Συνάντηση με τον Χρυσό Σκαραβαίο και τον Μαύρο Γάτο, μέρος πρώτο
Το 1973 για πρώτη φορά απόκτησα και απόλαυσα δύο βιβλία με πεζά του Έντγκαρ Άλλαν Πόε / ή πιο σωστά Πόου. Προτού προχωρήσω στο κείμενό μου να σημειώσω ότι όσον αφορά το επώνυμό του είδα τρεις τύπους: Πόε, Πω και Πόου. Οι ειδικοί λένε ότι σωστός είναι ο τρίτος τύπος, τον οποίο χρησιμοποιώ.
Στα φοιτητικά μου χρόνια, κυρίως, ήξερα το «Κοράκι» και γενικότερα την ποίησή του. Το 1973 αγόρασα στις εκδόσεις Περγαμηνή τα «Διηγήματα» σε μετάφραση Τάσου Κωνσταντινίδη (1969) και τον «Χρυσό Σκαραβαίο – Φανταστικό διήγημα» σε ελεύθερη ελληνική διασκευή του Στέλιου Α. Μαράτου (Αθήναι 1960).
Μεταγενέστερα απόκτησα τον «Χρυσό Σκαραβαίο» στις εκδόσεις Γαλαξία και «Ο Μαύρος Γάτος και άλλες Αλλόκοτες Ιστορίες» σε μετάφραση Κοσμά Πολίτη στην Εκδοτική Θεσσαλονίκης (1978).
Στην κατοχή μου – μάλλον από παλαιοβιβλιοπωλείο, δε θυμάμαι – έχω το έργο της Λιλίκας Νάκου «Η Ζωή του Έδγαρ Πόε», Εκδόσεις του περιοδικού «Νέα Εστία», Αθήναι 1936, σελ. 127.
Ετοιμάζοντας τούτο το κείμενο συνάντησα στο διαδίκτυο πολλά ενδιαφέροντα στοιχεία. Μου έκανε τρομερή εντύπωση ο μεγάλος αριθμός ελληνικών μεταφράσεων, και διηγημάτων και ποιημάτων.
Στο πρώτο αυτό άρθρο μου θα μιλήσω πολύ συνοπτικά για την πολυτάραχη ζωή του Πόου και στη συνέχεια (στο δεύτερο μέρος) θα επικεντρωθώ στα δύο αγαπημένα μου διηγήματα. Για τη ζωή του, που εξηγεί ως ένα βαθμό και το έργο του, εκτός από το βιβλίο της Λιλίκας Νάκου, έλαβα υπόψη μου πολλά σχετικά δημοσιεύματα.
Ο Έντγκαρ Άλλαν Πόου (19 Ιανουαρίου 1809 – 7 Οκτωβρίου 1849) Αμερικανός ποιητής και πεζογράφος, του οποίου το λογοτεχνικό έργο είχε σημαντική επίδραση στην παγκόσμια λογοτεχνία, αποτελώντας θεμέλιο λίθο για την εξέλιξη σύγχρονων λογοτεχνικών ειδών, όπως η αστυνομική λογοτεχνία ή οι ιστορίες τρόμου και φαντασίας.
Γεννήθηκε στη Βοστώνη και οι γονείς του ήταν ηθοποιοί. Ο πατέρας του εγκατέλειψε την οικογένεια όταν ο Έντγκαρ ήταν μόλις 2 ετών, ενώ η μητέρα του πέθανε την ίδια χρονιά, με τον ίδιο να ζει με την οικογένεια του έμπορου καπνού Τζον Άλλαν και μεγάλωσε στην πόλη Ρίτσμοντ της Βιρτζίνια.
Το 1815 η οικογένεια Άλλαν μετακόμισε στη Σκωτία και την Αγγλία, όπου έζησαν συνολικά για πέντε χρόνια. Στο διάστημα αυτό, ο Πόου φοίτησε σε δύο αγγλικά σχολεία κοντά στην πόλη του Λονδίνου. Μετά την επιστροφή του στο Ρίτσμοντ, εγγράφηκε στο Πανεπιστήμιο της Βιρτζίνια, το 1826, όπου παρέμεινε μόνο για ένα χρόνο. Ήρθε σε σύγκρουση με τον πατριό του, εξαιτίας οικονομικών χρεών που ανέπτυξε μέσω της χαρτοπαιξίας, κατά την περίοδο των σπουδών του. Τελικά, εγκατέλειψε το σπίτι των Άλλαν και κατατάχθηκε το 1827 στον αμερικανικό στρατό, πιθανότατα για λόγους οικονομικής επιβίωσης. Στην αίτηση κατάταξής του δήλωσε το όνομα Έντγκαρ Α. Πέρι, αναφέροντας επίσης ως ηλικία τα 22 χρόνια ενώ ήταν δεκαοκτώ ετών. Τον ίδιο χρόνο δημοσίευσε το πρώτο του βιβλίο, μία ποιητική συλλογή με τίτλο Ταμερλάνος και άλλα ποιήματα.
