Το νέο βιβλίο του Στέφανου Τσιτσόπουλου παρουσιάστηκε στην Ξάνθη το βράδυ της Παρασκευής
Κλίμα ζεστό και φιλικό στην εκδήλωση για ένα μυθιστόρημα γεμάτο έρωτα, μουσική, εικόνες, προσωπικές διαδρομές, σε μια ιστορική από πολλές απόψεις, γειτονιά της Αθήνας
Tο απόγευμα της Παρασκευής 24 Σεπτεμβρίου 2021 πραγματοποιήθηκε η προγραμματισμένη παρουσίαση του βιβλίου «Τα χλωμά σιντριβάνια της Φωκίωνος Νέγρη», του Στέφανου Τσιτσόπουλου. Η εκδήλωση που διοργάνωσε το βιβλιπωλείο «Δύο», «αγκαλιάστηκε» από μικρούς και μεγάλους, από πολλούς παλιούς και νέους φίλους του Στέφανου Τσιτσόπουλου, οι οποίοι προτίμησαν να περάσουν το παρασκευιάτικο δειλινό τους στην αυλή του καφέ μπαρ Konserva, με το βλέμμα στραμμένο σε μία «ηδονοθηρική τοιχογραφία εποχής» από τη δεκαετία του ’60 ως τις μέρες μας. Την εκδήλωση προλόγισαν η εκδότρια της εφημερίδας Εμπρός, Ελένη Διαφωνίδου και ο διευθυντής του δημοτικού ραδιοφώνου Ξάνθης (Όμορφη Πόλη 89.9), Τηλέμαχος Αρναούτογλου. Στη συνέχεια, μίλησε για το βιβλίο του ο συγγραφέας, Στέφανος Τσιτσόπουλος, ο οποίος αναφέρθηκε στο βιβλίο του, ενώ δεν έλειψαν οι αναφορές και αναμνήσεις από τα χρόνια των παιδικών και νεανικών του χρόνων στην Ξάνθη.
Ε. Διαφωνίδου: «Ο Στέφανος συνδέεται άρρηκτα με τον τόπο, ενώ αποτάσσεται την ίδια στιγμή τη νοσταλγία»
Η Ελένη Διαφωνίδου αποπειράθηκε να αποκαλύψει το πνεύμα του δημιουργού του βιβλίου μέσα σε λίγες γραμμές και να εξάρει τη μοναδικότητά του. Ειδικότερα, ανέφερε: «ο Στέφανος ταξιδεύει και την Ξάνθη την παίρνει παντού μαζί του. Τις αναμνήσεις, τους φίλους του, την αύρα της πόλης. Και νομίζω ότι αυτό που τον χαρακτηρίζει είναι ότι ο Στέφανος Τσιτσόπουλος ΕΙΝΑΙ οι πόλεις στις οποίες ζει. Η διαμονή δεν είναι απλά συνθήκη που προσαρμόζεται, γνωρίζει και καταλήγει τελικά σε μία οικειότητα. Είναι φανερό ότι εισχωρεί μέσα στις πόλεις που ζει, στην ιστορία τους, στις μουσικές τους , στον τρόπο ζωής και διασκέδασης, τις συνήθειες, την αισθητική και τη γλώσσα που χρησιμοποιούν», ενώ σε άλλο σημείο πρόσθεσε: «ο συγγραφέας με μεγάλη σπουδή, επιμονή και έρευνα συνθέτει το ιστορικό, κοινωνικό, πολιτικό, πολιτιστικό, καλλιτεχνικό, εθνοτικό, underground και background, μιας από τις πιο αυθεντικές γειτονιές της Αθήνας. Τη Φωκίωνος Νέγρη της Κυψέλης. Τη “φοκανέγκρα”. Βυθίζεται στη φιλοσοφία και την αισθητική των χαρακτήρων, επιλέγοντας, πολλές εποχές, πολλές ηλικίες και τη διαδρομή τους στο χρόνο. Η προσέγγιση δεν είναι μονοδιάστατη, αλλά τη διαπερνά μια ενιαία αισθητική. Αυτή που μας κάνει γνώριμη και αγαπημένη την έκφραση, γραπτή η προφορική, του Στέφανου Τσιτσόπουλου.