικών της υδάτων στα έξι (6) ναυτικά μίλια, δυνάμει όμως των ανωτέρω άρθρων της Σύμβασης για το δίκαιο της Θάλασσας έχει το δικαίωμα να τα επεκτείνει ανά πάσα στιγμή μέχρι τα δώδεκα (12) ν.μ. Το δικαίωμα αυτό ασκείται μονομερώς από κάθε παράκτιο κράτος και δεν εξαρτάται από τη συναίνεση κανενός άλλου κράτους. Επομένως, το «Ψήφισμα της τουρκικής Εθνοσυνέλευσης» το οποίο ορίζει ότι η τυχόν επέκταση των χωρικών υδάτων της Ελλάδας πέρα των έξι ν.μ αποτελεί αιτία πολέμου (casus belli) είναι νόμω αβάσιμο, παράνομο και αποτελεί κατάφωρη παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου.
Ισχυρίζεται η Τουρκία ότι η Ελλάδα, έχοντας ορίσει τον εθνικό εναέριο χώρο της στα δέκα (10) ναυτικά μίλια, παραβιάζει το Διεθνές Δίκαιο ενώ θα έπρεπε, κατ’ αυτήν να είχε τα έξι ν.μ., όσο είναι και τα χωρικά της ύδατα. Η απάντηση είναι ότι αφού η Ελλάδα, κατά τα ανωτέρω, έχει ανά πάσα στιγμή το αποκλειστικό δικαίωμα να επεκτείνει μονομερώς τα χωρικά της ύδατα και κατά συνέπεια και τον εθνικό εναέριο χώρο της μέχρι τα δώδεκα ναυτικά μίλια, γιατί δεν μπορεί να επεκτείνει μόνο τον εναέριο χώρο της στα δέκα; Αν δε η Τουρκία ενοχλείται τόσο πολύ από αυτή τη διαφορά, η Ελλάδα μπορεί να επεκτείνει, αύριο, τα χωρικά της ύδατα στα 10 ν.μ, για να παύσει η τουρκική ενόχληση.
Ως προς την Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ), σύμφωνα με το άρθρο 55 της Σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας, ως ΑΟΖ ορίζεται η πέραν και παρακείμενη της χωρικής θάλασσας περιοχή.
Το κατοχυρωμένο Δικαίωμα Νόμιμης Άμυνας της Ελλάδος
Την άποψη αυτή υιοθέτησε πλήρως ο ίδιος ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ, δηλώνοντας –στις 21 Μαρτίου 2005- μεταξύ άλλων και ότι: «Επικείμενες απειλές ΚΑΛΥΠΤΟΝΤΑΙ πλήρως από το άρθρο 51του χάρτη του ΟΗΕ, το οποίο διασφαλίζει το φυσικό δικαίωμα των κυρίαρχων κρατών να αμυνθούν εναντίον ένοπλης επίθεσης».
Ενόψει των προεκτεθέντων, a fortiori η Ελλάδα νομιμοποιείται, όταν και εφόσον το κρίνει σκόπιμο για την άμυνά της, να κάνει χρήση και ως προς τα Νησιά της στο Αιγαίο, εν γένει, του κατά τις διατάξεις του άρθρου 51 του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ δικαιώματος «νόμιμης άμυνας» έναντι της Τουρκίας, δίχως μάλιστα χρονικό περιορισμό. Και τούτο διότι, ιδίως μετά το 1974, κατά τ’ ανωτέρω, η «απειλή χρήσης βίας» εκ μέρους της Τουρκίας –άρα και η συνακόλουθη «επικείμενη απειλή»- είναι αφενός κάτι παραπάνω από προφανής, και δη με επανειλημμένες και διαφόρων μορφών προκλήσεις. Και, αφετέρου, διαρκής, όπως καταδεικνύει ακόμη και η σημερινή τουρκική συμπεριφορά στο Αιγαίο, ιδίως μετά την «σύναψη» του νομικώς ανυπόστατου «τουρκολιβυκού μνημονίου και τις καθημερινές παραβιάσεις του εναέριου χώρου. Συμπεριφορά, η οποία λόγω της αυθαίρετης προσπάθειας της Τουρκίας να εφαρμόσει στην πράξη το νομικώς ανυπόστατο «τουρκολιβυκό μνημόνιο», φέρει όλα τα χαρακτηριστικά και της «απειλής χρήσης βίας», υπό την ανωτέρω εκτεθείσα έννοια.
