Η έλευση της νέας δεκαετίας έχει βρει τον αγροτικό κόσμο της χώρας μας με πολλά προβλήματα, τα οποία γιγαντώθηκαν, εξαιτίας και της πολυετούς ύφεσης που γνώρισε ο τόπος τα προηγούμενα χρόνια. Οι δυσβάσταχτες οικονομικές υποχρεώσεις προς το Δημόσιο, σε Συνδυασμό με το ολοένα αυξανόμενο κόστος εισροών, τα προβλήματα ανταγωνιστικότητας που αντιμετωπίζουν τα περισσότερα ελληνικά προϊόντα, την αποδυνάμωση του συνεταιριστικού κινήματος και κατ’ επέκταση της ισχύος του μεμονωμένου παραγωγού, καθώς και την όξυνση της «μαύρης» οικονομίας, δημιουργούν μεγάλη αβεβαιότητα για το μέλλον της εγχώριας γεωργίας και κτηνοτροφίας.
Σε ένα μέλλον, μάλιστα, όπου η κλιματική αλλαγή εκτιμάται ότι θα δημιουργήσει ακόμα μεγαλύτερες αρνητικές επιπτώσεις σε αγροτικές εκμεταλλεύσεις, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και σε παγκόσμιο επίπεδο γενικότερα.
Ξεκινώντας να αναλύω το τοπίο και τις προοπτικές της επόμενης ημέρας για τον αγροτικό κόσμο του τόπου μας, θα έλεγα ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα, τη δεδομένη στιγμή, αποτελούν τα ακραία καιρικά φαινόμενα που προκαλούνται λόγω της κλιματικής αλλαγής, με αποτέλεσμα να καταστρέφεται κάθε χρόνο μέρος της ελληνικής αγροτικής παραγωγής, να μειώνεται το εισόδημα των ελλήνων αγροτών και να υφίστανται μεγάλη οικονομική ζημία οι συνεταιρισμοί και οι επιχειρήσεις που μεταποιούν και διαθέτουν στην αγορά αγροτικά προϊόντα.
Θεωρούμε ότι είναι απαραίτητο να αλλάξει ο κανονισμός του ΕΛΓΑ και να αξιοποιηθούν όλα τα χρηματοδοτικά εργαλεία της EE, έτσι ώστε να υπάρχει η μεγαλύτερη δυνατή πρόβλεψη αλλά και κάλυψη της αγροτικής παραγωγής των ελλήνων αγροτών.
Αναφερόμενος σε κοινοτικά κονδύλια, δεν θα μπορούσε να μην παραμένει ψηλά στην ατζέντα το διαχρονικό ζήτημα της ΚΑΠ.
Από πλευράς της ελληνικής κυβέρνησης – και με τη βοήθεια όλων των φορέων, όπως του ΣΑΣΟΕΕ που συμμετέχει στον σχεδιασμό του εθνικού φακέλου – θα πρέπει οπωσδήποτε να καταβληθεί κάθε δυνατή προσπάθεια, έτσι ώστε να μη μειωθεί ο προϋπολογισμός της νέας ΚΑΠ (2021-2027).
Η διατήρηση των κοινοτικών ενισχύσεων, τουλάχιστον στα επίπεδα της υφιστάμενης ΚΑΠ, θεωρείται εκ των ων ουκ άνευ, δεδομένου ότι, με την αύξηση της φορολογίας και των ασφαλιστικών εισφορών, αλλά και τις ζημιές που υφίστανται οι αγρότες λόγω των καταστροφών, μειώνεται το εισόδημά τους, ενώ από την άλλη, απαιτούνται μεγαλύτερα κεφάλαια για την αγροτική ανάπτυξη.
Σε ό,τι αφορά τη νέα ΚΑΠ πάντως, ο ΣΑΣΟΕΕ θεωρεί πως οι ενισχύσεις θα πρέπει να κατευθύνονται όπου υπάρχει πραγματική παραγωγή και το κυριότερο σε προϊόντα τα οποία έχουν ζήτηση και είναι ανταγωνιστικά σε διεθνές επίπεδο.
Στο εσωτερικό μέτωπο, ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα που έχουν γιγαντωθεί στα χρόνια της κρίσης αφορά τη λαθραία διακίνηση μεγάλου μέρους ελληνικών αγροτικών προϊόντων. Αυτό συνεπάγεται την αποδυνάμωση, αφενός μεν της ποιότητας των προϊόντων μας, αφετέρου των υγιών συνεταιρισμών και των επιχειρήσεων οι οποίες βλέπουν σημαντικές ποσότητες να γίνονται αντικείμενο εκμετάλλευσης από γειτονικές χώρες. Παράλληλα χάνονται πολύτιμα έσοδα για το κράτος, αφού η διακίνηση γίνεται χέρι με χέρι, χωρίς το παραμικρό νόμιμο παραστατικό.
