Στέργιος Γιαλάογλου
Δικηγόρος
Μετά την προχθεσινή αποκαλυπτική συνέντευξη του πρωθυπουργού στο ΣΚΑΙ, έχουμε πλέον καταλήξει με βεβαιότητα ότι η χώρα το 2015 πέρασε σε μια άλλη, την πιο κρίσιμη φάση της μεταπολιτευτικής ζωής της. Όποιος παρακολούθησε την συνέντευξη, νιώθει στην καλύτερη περίπτωση μια αποστροφή, στην χειρότερη μια αηδία. Σίγουρα όμως έναν υποβόσκοντα τρόμο. Σε ποιους αλήθεια, λαϊκιστές, εμπιστευτήκαμε την τύχη αυτής της χώρας τον Ιανουάριο του 2015. Ποιοι έπαιξαν στα ζάρια το μέλλον μας, κάνοντας επιπόλαιες μπλόφες. Πόσο κοντά ήρθαμε στην απόλυτη καταστροφή, να βρεθούμε εκτός Ευρώπης, εκτός πολιτισμένων χωρών.
Το πλέον εξοργιστικό είναι ότι υπάρχουν ακόμη και αυτοί που στήριξαν αυτούς τους επιπόλαιους και απαίδευτους λαϊκιστές, και εξακολουθούν να έχουν την ίδια αυταπάτη ότι αγωνίζονται ενάντια στα ξένα κέντρα που οδήγησαν την χώρα στα μνημόνια, ότι η διακυβέρνηση της χώρας δεν είναι ανεξάρτητη. Ας μην αναθεματίζουμε το επίπεδο των πολιτικών μας, αυτό είναι συνάρτηση της γενικότερης μεταστροφής της κοινωνίας που συντελέστηκε με γοργούς ρυθμούς την τελευταία δεκαετία της κρίσης. Το πολιτικό σύστημα εκδηλώνοντας σύνδρομα ενοχής και προκειμένου να αποφύγει να αναλάβει τις ευθύνες του, επένδυσε στον λαϊκισμό, συμπαρατάχθηκε – καμουφλαρίστηκε – με τον λαό, πήρε τον τηλεβόα, βγήκε στους δρόμους, στις πλατείες, χτυπώντας κατσαρόλες, μπήκε μπροστά στα διόδια, καλούσε σε ανυπακοή και απείθεια παίζοντας το ρόλο του κλακαδόρου, του μπαχαλάκη, του υποκινητή αντιδράσεων, αυτού που σε κάθε σκηνή, στο θέατρο, καλεί το κοινό σε χειροκρότημα, σε πανηγυρισμούς, σε υποκινούμενη εκδήλωση των συναισθημάτων του.
Αντί οι πολιτικοί νηφάλιοι και ψύχραιμοι να βγουν υπεύθυνα και να ενημερώσουν τον κόσμο, για τις πραγματικές αιτίες και συνέπειες της οικονομικής κρίσης, να καταδείξουν τις παθογένειες της λάθρα ευημερούσας ελληνικής κοινωνίας, να αντιπαρατεθούν στο ρουσφέτι, στον στείρο και ζημιογόνο συνδικαλισμό, να πατάξουν τις νοοτροπίες της κοινωνικής αδιαφορίας, του ωχαδερφισμού, του άθλιου παραγοντισμού, του βολέματος, να κάνουν γενναίες μεταρρυθμίσεις που είχε ανάγκη το κράτος και οι θεσμοί του, επέλεξαν και πάλι την ασφαλή οδό της άκρατης υποσχεσιολογίας, το χάιδεμα αυτιών, τους ανέξοδους παλικαρισμούς. Και νάμαστε τώρα, εισπράττουμε το τίμημα αυτών των επιλογών. Γιατί και εμείς ως ανώριμοι πολίτες, εθισμένοι στο κομματικό και δυσλειτουργικό κράτος, αρνηθήκαμε να αλλάξουμε. Και πλέον μετεξελιχθήκαμε σε αυτό που απεχθανόμαστε. Βλέπουμε πλέον η μοίρα μας να καθορίζεται από άτομα κατώτερα των περιστάσεων, που αντικειμενικά δεν έχουν την ικανότητα διοίκησης ούτε καν περιπτέρου.
Ο Πασκάλ Μπρυκνέρ περιγράφοντας τον κόσμο της τελευταίας δεκαετίας, γράφει πως δεν καταφέρνουμε πια να ταξινομήσουμε τον όγκο των πληροφοριών που φθάνουν σε μας σε ένα εύλογο σύστημα, δεν αναγνωρίζουμε πλέον τα κόμματα που υποστηρίζουν ότι μας εκπροσωπούν. Η ορατότητα του κόσμου εξατμίζεται μέσα σε ένα καλειδοσκόπιο από γεγονότα, αριθμούς και ακατανόητα λόγια. Ανάμεσα στους νοσταλγούς του παρελθόντος που δεν έχουν λόγο ύπαρξης και στους μετριοπαθείς που αντίθετα απέκτησαν λόγο ύπαρξης, η επιλογή μας είναι ανάμεσα σε δύο δυσφορίες. Εξ ού και η ασυνέπεια του εκλογικού σώματος που επιδοκιμάζει πάντα τον τελευταίο που μίλησε, που προδίδει πια όλους τους σκοπούς γιατί είναι διαδοχικά πιστό σε όλους. Όταν δεν απέχουν μαζικά, οι πολίτες ψηφίζουν μάλλον ασυνείδητα, παρά συνειδητά, από πίστη σε ένα «ευαγγέλιο» το οποίο συνεχίζουν να προσυπογράφουν ακόμη κι αν δε το πιστεύουν πια. Οι συζητήσεις επηρεάζουν ελάχιστα τις αποφάσεις. Το πραγματικό κίνητρο γίνεται αρνητικό. Βασικά δεν εκλέγουμε ένα νέο υποψήφιο, αλλά απορρίπτουμε αυτόν που δεν θέλουμε πια, για να τιμωρήσουμε μια ομάδα που μας απογοήτευσε. Αλλάζουμε πολιτικό προσωπικό όπως κάνουμε ζάπινγκ, κουρασμένοι από τις ίδιες εικόνες, αφού πλέον δεν μετρούν τόσο οι ιδέες όσο οι άνθρωποι.