Πρόσθετη απόδειξη αυτών συνιστά και το γεγονός του, εντελώς αντίθετου με κάθε έννοια του Διεθνούς Δικαίου, «casus belli» της Τουρκίας, ως προς την επέκταση της Αιγιαλίτιδας Ζώνης της Ελλάδας. Το ως άνω το «casus belli», πέραν του ότι αποφασίσθηκε -στις 8.6.1995, αμέσως μετά την θέση σε ισχύ της Συνθήκη του Montego Bay του 1982 για το Δίκαιο της Θάλασσας- από την τουρκική Εθνοσυνέλευση κατά τρόπο αντίθετο ακόμη και με αυτό τούτο το σύνταγμα της Τουρκίας, συνιστά έκτοτε διαρκή «απειλή χρήσης βίας» εναντίον της Ελλάδας για τον εξής λόγο: Στην ουσία, η Τουρκία δηλώνει μέσω αυτού ότι αποτελεί «αιτία πολέμου» η εκ μέρους της Ελλάδας άσκηση του αναφαίρετου, κατά το Δίκαιο της Θάλασσας, δικαιώματός της, να επεκτείνει την Αιγιαλίτιδα Ζώνη της στα 12 ναυτικά μίλια. Υπό τα δεδομένα αυτά, το ανωτέρω «casus belli» αποτελεί «επιτομή» της «απειλής χρήσης βίας», κατά το Διεθνές Δίκαιο, ιδίως δε κατά τις διατάξεις του άρθρου 51 του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ.
Την προαναφερόμενη «επικείμενη απειλή» ή και «απειλή χρήσης βίας», εκ μέρους της Τουρκίας και εναντίον της Ελλάδας, ολοκληρώνει ο σχηματισμός της λεγόμενης τουρκικής «Στρατιάς του Αιγαίου», τον Ιούλιο του 1975, και μάλιστα με πολυάριθμες αμφίβιες δυνάμεις. Πρόκειται για μετεξέλιξη και μετονομασία της 4ης Στρατιάς (4. Ordu) της Τουρκίας, η οποία εδρεύει στην Σμύρνη και, στην πραγματικότητα, έχει οργανωθεί προκειμένου να εκπαιδεύει τον τουρκικό στρατό για ενδεχόμενη επίθεση εναντίον των Ελληνικών Νησιών του Αιγαίου.
Τα Ελληνικά Σύνορα ως Ευρωπαϊκά Σύνορα, μετά την ένταξή μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση
Εχει ιδιαίτερη σημασία να επισημανθεί εδώ ότι η νομική τάξη της Ευρωπαϊκής Ενωσης (Συνθήκη Λισαβόνας, Συνθήκη λειτουργίας Ευρωπαϊκής Ένωσης κ.ά.) αναγνωρίζουν αυτή τη βασική διάκριση ανάμεσα σε «εσωτερικά σύνορα» και εξωτερικά σύνορα. Μάλιστα η Συνθήκη ορίζει την εσωτερική αγορά ως «έναν χώρο χωρίς εσωτερικά σύνορα», αλλά ευρωπαϊκά σύνορα (άρθρο 26 της Συνθήκης Λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης – ΣΛΕΕ), ενώ η ίδια Συνθήκη αναφέρεται στην «ανάγκη προοδευτικής δημιουργίας ενός ολοκληρωμένου συστήματος διαχείρισης των εξωτερικών συνόρων» σε ό,τι αφορά τις μεταναστευτικές ροές (άρθρο 77 ΣΛΕΕ). Από την άλλη μεριά, η κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφαλείας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, (ΚΕΠΠΑ) περιλαμβάνει την προστασία των εξωτερικών συνόρων και διαφύλαξη της ακεραιότητας (integrity) της Ένωσης στους βασικούς της στόχους (άρθ. 21 Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Ένωσης). Αλλά και μια μεγάλη δέσμη άλλων κανονισμών, όπως για την αλιευτική πολιτική, το τελωνειακό έδαφος κ.λπ., αναφέρονται ή υπονοούν τα εξωτερικά σύνορα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ως στοιχείο καθορισμού της κυριαρχίας της. Στο βάθος της ενωσιακής προοπτικής είναι η ολοσχερής κατάργηση των εσωτερικών συνόρων ως πολιτικής διαχωριστικής γραμμής (όχι ως πολιτιστικής ή εθνικού προσδιορισμού).
