Τρία χρόνια από τη φυγή της
Στις 15 Ιουλίου του 2018 έφυγε από τούτη τη ζωή η αδελφή μου Ευγενία Μουσοπούλου που ήταν μια ευαίσθητη φύση. Ζωγράφιζε και έγραφε, από μικρή, ποίηση. Κάποια ποιήματά της δημοσιεύθηκαν στο διάστημα 1976 – 1982 σε τευχότομους του περιοδικού «Θρακικά Χρονικά» (τ. 32 / 1976, τ. 33 / 1977 , τ. 34 / 1978 και τ. 37 / 1982). Αναδημοσιεύθηκαν για πρώτη φορά σε τεύχος όσο ζούσε τους πρώτους μήνες του 2018, με τίτλο που επέλεξα από ένα ποίημά της και σύμφωνα με δικό της ζωγραφικό πίνακα του 1982 (υπογράφει Bergmann). Ήθελε να εκδοθεί το τεύχος, συμπληρωμένο και με άλλα ποιήματα, ώστε να χαριστεί σε φίλους / φίλες. Πραγματοποίησα την επιθυμία της, πριν τη φυγή της αλλά και με την ευκαιρία του 40ήμερου μνημοσύνου της. Η πρώτη μικρή έκδοση με 16 ποιήματα έχει τον τίτλο «Υγρή μουσούδα του αλόγου»(2018).
Μετά το θάνατό της, σε ένα φάκελο του αρχείου μου βρέθηκε ένα δακτυλόγραφο αντίγραφο ποιημάτων της με τίτλο «Πενήντα οκτώ πληγές του χρόνου που περνούσε…» Ποιήματα, Ξάνθη, 1975/76. Από τα ποιήματα αυτά προέρχονται όσα δημοσιεύθηκαν στα Θρακικά Χρονικά. Επίσης στο φάκελο υπάρχει μία ξεχωριστή σελίδα με άλλα πέντε ποιήματα. Συνεπώς συγκεντρώθηκαν 58+5 ποιήματα. Δεν βρέθηκαν (προς το παρόν άλλα στο σπίτι της ή αλλού).
Ως το τέλος της ζωής της έγραφε με ψιλές και δασείες, με οξείες και περισπωμένες. Ελπίζω να μας συγχωρεί για την τονική μας αυθαιρεσία – να μην είναι μια επιπλέον πληγή. Το 2019 στον πρώτο χρόνο από την πρόωρη φυγή της, εκδώσαμε ως μνήμης τεκμήριο τα λεπτά αυτά έργα του λόγου της, συνοδεύοντάς τα με μερικούς πίνακές της.
Από τα ποιήματα αυτής συλλογής αυτής, φέτος, με την ευκαιρία των τριών χρόνων από τη φυγή της, δημοσιεύουμε τρία + ένα χαρακτηριστικά αποσπάσματα που δείχνουν την ευαίσθητη ποιητική της γραφή.
Ι.
Ταξιδεύοντας μέσα στον χρόνο βρήκα να στέκη κάπου η μοίρα μου. Την άρπαξα από το μανήκι και την έφερα κοντά μου, να δη το τι μου κάνη και ίσως με λυπηθή λίγο.
Κι εκεί που την παράτησα μου την έσκασε πάλι και άντε να τη βρης.
Μ’ άφησε να την κυνηγώ πάλι και να θερίζω τους σπόρους που μου σπέρνει στον δρόμο μου.
Μα πού θα πάει, θα την τσακώσω για δεύτερη φορά και δε θα μου γλυτώσει. Ή θα της βάλλω μυαλό ή θα την στραγγαλίσω
7.
Είμαστε ελεύθεροι με δεμένα τα χέρια.
Είμαστε τυφλοί με ανοικτά τα μάτια.
Είμαστε καλοί με μαύρη καρδιά
Και ματωμένα χέρια.
26.
Έκλεισες την πόρτα πίσω σου στο παρελθόν
και άνοιξες την πόρτα για το σήμερα
όμως στο πρώτο σου βήμα σκόνταψες
στα συρματοπλέγματα.
56.
Μέσα στο κοιμητήρι, οι αναμνήσεις μου κοιμούνται ήσυχα-ήσυχα.
Μα οι τύψεις, γιατί να βρυκολακιάζουν και να τριγυρνούν τυραννικά στην μοναξιά μου;