Για «πειραγμένες» ταμειακές μηχανές, μη τήρηση λογιστικών βιβλίων και μη υποβολή δηλώσεων
Μεταβάλλεται το ποινολόγιο της εφορίας για «πειραγμένες» ταμειακές μηχανές, για όσους δεν τηρούν λογιστικά βιβλία ή δεν υποβάλλουν φορολογικές δηλώσεις, καθώς θεσπίζεται ανώτερη «οροφή» όσον αφορά το ύψος των προστίμων που επιβάλλονται στους παραβάτες.
Στόχος της συγκεκριμένης κίνησης της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Οικονομικών είναι όπως εξορθολογιστεί το ύψος των επιβαλλόμενων προστίμων, καθώς αυτά έφταναν σε «εξοντωτικά» όρια, με αποτέλεσμα αρκετές φορές οι υπόχρεοι να μην μπορούν να ανταποκριθούν στην πληρωμή τους και ως εκ τούτου όχι μόνο να μένουν απλήρωτα, αλλά κυρίως να «φουσκώνουν» τη δεξαμενή των ληξιπρόθεσμων χρεών προς το Δημόσιο.
Προς την κατεύθυνση λοιπόν αυτή κινείται και η σχετική διάταξη-τροπολογία του υπουργείου Οικονομικών, που κατατέθηκε σε σχέδιο νόμου του υπουργείου Ανάπτυξης «Στρατηγικές επενδύσεις και βελτίωση του επενδυτικού περιβάλλοντος μέσω της επιτάχυνσης διαδικασιών στις ιδιωτικές και στρατηγικές επενδύσεις και δημιουργία πλαισίου για τις εταιρείες τεχνοβλαστούς», στην οποία προβλέπεται ότι το νέο καθεστώς καταλαμβάνει όλες τις υποθέσεις για τις οποίες δεν έχουν εκδοθεί οριστικές πράξεις επιβολής προστίμου μέχρι και τις 29 Νοεμβρίου 2021.
Ειδικότερα, με βάση την εν λόγω τροπολογία του υπουργείου Οικονομικών, το νέο καθεστώς διαμορφώνεται ως εξής:
- Πρόστιμα για παραβάσεις μη τήρησης λογιστικών αρχείων: στις περιπτώσεις που διαπιστώνεται, μετά το πέρας του χρόνου κατάρτισης των χρηματοοικονομικών καταστάσεων, ότι η ελεγχόμενη οντότητα δεν τήρησε τα προβλεπόμενα από τη νομοθεσία λογιστικά αρχεία (βιβλία), επιβάλλεται πρόστιμο ίσο με το δεκαπέντε τοις εκατό (15%) επί των εσόδων της από επιχειρηματική δραστηριότητα για κάθε ελεγχόμενο έτος, όπως αυτά προκύπτουν από τον μέσο όρο των δηλωθέντων εσόδων με τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος των τριών (3) τελευταίων φορολογικών ετών, μη συμπεριλαμβανομένου εκείνου για το οποίο δεν έχει παρέλθει η προθεσμία υποβολής της οικείας δήλωσης φορολογίας εισοδήματος.
- Πρόστιμα για μη υποβολή δηλώσεων (νομικές οντότητες): σε περίπτωση μη υποβολής έστω και μίας από τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος των τριών (3) τελευταίων φορολογικών ετών παρά την ύπαρξη σχετικής υποχρέωσης, το πρόστιμο υπολογίζεται με βάση τον μέσο όρο των εσόδων των υποβληθεισών δηλώσεων και δεν μπορεί να είναι κατώτερο των τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ ανά ελεγχόμενο έτος, εφόσον πρόκειται για υπόχρεο τήρησης απλογραφικών βιβλίων και των πενήντα χιλιάδων (50.000) ευρώ ανά ελεγχόμενο έτος, εφόσον πρόκειται για υπόχρεο τήρησης διπλογραφικών βιβλίων, ούτε μπορεί να είναι ανώτερο του τριπλάσιου του κατά περίπτωση κατώτερου προστίμου.
Θα πρέπει να αναφερθεί ότι η μη επίδειξη για οποιοδήποτε λόγο μετά από πρόσκληση της φορολογικής αρχής των λογιστικών αρχείων (βιβλίων) στον φορολογικό έλεγχο εξισώνεται με μη τήρηση αυτών.
Πάντως, το πρόστιμο της συγκεκριμένης περίπτωσης δεν επιβάλλεται εφόσον η μη τήρηση ή ενημέρωση δεν επηρεάζει τη συμμόρφωση με τις φορολογικές υποχρεώσεις και την υποβολή φορολογικών δηλώσεων, ή εφόσον με οποιοδήποτε πρόσφορο μέσο είναι δυνατός ο προσδιορισμός της φορολογητέας ύλης και των αντίστοιχων φορολογικών υποχρεώσεων.
- Πρόστιμο για ταμειακές μηχανές: στις περιπτώσεις κατά τις οποίες διαπιστώνεται η παραβίαση ή παραποίηση ή επέμβαση κατά οποιονδήποτε τρόπο στη λειτουργία των φορολογικών ηλεκτρονικών μηχανισμών (ΦΗΜ), καθώς και η έκδοση στοιχείων λιανικής πώλησης από ΦΗΜ ο οποίος δεν λειτουργεί με εγκεκριμένες προδιαγραφές, αναστέλλεται η λειτουργία όλων των επαγγελματικών εγκαταστάσεων από 2 έως 12 μήνες, ενώ παράλληλα επιβάλλεται πρόστιμο 100.000 ευρώ.
Με τη νέα ρύθμιση, όταν ο υπαίτιος της παράβασης είναι ο κάτοχος-χρήστης του φορολογικού ηλεκτρονικού μηχανισμού, επιβάλλεται αναλόγως το ποσό του προστίμου, χωρίς να εφαρμόζονται τα ανώτατα όρια. Η ρύθμιση καταλαμβάνει και υποθέσεις για τις οποίες μέχρι τις 29 Νοεμβρίου 2021 δεν έχουν εκδοθεί οριστικές πράξεις επιβολής προστίμου.
- Απώλεια ταμειακής μηχανής: δεν επιβάλλεται πρόστιμο λόγω δήλωσης απώλειας ΦΗΜ πριν από την έκδοση της εντολής επιτόπιου ελέγχου σε φορολογούμενους.