Η ανάδειξη της Ελλάδας ως de facto εξωτερικό σύνορο της Ένωσης αντιμετωπίζεται στη χώρα μας ως ένα γενικά θετικό γεγονός. Καθώς η Ευρωπαϊκή Ένωση οφείλει «να προστατεύσει» τα εξωτερικά της σύνορα, ιδιαίτερα τώρα που αποδίδει ιδιαίτερη έμφαση στην «ευρωπαϊκή κυριαρχία» και στον γεωπολιτικό της ρόλο, μετα τον πόλεμο της Ουκρανίας. Και πράγματι η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει πολιτική και νομική υποχρέωση να προστατεύσει ενεργά τα εξωτερικά σύνορά της, σύνορα της Ελλάδας, αξιοποιώντας για τον σκοπό αυτόν όλα τα μέσα που διαθέτει (από την Ευρωπαϊκή Συνοριοφυλακή-Ακτοφυλακή μέχρι τη ρήτρα αμοιβαίας συνδρομής, άρθ. 42,7 Συνθήκη της Ευρωπαϊκής Ένωσης). Δηλαδή, αναγνωρίζονται ξεκάθαρα τα ελληνικά σύνορα, ως Ευρωπαϊκά σύνορα, με βάση την Συνθήκη λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και υποχρεωτικους κανονισμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ισχύει, κυρίως ο κανόνας της ομοφωνίας και ένα κράτος μέλος μπορεί να μπλοκάρει μία σημαντική απόφαση της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η ενεργοποίηση του Ευρωπαϊκού ΦΡΟΝΤΕΞ στα Ευρωπαϊκά Σύνορα
Ο Frontex είναι σε θέση να αποστέλλει άμεσα προσωπικό συνοριοφυλακής και ακτοφυλακής και εξοπλισμό σε κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και συνδεδεμένες χώρες Σένγκεν που αντιμετωπίζουν καταστάσεις εκτάκτου ανάγκης στα εξωτερικά τους σύνορα. Τα κράτη μέλη οφείλουν να παρέχουν έως 1500 υπαλλήλους από την εφεδρεία ταχείας αντίδρασης κατόπιν αιτήματος του Οργανισμού.
Το προηγούμενο που δημιουργεί η απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου 2016
Η απόφαση της 12.7.2016 του Διεθνούς Διαιτητικού Δικαστηρίου «Φιλιππίνες κατά Κίνας» έχει εξαιρετικά ευνοϊκή σημασία για την Ελλάδα, σε ό,τι αφορά την «επήρεια» των Νησιών . Συνοπτικώς διευκρινίζεται ότι κατά την απόφαση αυτή Αιγιαλίτιδα Ζώνη έχουν όλα, ανεξαιρέτως, τα Νησιά , ενώ Υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ έχουν επίσης όλα, ανεξαιρέτως, τα Νησιά , υπό τον όρο ότι μπορούν να συντηρήσουν αυτοδυνάμως είτε ανθρώπινη ζωή είτε και απλή οικονομική δραστηριότητα. Επομένως, το Καστελόριζο π.χ. εκτός από Αιγιαλίτιδα Ζώνη σαφώς έχει και την Υφαλοκρηπίδα και την ΑΟΖ που του αναλογούν κατά το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας. Άρα, η ως άνω απόφαση του Διεθνούς Διαιτητικού Δικαστηρίου δίνει απάντηση στις αμφισβητήσεις της Τουρκίας στο σημείο αυτό. Στο Δικαστήριο αυτό δεσμευόμαστε να πάμε μόνο για την επίλυση της μιας και μόνης διαφοράς με την Τουρκία.