Στο στρατό έμεινε για ένα χρόνο. Στη συνέχεια μετακόμισε στη Βαλτιμόρη, όπου έζησε με τη θεία του Μαρία Κλεμ και την πρώτη του εξαδέλφη Βιρτζίνια Ελίζα Κλεμ. Προκειμένου να συντηρείται οικονομικά, ξεκίνησε να γράφει πεζά κείμενα υποβάλλοντας συμμετοχή σε λογοτεχνικούς διαγωνισμούς. Το 1833, βραβεύθηκε για το διήγημά του Μήνυμα στο μπουκάλι, γεγονός που του εξασφάλισε μία πρώτη αναγνώριση σε ένα περιορισμένο τοπικό λογοτεχνικό κύκλο.
Τον Δεκέμβριο του 1835 άρχισε να εργάζεται ως συντάκτης στην εφημερίδα Southern Literary Messenger στο Ρίτσμοντ. Την ίδια περίοδο νυμφεύθηκε τη δεκατριάχρονη εξαδέλφη του, η οποία στο πιστοποιητικό του γάμου τους αναφερόταν ψευδώς πως ήταν είκοσι ενός ετών.
Το 1838 εκδόθηκε η Αφήγηση του Άρθουρ Γκόρντον Πυμ ενώ το καλοκαίρι του επόμενου χρόνου, ο Πόου μετακόμισε στη Φιλαδέλφεια, όπου ξεκίνησε να εργάζεται ως βοηθός συντάκτη στο περιοδικό Burton’s Gentleman’s Magazine. Δημοσίευσε αρκετά άρθρα, διηγήματα και κριτικές απολαμβάνοντας ολοένα και μεγαλύτερη φήμη. Το ίδιο διάστημα, εκδόθηκε η δίτομη συλλογή έργων του Tales of the Grotesque and Arabesque, η οποία αν και δεν αποτέλεσε σημαντική εμπορική επιτυχία, επαινέθηκε από την κριτική και θεωρείται σήμερα ορόσημο στην ιστορία της αμερικανικής λογοτεχνίας. Ο Πόου εγκατέλειψε τη θέση του μετά από περίπου ένα χρόνο και ανέλαβε χρέη βοηθού συντάκτη στο περιοδικό Graham’s Magazine.
Στις 20 Ιανουαρίου 1842, η σύζυγός του έδειξε για πρώτη φορά δείγματα πως έπασχε από φυματίωση και ο Ποου κατέφυγε στο ποτό. Εγκατέλειψε εκ νέου την θέση του και επέστρεψε στη Νέα Υόρκη όπου εργάστηκε για ένα σύντομο χρονικό διάστημα στην εφημερίδα Evening Mirror και ως συντάκτης στην έκδοση του Broadway Journal. Στις 29 Ιανουαρίου 1845 εκδόθηκε το ποίημά του Το Κοράκι (The Raven), ένα από τα πιο γνωστά έργα του, το οποίο του προσέφερε μεγάλη αναγνώριση, γεγονός που τον βοήθησε επίσης να αυξήσει το ισχνό του εισόδημα δίνοντας διαλέξεις. Ανατυπώθηκε σε αρκετές εφημερίδες και περιοδικά, ωστόσο ο ίδιος δεν αποκόμισε οικονομικά οφέλη από το ίδιο το έργο εξαιτίας της έλλειψης νόμων περί πνευματικών δικαιωμάτων.
