Πείραμα πανευρωπαϊκού ενδιαφέροντος με εξειδικευμένους επιστήμονες ξεκίνησε από τη λιμνοθάλασσα της Βιστονίδας με τη συνδρομή του ΙΝΑΛΕ για την παρακολούθηση της πορείας τους
Πολύτιμα δεδομένα για το παράξενο ταξίδι ως τη θάλασσα των Σαργασσών εκτιμά ότι θα συγκεντρωθούν ο τακτικός ερευνητής του Ινστιτούτου Μ. Κουτράκης, προκειμένου να ενισχυθεί η αναπαραγωγή του είδους
Πολύτιμα δεδομένα για το εν πολλοίς άγνωστο, μυστηριώδες και παράξενο ταξίδι των χελιών ως τη θάλασσα των Σαργασσών στην Καραϊβική εκτιμάται ότι θα συγκεντρωθούν από την τοποθέτηση ειδικού πομπού σε χέλια που «μαρκαρίστηκαν» στην λιμνοθάλασσα της Βιστονίδας. Μέσω των πομπών αναμένεται να συλλεγούν δεδομένα για την επιστημονική παρακολούθηση των χελιών και της μελέτη της αναπαραγωγικής τους μετανάστευσής.
Το εγχείρημα ξεκίνησε αυτή την εβδομάδα, αν και απαιτήθηκε μακρά και επίπονη διαδικασία προετοιμασίας, μιας και πρόκειται για ιδιαίτερα σπάνιο πείραμα με ελάχιστους εξειδικευμένους επιστήμονες. Η διαδικασία και η απελευθέρωση μαρκαρισμένων με πομπούς χελιών πραγματοποιήθηκε την Τέταρτη 16 Ιανουαρίου στις 5.30 το απόγευμα , από τους ερευνητές του ΙΝΑΛΕ Μάνο Κουτράκη και Αργύρη Σαπουνίδη με τη συνδρομή ξένων επιστημόνων από την Ευρώπη.
Παρακολούθηση σ’ ένα πολύ παράξενο ταξίδι
Όπως αναφέρει ο τακτικός ερευνητής του Ινστιτούτου Αλιευτικής Έρευνας Μάνος Κουτράκης την ημέρα της επιχείρησης απελευθέρωσης χελιών από τη λιμνοθάλασσα της Βιστονίδας, για το «μαρκάρισμα» των χελιών ήρθαν στην Ελλάδα δύο επιστήμονες από τη Δανία και ένας από την Αγγλία. Πρόκειται για τρεις από τους ελάχιστους με εμπειρία στην τοποθέτηση πομπών σε χέλια, αφού μέχρι σήμερα ανάλογα μαρκαρίσματα έχουν γίνει μόνο από τη Σουηδία και τη Γαλλία. Ο κ. Κουτράκης εξηγεί ότι «τοποθετούνται οι πομποί για να δούμε την πορεία των χελιών, καθώς ταξιδεύουν προς τη θάλασσα των Σαργασσών, όπου γίνεται η αναπαραγωγή τους. Ταξιδεύουν από όλη την Ευρώπη, είναι το ίδιο είδος χελιών και συγκεντρώνονται εκεί για να αναπαραχθούν. Προκειμένου να μελετηθεί πώς φτάνουν εκεί, τοποθετούμε τους δορυφορικούς πομπούς που κρατάνε οκτώ μήνες, ώστε να αντλήσουμε δεδομένα, όπως σε τι βάθος ταξιδεύουν, τι πορεία ακολουθούν, τι θερμοκρασίες συναντούν». Βέβαια, όπως επισημαίνει το εγχείρημα δεν είναι εύκολο, καθώς στο ενδιάμεσο τα προβλήματα είναι πολλά. «Θηρευτές, ατυχήματα, αλιεία. Τα χιλιόμετρα είναι πολλά και οι μήνες είναι πολλοί», σχολιάζει ο ίδιος, σημειώνοντας: «ελπίζουμε το πείραμα που ξεκίνησε να ολοκληρωθεί τον Σεπτέμβρη και να έχουμε δεδομένα ώστε να συμβάλουμε στον κύκλο ζωής, σ’ αυτό το τόσο παράξενο ταξίδι των χελιών, έτσι ώστε να το βοηθήσουμε να κρατήσει έναν καλό πληθυσμό στην Ευρώπη».
Μαρκάρισμα με ένα μικρό «χειρουργείο»
Η διαδικασία τοποθέτηση των δορυφορικών πομπών μοιάζει πολύ μ’ ένα μικρό «χειρουργείο». Απαιτεί λεπτομέρεια και επιδέξιες κινήσεις, ώστε να μην τραυματιστεί το ψάρι. «Για να μπουν οι πομποί αποστειρώνονται τα εργαλεία και απαιτείται ιδιαίτερη επιδεξιότητα, γι’ αυτό είναι απαραίτητοι οι εξειδικευμένοι επιστήμονες», εξηγεί ο κ. Κουτράκης.
Είναι σημαντικό να μη μολυνθεί η πληγή του ψαριού που ξεκινά ένα μεγάλο και δύσκολο ταξίδι. Σύμφωνα με τις πληροφορίες των επιστημόνων, τα χέλια ταξιδεύουν περίπου 5-20 χλμ τη μέρα. Τις ώρες με φως πραγματοποιούν την πορεία τους σε βαθιά νερά 800-1000 μέτρα βάθος, ενώ τη νύχτα κινούνται σε επιφανειακά νερά. Ωστόσο, πολύ λιγότερα είναι τα δεδομένα για το ταξίδι τους στον Ατλαντικό και αυτά προσπαθούν να αντλήσουν οι επιστήμονες μέσω των πομπών.
Υπό κατάρρευση ο πληθυσμός των χελιών
Το επιστημονικό συνεργείο ήταν ιδιαίτερα «τυχερό» στο εγχείρημά του, καθώς βρήκε επαρκή πληθυσμό χελιών το προηγούμενο σαββατοκύριακο, ώστε να τοποθετήσει τους πομπούς του. «Ήμασταν τυχεροί γιατί τα χέλια θέλουν κρύες και βροχερές βραδιές για να ξεκινήσουν το ταξίδι τους. Έτσι, πιάσαμε 200 χέλια περίπου», σημειώνει ο κ. Κουτράκης, αναφέροντας ωστόσο ότι «κάποιες εποχές σε βραδιές με κατάλληλες συνθήκες τα χέλια που ερχόταν εδώ μπορεί να έφταναν τους τρεις, πέντε ή έξι τόνους, ενώ τώρα τα 200 χέλια αντιστοιχούν περίπου σε 300 κιλά». Άλλωστε, είναι ενδεικτικό το πλήγμα που έχει δεχθεί ο πληθυσμός τους, που συρρικνώθηκε στο 7% στις λιμνοθάλασσες σε σχέση με τη δεκαετία του ’80. Ο κ. Κουτράκης επισημαίνει μάλιστα, ότι η κατάρρευση του πληθυσμού των χελιών, έχει και άλλες συνέπειες πέραν των περιβαλλοντικών, αφού κάποτε η αλίευση χελιών έδινε ζωή και πόρους σε όλες τις λιμνοθάλασσες της Ελλάδας και της Ευρώπης.