Τα νησιά που κατέχει παράνομα η Τουρκία με βάση την Συνθήκη των Παρισίων του 1947 και η κατεχόμενη Κύπρος
Η Συνθήκη των Παρισίων του 1947, αναφέρει ρητά, πως όλα τα νησιά, νησίδες και βραχονησίδες που βρίσκονται πέραν των τριών μιλίων από τις Τουρκικές ακτές ,ανήκουν οριστικά και αμετάκλητα στην Ελλάδα. Τα μεγάλα Ελληνικά νησιά, που βρίσκονται πιο κοντά στις τουρκικές ακτές, έχουν ονομαστικά εκχωρηθεί στην Ελλάδα, από την Ιταλία. Με βάση τον επίσημο χάρτη του υπουργείου εσωτερικών της Ιταλίας, προκύπτει ότι όλα τα ανωτέρω νησιά, ανήκαν στην Ιταλία μέχρι το 1947, τα οποία η Ιταλία εκχώρησε με την Συνθήκη των Παρισίων στην Ελλάδα, ξεκάθαρα το 1947.
Ο επίσημος χάρτης του υπουργείου εσωτερικών της Ιταλίας,, δεν τεκμηριώνει μόνο την κυριότητα των νησιών, που η χώρα μας νόμιμα κατέχει, αλλά και όσα η Τουρκία κατέχει παράνομα, παρά την δωρεά της Ιταλίας προς την Ελλάδα. Για παράδειγμα, η νήσος Αρκός που βρίσκεται έμπροσθεν της Αλικαρνασσού, τα νησιά Βόλος, η Αλιμεντάρια, η Καράβολα κ.α. ποτέ δεν ανήκαν στην τουρκική επικράτεια, αλλά βρίσκονταν μέχρι το 1947 υπό Ιταλική Κατοχή και συνεπώς βάσει της Συνθήκης των Παρισίων του 1947, πρέπει δικαιωματικά να ανήκουν στην Ελλάδα και όχι στην Τουρκία.
Επιπλέον, σύμφωνα με το άρθρο 15 της Συνθήκης της Λωζάνης, η Τουρκία παραιτήθηκε υπέρ της Ιταλίας πριν το 1947: “…η Τουρκία παραιτείται υπέρ της Ιταλίας παντός δικαιώματος και τίτλου επί των νήσων: Αστυπάλαια, Ρόδος, Χάλκη, Καρπάθος, Κάσσος, Τήλος, Νισύρος, Καλύμνος, Λέρος, Πάτμος Λειψοί, Σύμη Σάμος, Χίος και Κως, καθώς και νησίδων και βραχονησίδων εξαρτωμένων εξ αυτών έως και το Καστελλόριζο“. Η ίδια η Τουρκία είχε συνυπογράψει με την Ιταλία το συμπληρωματικό Πρωτόκολλο την 28η Δεκεμβρίου του 1932(δηλαδή πριν την Συνθήκη των Παρισίων του 1947) το οποίο καθοριζε επ΄ ακριβώς και με πολλές λεπτομέρειες (πάνω από είκοσι παραπομπές) τα θαλάσσια σύνορα μεταξύ των τότε ιταλικών Δωδεκανήσων και της Τουρκίας, όπου ρητά αναφέρονταν και τα Ίμια που ανήκουν στη επικράτεια των Δωδεκανήσων και άρα στην Ελλάδα, με την Ιταλική εκχώρηση το 1947.
Τα Κατεχόμενα (στην βόρεια πλευρά της Κύπρου) δημιουργήθηκαν από την Τουρκία(από την οποία εξαρτώνται Οικονομικά και Στρατιωτικά) μετά την παράνομη εισβολή του 1974 και η Τουρκία είναι η μόνη χώρα που την αναγνωρίζει. Τα Ηνωμένα Έθνη εξακολουθούν να αναγνωρίζουν την κυριαρχία της νόμιμης Κυπριακής Δημοκρατίας (Ελληνικής Κύπρου) σε όλη την επικράτεια του νησιού και έχουν ανακηρύξει την προσπάθεια απόσχισης ως παράνομη. Στην Ελλάδα και την Κύπρο, η Βόρεια Κύπρος αποκαλείται «ψευδοκράτος» και «κατεχόμενα». Ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών, διαχρονικά έχει εκδώσει πολλά ψηφίσματα για την παράνομη κατοχή.