Στον αντίποδα, καταγράφεται εισαγωγή ξένων προϊόντων (κυρίως στον γαλακτοκομικό κλάδο) τα οποία ελληνοποιούνται, εξέλιξη η οποία λειτουργεί εις βάρος των ντόπιων παραγωγών – καθώς συνήθως πωλούνται σε πολύ χαμηλότερες τιμές – αλλά και των καταναλωτών, αφού περνούν τα σύνορα χωρίς να έχει ελεγχθεί η ποιότητά τους.
Σε κάθε περίπτωση όμως, η δική μας πεποίθηση ως ΣΑΣΟΕΕ, είναι ότι δεν μπορεί να δοθεί καμία λύση στα προβλήματα που προαναφέραμε, εάν δεν ισχυροποιηθούν οι συνεταιριστικές οργανώσεις στην Ελλάδα, αφού μόνο μεγάλα συνεργατικά σχήματα μπορούν να οδηγήσουν σε ανάπτυξη του πρωτογενούς τομέα και να εξασφαλίσουν υψηλότερα εισοδήματα και προστασία του κάθε έλληνα γεωργού και κτηνοτρόφου.
Το σχέδιο νόμου για τους συνεταιρισμούς που βρίσκεται σε διαβούλευση θεωρούμε ότι, σε γενικές γραμμές, κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση. Με τη σημερινή ηγεσία του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων να αφουγκράζεται σε μεγάλο βαθμό τις απόψεις μας πάνω στο βασικό πλαίσιο με το οποίο πρέπει να λειτουργούν οι συνεταιριστικές οργανώσεις στη χώρα μας, έχει δημιουργηθεί ένα νομοσχέδιο το οποίο παρέχει αυξημένες δυνατότητες στα μέλη των αγροτικών συνεταιρισμών, ώστε, μέσω διατάξεων του Καταστατικού που εκείνα θα ορίσουν, να διαμορφώσουν το κατάλληλο γι’ αυτούς πλαίσιο λειτουργίας του συνεταιρισμού ως ιδιωτικής και αυτόνομης επιχείρησης.
Προκειμένου μάλιστα να αντιμετωπιστεί ένα πάγιο πρόβλημα χρηματοδότησης της λειτουργίας των αγροτικών συνεταιρισμών, ενισχύεται η δυνατότητα συμμετοχής μελών-επενδυτών με δικαίωμα ψήφου, πράγμα που καθιστά ελκυστική τη συμμετοχή τους, χωρίς όμως ο συνεταιρισμός να αλλοτριώνεται ως θεσμός της αγροτικής οικονομίας.
Από την άλλη πλευρά όμως, μας βρίσκουν κάθετα αντίθετους οι διατάξεις που οδηγούν σε έξοδο, από τις οργανώσεις, συνεταιριστών μόνο με την απλή παραπομπή τους. Τέτοιας μορφής διατάξεις είναι αντισυνταγματικές αφού ακυρώνουν το τεκμήριο της αθωότητας και είναι πολύ πιο αυστηρές από αυτές που εφαρμόζονται στον δημόσιο τομέα.
Αυτές οι διατάξεις απειλούν με διακοπή της ομαλής λειτουργίας των συνεταιρισμών αφού οι πρόεδροι και οι διοικήσεις των οργανώσεων, σε πολλές περιπτώσεις, αποτελούν εγγύηση έναντι των πελατών, των προμηθευτών και του τραπεζικού συστήματος.
Συνοψίζοντας θα έλεγα ότι το αύριο της ελληνικής γεωργίας και κτηνοτροφίας είναι συνυφασμένο με την ενίσχυση του συνεταιρίζεσθαι, καθώς, μόνο μέσω ισχυρών συνεταιριστικών σχημάτων μπορούμε να πετύχουμε:
-Καλύτερης ποιότητας και ανταγωνιστικότερα, σε διεθνές επίπεδο, ελληνικά αγροτικά προϊόντα.
-Εξασφάλιση υψηλότερων εισοδημάτων για τους έλληνες αγρότες, μέσω καλύτερων διαπραγματεύσεων με πελάτες και προμηθευτές
-Συρρίκνωση της μαύρης οικονομίας, η οποία λειτουργεί σε βάρος των κρατικών εσόδων, της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών προϊόντων αλλά και της ποιότητάς τους
-Συγκράτηση του κόσμου στην ελληνική περιφέρεια, σε χωριά και μικρές κωμοπόλεις που θα ερημωθούν χωρίς την παρουσία του αγροτικού κόσμου.
Αλέξανδρος Κοντός
Ο Αλέξανδρος Κοντός είναι πρόεδρος του Συνδέσμου Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων και Επιχειρήσεων Ελλάδος