Μία στις δύο θέσεις εργασίας κινδυνεύει να αντικατασταθεί από μηχανές ενώ το 80% των εργοδοτών δεν βρίσκει κατάλληλα καταρτισμένους εργαζόμενους
Το μόνο σίγουρο είναι πως τα επόμενα χρόνια ο κόσμος θα αλλάξει. Ο παγκόσμιος πληθυσμός θα αυξηθεί και θα αστικοποιηθεί. Η υπερθέρμανση του πλανήτη θα συνεχιστεί, ο γηράσκων πληθυσμός θα δοκιμάσει τις κυβερνήσεις και τα συνταξιοδοτικά συστήματα. Οι φυσικοί πόροι θα μειωθούν, η σημερινή τεχνολογία θα φαντάζει παρωχημένη, ενώ άλλες αδιανόητες ως σήμερα ανακαλύψεις θα κάνουν την εμφάνισή τους.
Ο τρόπος με τον οποίο η παγκόσμια οικονομία θα αντιδράσει στις αλλαγές που έρχονται δεν είναι σήμερα εμφανής, ούτε και το πώς θα προσαρμοστεί η αγορά εργασίας στην άνοδο της ρομποτικής και στην επανάσταση της τεχνητής νοημοσύνης, ή και κατά πόσο η πρόσφατη επιβράδυνση της παγκοσμιοποίησης θα συνεχιστεί και κατά πόσο θα αντιστραφεί η τάση. Ο κόσμος θεωρείται εξάλλου, όπως ανέφερε προσφάτως μια μελέτη της UBS, ότι βρίσκεται στο χείλος μιας «νέας βιομηχανικής» ρομποτικής επανάστασης, ενώ και άλλες εκδηλώσεις τεχνητής νοημοσύνης είναι πιθανό να μην αφήσουν ανεπηρέαστο κανένα στρώμα της κοινωνίας.
Μία στις δύο θέσεις εργασίας σήμερα εκτιμάται, μάλιστα, πως κινδυνεύει να αντικατασταθεί από μηχανές, σύμφωνα με τον Δείκτη Ανταγωνιστικότητας Ταλέντου του Ομίλου Adecco, που δημοσιεύθηκε σε συνεργασία με το Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο Διοίκησης Επιχειρήσεων (INSEAD). Αυτές οι θέσεις εργασίας κινδυνεύουν να χαθούν ως αποτέλεσμα του αυτοματισμού (14% των θέσεων εργασίας έχουν ήδη αυτοματοποιηθεί σε μεγάλο βαθμό, ενώ 32% αυτών πρόκειται στο μέλλον να αλλάξουν σημαντικά λόγω του αυτοματισμού).
Τις επιπτώσεις μάλιστα της 4ης βιομηχανικής επανάστασης στην αγορά εργασίας στην Ευρώπη εξετάζει νέα μελέτη του Ομίλου Adecco, σημειώνοντας πως η φυσική μεταβατική περίοδος που ακολουθεί μια βιομηχανική επανάσταση είναι αναπόφευκτη και αντί να εκφράζουμε επιφυλακτικότητα μπροστά σε σύγχρονες ανακατατάξεις, πρέπει να ανοίξουμε τους ορίζοντές μας και να κατανοήσουμε την αλλαγή των καιρών. Οπως εκτιμά, η εκπαίδευση με βάση την ανάλυση σχετικά με τα όσα βρίσκονται μπροστά μας και η κατάλληλη προετοιμασία και αποδοχή ενός μέλλοντος συνεχούς μάθησης είναι μείζονος σημασίας για να γίνουν ορισμένα κρίσιμα βήματα – επενδύσεις για το μέλλον. Ο πόλεμος ταλέντων συνεχίζεται και οι δεξιότητες, που είναι το πιο σημαντικό πράγμα σε αυτόν, αλλάζουν συνεχώς.
Αναλύοντας την αγορά της Ευρώπης με τα στοιχεία των εταίρων του WEF και του ΟΟΣΑ, ο Όμιλος Adecco αξιολογεί τις κορυφαίες δεξιότητες (τυχαία σειρά) ως εξής: Στρατηγικό Management, Τεχνολογία Πληροφοριών, Μηχανολογία, Χειρισμός Κλαρκ, Marketing και Διαφήμιση, Αεροναυπηγική, Βελτίωση Μηχανών Αναζήτησης, Κυβερνοασφάλεια, Ανάλυση Δεδομένων, Οικονομική Ανάλυση, Δημιουργικότητα, Ηγετικές Ικανότητες και Διαχείριση Κρίσεων, Αντοχή/Ανθεκτικότητα, Ευελιξία και Επίλυση Προβλημάτων, Διαπολιτισμική Κατανόηση, Επιχειρηματικότητα, Ικανότητα Ανάλυσης Δεδομένων, Προσαρμοστικότητα και Ικανότητα Γρήγορης Μάθησης.
