Αρχική ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ Αφιερώματα «Ο άντρας με το ρεπούμπλικο» με την συγγραφική πινελιά της Όλγας Χαιροπούλου

«Ο άντρας με το ρεπούμπλικο» με την συγγραφική πινελιά της Όλγας Χαιροπούλου

0

Ένα σύγχρονο ιστορικό αφήγημα με φόντο την εικόνα της εποχής

 

Στο «φως» ήρθε ένα σύγχρονο ιστορικό αφήγημα, από δοκιμασμένα παραδοσιακά υλικά, όπου η συγγραφέας μας παρουσιάζει  αντικειμενικά την εικόνα της εποχής, φιλτραρισμένη μέσα από τα συναισθήματα και τις σκέψεις των δύο πρωταγωνιστών. Αυτοί με τη σειρά τους προσπαθούν να διατηρήσουν ακέραιες τις προσωπικές τους ταυτότητες στο πέρασμα του χρόνου. Το εν λόγω αφήγημα τιτλοφορείται «Ο άντρας με το ρεπούμπλικο» με την συγγραφική πένα της Όλγας Χαιροπούλου από τις Εκδόσεις Σπανίδη.

Λίγα λόγια για το βιβλίο

«Δεν ήταν μόνο η εμφάνιση του που προκαλούσε τον φόβο στον μικρό Παναγιωτάκη. Ήταν και η συμπεριφορά του. Ποτέ δεν χαιρετούσε κανένα, όταν κάποιος του μίλαγε, αυτός τον έβλεπε για μερικά δευτερόλεπτα μονάχα και συνέχιζε στον δρόμο του. Χωρίς απάντηση, χωρίς μια κουβέντα. Πάντα αμίλητος. Κανείς δεν ήξερε, όταν κατέβαινε στην πόλη, ποιόν συναντούσε, αν συναντούσε κάποιον, αν είχε φίλους, αν πήγαινε σε κάποιο σπίτι ή πώς περνούσε την ώρα του. Σίγουρα θα πήγαινε σε κάποιο καφενείο, μάλλον σε εκείνο που ήταν κοντά σε έναν πλάτανο. Κουβέντιαζε με τον καφετζή ή καθόταν μόνος και έπινε τον καφέ του; Και αν κουβέντιαζε, ποια ήταν τα λόγια που έλεγε; Ήταν τωρινά ή παλιά, από χρόνια ξεχασμένα από όλους; Δεν μπορεί κανείς να πει με σιγουριά, πώς περνούσαν αυτές οι ώρες. Μόνο λίγο πριν χτυπήσουν οι καμπάνες των εκκλησιών μία φορά, μία η ώρα δηλαδή, σηκωνόταν, πλήρωνε τον καφετζή και έβγαινε στον δρόμο. Γυρνούσε ακριβώς την ίδια ώρα, συνήθως με ένα μικρό ψωμί στο χέρι του και ένα γιαούρτι. Κάποτε και μια σακούλα με διάφορες κονσέρβες. Καθημερινά η ίδια διαδρομή, η ανηφόρα για τον Ακάθιστο, η ξεκούραση στο παγκάκι, το μικρό ψωμάκι, η φραντζόλα, και το πρόβιο γιαούρτι, τις περισσότερες φορές σε πήλινο κεσεδάκι. Ακριβώς στις μία το μεσημέρι. Ποτέ του δεν κατέβαινε στο παζάρι το Σάββατο, στην πολυκοσμία. Σαν να φοβόταν τον πολύ τον κόσμο. Ούτε τις Κυριακές έβγαινε από το σπίτι του. Δεν τον έβλεπε κανείς αυτές τις μέρες. Πώς να τον έβλεπαν, άλλωστε; Ένας ψηλός πέτρινος τοίχος με τη σιδερένια αυλόπορτα, πάντα κλειστή, χώριζε το σπίτι του από τον έξω κόσμο. Και η δίφυλλη, ξύλινη πόρτα του σπιτιού του και αυτή πάντα κλειστή ήταν. Ούτε στην εκκλησία, απέναντι, δυο βήματα δηλαδή, τον είδε κανείς να πηγαίνει.Παρόλο λοιπόν που όλα αυτά τα χρόνια τον φοβόταν τον κυρ Παναγιώτη, η αλλιώς τον «άντρα με το ρεπούμπλικο», ο Παναγιωτάκης, είχε και μια μεγάλη περιέργεια. Ήθελε να του μιλήσει. Να μάθει ποιος ακριβώς είναι, να μάθει την ιστορία του. Όταν ήταν πιο μικρός, γύρω στα έξι, φοβόταν, έτρεμε, μήπως συναντηθούν οι δρόμοι τους. Πάντα ρωτούσε τη μαμά του ή όταν περπατούσε με τη γιαγιά του, αν τον συναντήσουν. Και όταν κάποτε ανταμώνονταν οι δρόμοι τους, κρύβονταν πίσω τους. Μετά, όταν μεγάλωσε ακόμη λίγο, θα ήταν δεκάχρονο αγόρι, ο φόβος του μίκρυνε, δεν άλλαζε δρόμο όταν τον έβλεπε να ανηφορίζει από μακριά, και αργότερα ξεθάρρεψε και του έλεγε πάντα «καλημέρα» όταν τον προσπερνούσε και ας μην έπαιρνε ποτέ του απάντηση……..

…όμως εγώ σκέφτηκα, ότι μπορούμε να γίνουμε φίλοι και οι φίλοι δεν χρειάζεται να μιλάνε στον πληθυντικό.

—Μμ, δεν είπε τίποτε άλλο. Μετά από λίγα δευτερόλεπτα συνέχισε, θέλεις να γίνουμε φίλοι; Εσύ ένα μικρό αγόρι και εγώ τόσο γέρος; Τι σόι φιλία θα κάνουμε;

—Να, κάθε εβδομάδα αυτή τη μέρα και ώρα, θα συναντιόμαστε εδώ στο παγκάκι και θα μιλάμε»

Έτσι άρχισε η φιλία τους και ο Παναγιωτάκης έμαθε τόσα πολλά από τον φίλο του, τον κυρ Παναγιώτη  ή τον ‘’άντρα με το ρεπούμπλικο’’, όπως τον φώναζαν όλοι. Έμαθε την ιστορία της πόλης του, της Ξάνθης».

Περισσότερα Σχετικά Άρθρα
Περισσότερα άρθρα από ΕΜΠΡΟΣ
Περισσότερα άρθρα από Αφιερώματα
Τα σχόλια είναι απενεργοποιημένα.

Μπορεί επίσης να σας αρέσει

Ο Αλέξανδρος Κοκκαλίδης μας γνωρίζει τη θρακιώτικη λύρα

Ξεκινώντας από σύγχρονα μουσικά ακούσματα και χωρίς πρότερη επαφή με τον παραδοσιακό πολιτ…