Οι παραβιάσεις συνθηκών από την Τουρκία διαχρονικά
Διατάξεις της Συνθήκης της Λωζάνης τις οποίες παραβιάζει κατάφορα η Τουρκία, με τους διωγμούς Ελλήνων, την κατεδάφιση ορθοδόξων εκκλησιών, την μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί, τους διωγμούς ορθοδόξων ιερέων στο παρελθόν, το Τουρκικό κτηματολόγιο που δεν αναγνωρίζει νόμιμους τίτλους Ελλήνων, τον αναγκαστικό νόμο για την δήμευση της Μεγάλης του γένους Σχολής στην Κωνσταντινούπολη(η απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, δικαιώνει το Οικουμενικό Πατριαρχείο), τους αναγκαστικούς Τουρκικούς νόμους που αποσκοπούν στην διακοπή λειτουργίας των εκεί ελληνικών σχολείων , τα νομικά εμπόδια στην ίδρυση ελληνικών συλλόγων, η υπερφορολογηση Ελλήνων, γενικά την μη προστασία και τον μη σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των ελληνικών μειονοτήτων της Κωνσταντινούπολης,της Ίμβρου, της Τενέδου, όπως επιβάλλει η Συνθήκη της Λωζάνης.
Μετά από απαίτηση των Τούρκων, στην Συνθήκη της Λωζάνης, αναγράφεται ότι ο Οικουμενικός Πατριάρχης χάνει την ιδιότητα του Εθνάρχη (δεν επιθυμούσαν οι Τούρκοι, ως Εθνάρχη έναν Έλληνα, αλλά αποδέχονται την Διεθνή Προσωπικότητα του) και το Πατριαρχείο τέθηκε υπό ειδικό Διεθνές νομικό καθεστώς, ως Οικουμενικό.Υφίσταται ως η «πρώτη μεταξύ ίσων» στην τάξη των Ορθοδόξων Εκκλησιών διεθνώς (Αρχιεπισκοπή Αμερικής, με έδρα τη Νέα Υόρκη, Αρχιεπισκοπες στην Ευρώπη, στην Αφρική, Επαρχίες στην Τουρκία, Αρχιεπισκοπή Τιράνων, Αρχιεπισκοπή Κρήτης Ελλάδος, Μητροπόλεις Δωδεκανήσων Ελλάδος,Μητροπόλεις των Νέων χωρών Ελλάδος-Ήπειρος, Μακεδονία, Θράκη, Νησιά Βορείου Αιγαίου , Μητρόπολη Γαλλίας,Μητρόπολη Γερμανίας ,Μητρόπολη Αυστρίας , Μητρόπολη Σουηδίας και πάσης Σκανδιναυΐας ,Μητρόπολη Βελγίου ,Μητρόπολη Νέας Ζηλανδίας ,Μητρόπολη Ελβετίας ,Μητρόπολη Ιταλίας,Μητρόπολη Μπουένος Άιρες ,Μητρόπολη Μεξικού ,Μητρόπολη Χονγκ Κονγκ ,Μητρόπολη Ισπανίας και Πορτογαλίας ,Μητρόπολη Κορέας ,Μητρόπολη Σιγκαπούρης, Αρχιεπισκοπή Αυστραλίας, Αρχιεπισκοπή Καναδά, Αρχιεπισκοπή Μεγάλης Βρετανίας κ.α.).
Χρήστος Ηλ. Τσίχλης
O Χρήστος Ηλ. Τσίχλης είναι Δικηγόρος- Συνταγματολόγος- συνεργάτης Οικουμενικού Πατριαρχείου στην Ελλάδα- συνήγορος Αμερικανικού δημοκρατικού Κόμματος στην Ελλάδα, ΔΣ πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης Δήμου Αθηναίων, ΔΣ ιδρύματος Μπότσαρη, νομικός σύμβουλος Βορειοηπειρωτών Ελλάδος