Ο απόλυτος μηδενισμός και η γενικευμένη ισοπέδωση προσώπων και θεσμών μας οδηγεί στο παράλογο συμπέρασμα ότι όλοι είναι το ίδιο κακοί. Γιατί να ενδιαφερθεί για την ψήφο του ο ψηφοφόρος όταν οι επιλογές του είναι απολύτως ίδιες, όταν στην διάρκεια των εκλογικών εκστρατειών η διαφήμιση και το κλιπ υποσκελίζουν τη συζήτηση, όταν τα κόμματα προτιμούν την δημαγωγία από το στοχασμό και το θέαμα από το βάθος; Γιατί να περιμένουμε σοβαρότητα, οξυδέρκεια, αρετές που οι ίδιοι οι πολιτικοί περιφρονούσαν;
Γι΄ αυτό πλέον οι εκλογές κινδύνεψαν να γίνουν ασήμαντες διατυπώσεις, εξ ου και η αύξηση των ψήφων διαμαρτυρίας στην άκρα δεξιά που παρατηρήθηκε, εξ ου και η αναγέννηση και η προσωρινή επικράτηση του αντικοινοβουλευτισμού.
Σήμερα όμως βλέπουμε πως κάτι αλλάζει. Όπως αποτυπώθηκε και στις Ευρωεκλογές, οι πολίτες απαλλαγμένοι από τα ένοχα σύνδρομα του παρελθόντος, απαλλαγμένοι από ψευδοδιλήμματα του τύπου «εμείς ή αυτοί», «τους τελειώνουμε ή μας τελειώνουν», «ο λαός και οι ελίτ», αντιδρούμε διαφορετικά. Συσπειρωμένοι υπό ένα κεντροδεξιό, κεντροαριστερό συνασπισμό, έναν ακομμάτιστο και ωφέλιμο πατριωτισμό, με την εμπειρία τριών μνημονίων, με πλήρη επίγνωση των αιτιών που προκάλεσαν την κρίση ή τουλάχιστον με συνείδηση της αναγκαιότητας να αντιληφθούμε ότι δεν έχουμε πλέον άλλη ευκαιρία, ετοιμαζόμαστε να κάνουμε ένα νέο ξεκίνημα. Εμείς που χωρίς να είμαστε ελίτ, χειροκροτούμε την αριστεία και ελπίζουμε στην ανάδειξη των μορφωμένων παιδιών μας με τα ειδικά χαρίσματα που μπορούν να τραβήξουν την χώρα μπροστά, εμείς που αγαπάμε την πατρίδα μας και όλους όσους μετέρχονται της ελληνικής παιδείας και αγαπούν αυτή την χώρα, εμείς ως ανοιχτοί και ελεύθεροι πολίτες που δεν αποφασίζουμε για την ζωή μας ωσάν να είναι θανατηφόρα η επιλογή μας αλλά ωσάν να είναι ξεκίνημα σε άλλη κατεύθυνση, έχουμε πλέον όραμα και προσανατολισμό. Και κυρίως μπορούμε πλέον να επανασχεδιάσουμε την πορεία μας με πολιτικούς που δεν επενδύουν στον λαϊκισμό, στον φανατισμό, στην ένοπλη αντίσταση, στο μπάχαλο, στην αποσάθρωση των θεσμών. Με πολιτικούς που δεν είναι χαρισματικές μπαλκονάτες προσωπικότητες, με πολιτικούς που έχουν απλή, κοινή λογική, είναι κανονικοί άνθρωποι σαν εμάς και έχουν απλώς συνείδηση της ευθύνης τους και λέμε όχι πιά στους μπλοφατζήδες, όχι στην συντήρηση της ψευδεπίγραφα αριστερής, υπεροχής, όχι στους άφρονες ακροδεξιούς που επενδύουν στην θρησκευτική προνομιακή ιδιαιτερότητα, ούτε στους απονενοημένους νάρκισσους με τα παρδαλά πουκάμισα. Είμαστε πλέον ήσυχοι και συνειδητοποιημένοι και κυρίως προετοιμασμένοι. Δεν είμαστε πλέον αφελείς και έχουμε πλέον ορατή επιλογή να απαλλαγούμε από αυτούς που σε τέσσερα χρόνια μας γύρισαν πίσω, σαράντα. Και θα το κάνουμε χωρίς καμία επιφύλαξη.