Ο Στέφανος παρότι βυθίζεται στις μεγάλες και μικρές, κρυφές και γνωστές ιστορίες του τόπου, την ίδια στιγμή αποτάσσεται τη νοσταλγία. Αυτό είναι καθαρό και μέσα στο βιβλίο του. Μου φαίνεται ότι απορροφά μια οπτική ένταξης του παρελθόντος στο σήμερα. Ενώ είναι αφόρητα και γοητευτικά συνδεδεμένος μαζί του, με μια χορδή που δεν μπορεί να σπάσει, η νοσταλγικότητα δεν έχει κανένα σημείο θλίψης, αναπόλησης ή αποκοπής από το παρόν για χάρη της αμυδρής, επίπλαστης ή στιγμιαίας βιωματικής εμπειρίας του χθες. Το παρελθόν είναι κομμάτι του σήμερα, του τώρα, του εγώ και ο κόσμος μου στο παρόν».
Στ. Τσιτσόπουλος: «Το «τώρα» μας κάνει να δρούμε όπως αρμόζει»»
Ο συγγραφέας παίρνοντας για λίγο το λόγο, στάθηκε στο θέμα της νοσταλγίας και μνημόνευσε την άσχημη όψη της νοσταλγίας που διαποτίζει το βιβλίο. Χαρακτηριστικά, τόνισε: «Λόγος γίνεται για ένα μυθιστόρημα, το οποίο περικλείει πολλή αγάπη. Πυρήνας του είναι η άσχημη όψη της νοσταλγίας. Άλλωστε, η Ελλάδα γενικότερα νοσταλγεί. Στην ουσία ουκ ολίγες φορές ονειρευόμαστε ένα «χθες» που μπορεί να μην υπήρξε. Σε αυτό το σημείο υπογραμμίζω πως η νοσταλγία αποτελεί ένα κακό πράγμα, είναι παρακμή. Το παρελθόν φαντάζει μεγαλειώδες, το «τώρα» προβάλλει μπροστά μας, ενώ το «αύριο» προπορεύεται, είναι ένα κατώφλι μπροστά. Αυτοί που νοσταλγούν το «χθες» νοσταλγούν τα νιάτα τους. Το «τώρα» μας κάνει να δρούμε όπως αρμόζει».
Τ. Αρναούτογλου: «Ο αγώνας ως αναγκαία προϋπόθεση για την επιτυχία»
Ο κ. Τ. Αρναούτογλου επιχείρησε να προσεγγίσει τους πρωταγωνιστές και τελικά έδωσε ένα μήνυμα με διαχρονική ισχύ στο διάβα των χρόνων. Είπε:
«Ο Θεσσαλονικιός, Μίλτος Ρογκότης, η ερωμένη του ψυχίατρος, Λίνα Μάντη και η φωτογράφος, Λιλίκα Μαρίνου είναι οι ήρωες/ηρωίδες του βιβλίου. Τα δύο κορίτσια έχουν βέβαιο μέλλον, οι γονείς τους μερίμνησαν για τη μόρφωσή τους. Απεναντίας, ο Ρογκότης είναι αυτός που χτίζει το μέλλον του, γιατί δεν είχε παρόν. Εδώ παρατηρούμε μία αντίστιξη :Πόσο θα μπορούσε μία τακτοποιημένη ζωή να έχει μία εξασφαλισμένη πορεία. Αυτοί που πετυχαίνουν είναι αυτοί που αγωνίζονται και συνάμα αυτοί