Τον Ιανουάριο του 1847, η σύζυγός του Βιρτζίνια πέθανε και τον επόμενο χρόνο ο Πόου αρραβωνιάστηκε την ποιήτρια Σάρα Έλεν Ουίτμαν. Ο προγραμματισμένος τους γάμος τελικά δεν πραγματοποιήθηκε, πιθανότατα εξαιτίας των προβλημάτων του με το ποτό. Σύμφωνα με μία άλλη εκδοχή, η μητέρα της Ουίτμαν είχε σημαντική συμβολή στη διάλυση της σχέσης τους. Με βάση την αλληλογραφία του Πόου εκείνης της περιόδου, γνωρίζουμε ότι επιχείρησε να αυτοκτονήσει με υπερβολική δόση λάβδανου. Αργότερα, επέστρεψε στο Ρίτσμοντ, όπου αρραβωνιάστηκε την Σάρα Ελμίρα Ρόυστερ και μαζί όρισαν ως ημερομηνία του γάμου τους την 17η Οκτωβρίου 1849.
Σε άρθρο του θρακιώτη λογοτέχνη Αναστάση Βιστωνίτη για το θάνατό του διαβάζουμε:
«Ο Πόου πέθανε 40 ετών, στις 7 Οκτωβρίου 1849, στο Νοσοκομείο Washington College. Τέσσερις ημέρες νωρίτερα τον είχαν βρει πεσμένο σε δρόμο της Βαλτιμόρης να παραληρεί. ΄Ηταν τύφλα στο μεθύσι και φορούσε δανεικά ρούχα. Τα χρήματα για να πιει τα είχε εξασφαλίσει πουλώντας την ψήφο του. Λέγεται ότι στο νοσοκομείο μέσα στο παραλήρημά του καλούσε τον Ρέινολντς, έναν από τους ήρωές του, να έλθει και να του σώσει τη ζωή» («Η κατάρα και η δόξα του Πόου», στην εφημερίδα «Το Βήμα» 25/12/2009).
Κλείνοντας το πρώτο μέρος θα παραθέσουμε ένα επιπλέον απόσπασμα από το άρθρο του Βιστωνίτη:
«Η συμπλήρωση 200 χρόνων (ενν. το 2009) από τη γέννησή του φέρνει ξανά στο προσκήνιο τα περιστατικά της τραγικής ζωής ενός ανθρώπου που έζησε μέσα στη φτώχεια και στον αλκοολισμό και που μετά τον θάνατό του ο θανάσιμος εχθρός του Ρούφους Γουίλμοτ Γκρίσγουολντ κατάφερε να γίνει ο εκδότης των έργων του και να τον δυσφημήσει μετά θάνατον σε απίστευτο βαθμό, χαρακτηρίζοντάς τον «μεθύστακα» και «παράφρονα τοξικομανή». Η «κατάρα» του Γκρίσγουολντ κυνηγά ακόμη και σήμερα το φάντασμα του συγγραφέα. Ακόμη και σπουδαίοι αγγλόφωνοι συγγραφείς αμφισβήτησαν την ιδιοφυΐα και την αξία του, από τον Εμερσον και τον Μαρκ Τουέιν ως τον Χάξλεϊ, τον Πάουντ και τον Τ. Σ. Ελιοτ. Ο Γκρίσγουολντ για να στηρίξει τους ισχυρισμούς του παρέθεσε επιστολές του Πόου, οι οποίες όμως αποδείχθηκε έπειτα από χρόνια ότι ήταν πλαστές. Το στίγμα ωστόσο έμεινε. Ο Πόου παρά ταύτα, πέραν του ότι και σήμερα παραμένει στη χώρα του εξαιρετικά δημοφιλής (όπως άλλωστε και σε όλον τον κόσμο), τις μεγάλες τιμές τις γνώρισε στην Ευρώπη, στην οποία έτυχε απείρως μεγαλύτερης φήμης και αναγνώρισης, κυρίως λόγω των εξαίρετων μεταφράσεων των ποιημάτων του από τον Μποντλέρ. Και στην Ελλάδα φυσικά, όπου έχει μεταφραστεί πάμπολλες φορές. Αρκεί μόνο να θυμίσουμε ότι ο Σεφέρης έγραψε πάνω στο Κοράκι το δικό του Raven. Ας σημειωθεί ότι για το ποίημα τούτο, ένα από τα διασημότερα στον κόσμο, ο Πόου έλαβε ως αμοιβή το ποσό των 9 δολαρίων!»
(συνεχίζεται)
Θανάσης Μουσόπουλος
Φιλόλογος, συγγραφέας, ποιητής