Στην Ευρώπη, οι εταιρείες προσπαθούν να προσελκύσουν και να αναπτύξουν τα ψηφιακά «ταλέντα» με διάφορους τρόπους, όπως εκσυγχρονίζοντας το εργασιακό περιβάλλον, εφαρμόζοντας προγράμματα συνεχούς εκπαίδευσης και κατάρτισης, βελτιώνοντας τα επίπεδα αμοιβών και τα προγράμματα παροχών, εφαρμόζοντας μοντέλα ευέλικτης εργασίας (εν κινήσει ή εξ αποστάσεων εργασία), προχωρώντας σε συνεργασίες με εκπαιδευτικούς οργανισμούς και μερικές φορές αλλάζοντας έδρα των εγκαταστάσεών τους προκειμένου να είναι κοντά σε «δεξαμενές» ταλέντων.
«Στον Παγκόσμιο Δείκτη Ανταγωνιστικότητας Ταλέντων για το 2018, η Ελλάδα έχει τη 42η θέση στην ανταγωνιστικότητα ταλέντων σε σύνολο 119 χωρών. Ωστόσο, η Ελλάδα είναι η 1η χώρα στην εισαγωγή μαθητών στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, αλλά 97η στην αντιστοιχία του εκπαιδευτικού συστήματος με την οικονομία, 51η στην αντιστοίχιση δεξιοτήτων με την τριτοβάθμια εκπαίδευση και 89η στη διά βίου μάθηση. Αυτό αντανακλά και την αναντιστοιχία του εκπαιδευτικού συστήματος με την οικονομία» παρατηρούσε μεταξύ άλλων ο διευθύνων σύμβουλος του Ομίλου Adecco Ελλάδας, Κωνσταντίνος Μυλωνάς.
Για τον κ. Μυλωνά, η προσέλκυση και η διατήρηση βασικών ψηφιακών ταλέντων μπορεί να διαφοροποιήσει τους νικητές από τους χαμένους του σημερινού επιχειρηματικού κόσμου. Στην Ελλάδα μοιάζει να προσπαθούμε να ακολουθήσουμε τις εξελίξεις. Με βάση την Εκθεση Ψηφιακής Προόδου της Ευρώπης (EDPR, 2017), που σημειώνει την πρόοδο των κρατών-μελών στο πλαίσιο της ψηφιοποίησής τους, η Ελλάδα κατέχει την 26η θέση στο σύνολο 28 κρατών-μελών. Με την Ελλάδα να έχει υποφέρει πολλά τον τελευταίο καιρό από τη «φυγή εγκεφάλων», η προσέλκυση και διατήρηση των ειδικών ΤΠΕ παραμένει κομβική για την υποστήριξη της ψηφιακής αλλαγής της χώρας.
Σε μια πρόσφατη έρευνα του Ομίλου Adecco στην Ελλάδα, το 80% των εργοδοτών είπε ότι θεωρεί ότι το εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας δεν εξοπλίζει τους αποφοίτους με το αναγκαίο μείγμα δεξιοτήτων που απαιτείται από την αγορά εργασίας. «Είναι αλήθεια», ανέφερε ο κ. Μυλωνάς, «ότι έχουμε έναν μεγάλο αριθμό υψηλά καταρτισμένων υποψηφίων στην Ελλάδα όσον αφορά το ακαδημαϊκό τους υπόβαθρο. Χρειάζεται να επικεντρωθούμε στην ενδυνάμωσή τους με τις αναγκαίες κοινωνικές δεξιότητες που θα τους βοηθήσουν να σταθούν στον σημερινό κόσμο της εργασίας».
Προτάσεις του ομίλου Adecco
Η πρόταση του Ομίλου Adecco επικεντρώνεται στο τρίπτυχο «εξέλιξη, απασχολησιμότητα και εκπαίδευση»:
– Η εκπαίδευση με βάση την εργασία, όπως η μαθητεία, διασφαλίζει ότι το αποτέλεσμα της εκπαίδευσης αντιστοιχεί στις ανάγκες των επιχειρήσεων, δίνοντας ταυτόχρονα στους νέους μια αξιόλογη πρώτη εμπειρία στην πραγματικότητα του κόσμου της εργασίας.
– Η διά βίου μάθηση είναι απολύτως αναγκαία σε περιόδους γρήγορων τεχνολογικών, οικονομικών και δημογραφικών αλλαγών.
– Η κινητικότητα στην εργασία είναι ένα σημαντικό εργαλείο για τις επιχειρήσεις, ώστε να βρουν τις δεξιότητες που χρειάζονται, παρά τις ελλείψεις στην εκάστοτε τοπική αγορά εργασίας.
– Η διαφορετικότητα έχει μετατραπεί σε παράγοντα-κλειδί για την επιτυχία των επιχειρήσεων, συνδυάζοντας στρατηγικές που καλύπτουν ανάγκες για ποικιλόμορφο εργατικό δυναμικό (από άποψη φύλου, ηλικίας, γεωγραφικής/πολιτισμικής προέλευσης), όπως και για διαφορετικότητα στις συμβάσεις και στις μορφές εργασίας.
Πηγή: το βήμα