που αγωνίζονται είναι όλοι εκείνοι που συναντούν δυσκολίες στην πορεία της ζωής τους. Στον αντίποδα, μία ζωή στρωμένη με ροδοπέταλα μας στερεί αγώνες. Έτσι, ακριβώς και ο Μίλτος βγήκε από το ορφανοτροφείο, απαίτησε την κοινωνικοποίησή του και πέτυχε. Αναδύεται ένας ψυχικός κόσμος διανθισμένος σε πολλά επίπεδα. Όταν πέφτουμε οφείλουμε να σηκωθούμε. Όταν προσεγγίζουμε τα πράγματα μονοδιάστατα δεν μπορούμε να κάνουμε όνειρα. Η Φωκίωνος Νέγρη των δεκαετιών ’50,’60,’70 ζωντανεύει μπροστά μας». Στη συνέχεια, στάθηκε σε ένα τμήμα του βιβλίου, σε ένα σημείο αναφοράς για εκείνον: «Όταν απογυμνώνονται τα άτομα, μένει μία ουσία, ο δρόμος ης ελπίδας, του ‘’αύριο’’. Αυτό το διαπίστωσε και η Λίνα, καθώς θυμήθηκε τα λόγια μίας καθηγήτριάς της, η οποία της είπε πως οι γραπτές εξομολογήσεις απογυμνώνουν το άτομο, αποβάλλεται οποιαδήποτε υστεροβουλία».
Στ. Τσιτσόπουλος: «Ένας έρωτας της εφηβείας δίνει ώθηση στην δράση»
Ο ίδιος ο Στέφανος Τσιτσόπουλος έκανε αναφορά στην πλοκή και στα θέματα που θίγονται: «Διαβάζοντας το βιβλίο ο αναγνώστης θα αντιληφθεί πως η δράση περιπλέκεται γύρω από μία ερωτική ιστορία. Η Λίνα και η Λιλίκα είναι δύο ευτυχισμένα παιδιά, άξια, με στρωμένη ζωή. Επίσης, ακούνε ροκ ‘ν’ ρολ στην εφηβεία. Η Λίνα ερωτεύεται το εξώφυλλο ενός δίσκου που έρχεται από τη Θεσσαλονίκη. Εντωμεταξύ, τρία παιδιά προερχόμενα από το ορφανοτροφείο, Παπάφειο Ίδρυμα έχουν τη δική τους μπάντα,’’Baby on board”.Η ψυχίατρος ερωτεύεται έναν από αυτούς. Αργότερα, όμως η μπάντα διαλύεται. Μία μέρα στη Θεσσαλονίκη ο νεαρός μουσικός συναντά τυχαία τον έρωτα που είχε αφήσει πίσω. Ο Ρογκότης επιστρέφει στην Αθήνα, ο δρόμος του τον φέρνει στην Φωκίωνος Νέγρη. Ωστόσο, εξαφανίζεται ξαφνικά και στέλνει γράμμα για να δικαιολογηθεί. Τα κορίτσια εμπλέκονται ενεργά». Ο ίδιος επεσήμανε: «Απόγειο και περιθώριο, πάνω και κάτω, ταξικά ζητήματα, έρωτας ,θάνατος και γέννηση πλάι σε αναμνήσεις περιπλέκονται με δεξιότητα σε έναν καμβά. Με φόντο το καφέ Select, το μπαρ Au Revoir και το μυθικό κλαμπ Quinta οι αναγνώστες βάζουν την φαντασία τους να δουλέψει!».
Ο ίδιος μίλησε και για το νέο βιβλίο που γράφει αυτό το διάστημα σχετικά με τα πρώτα χρόνια του Μάνου Χατζιδάκι στην Ξάνθη, μετά από μεγάλη έρευνα, ενώ στη συνέχεια συνομίλησε με τους παρευρισκόμενους και υπέγραψε αντίτυπα του βιβλίου του.
Χρύσα Κιατίπη