Οι ελληνικές κοινότητες μέσα στον χρόνο και η διαμόρφωση της ελληνικής παράδοσης εντός τους
Της Αναστασίας Χατζοπούλου*
Η Κοινότητα αποτελεί τη συγκέντρωση μιας ομάδας ανθρώπων σε ένα συγκεκριμένο χωροχρόνο. Απαντάται από τους προϊστορικούς χρόνους, επιβιώνει στη ρωμαϊκή και βυζαντινή εποχή, αναπτύσσεται σε θεσμό κατά την οθωμανική κυριαρχία και συνεχίζει να επιβιώνει στους κόλπους τους σύγχρονου ελληνικού κράτους. Η ανάγκη για τη συγκρότηση της κοινότητας εκκινά από ορισμένα κοινά χαρακτηριστικά γνωρίσματα ή διαφορές που διέπουν μία ομάδα ανθρώπων. Η οργάνωση σε κοινότητες δεν αποτελεί μόνο το δομημένο και τοπογραφικά χωροθετημένο οικιστικό συγκρότημα, αλλά στοιχειοθετεί έναν πολυσύνθετο οργανισμό που λειτουργεί με κοινωνικοπολιτικούς μηχανισμούς. Οι Κοινότητες από πολιτικής άποψης είχαν άμεσο δημοκρατικό χαρακτήρα, κατά το πρότυπο της Αθήνας των κλασικών χρόνων και κατά το πρότυπο της Πολιτείας του Πλάτωνα, όπως το αναλύει στο ομώνυμο 8ο βιβλίο του, ως το ιδανικό πολίτευμα.
Το ιστορικό γίγνεσθαι της κοινότητας
Οι συσσωματώσεις των μονάδων σε οικισμούς ή κοινότητες προέκυψε από την ανάγκη των ανθρώπων για προστασία από τους εξωτερικούς κινδύνους -φυσικούς και ανθρώπινους- όπως δείχνει η εγκατάσταση σε περίοπτα σημεία, π.χ. σε ακροπόλεις, τα οποία οικοδομούνται συνήθως οχυρωμένα με περιβόλους. Παράλληλα, επιβεβαιώνεται και η ύπαρξη μιας οργάνωσης με συστήματα οικονομικού ελέγχου, γεγονός που αποτελεί στοιχείο πολιτικής συγκρότησης.
Τα μέλη της κοινότητας διαμορφώνουν μια διαλεκτική σχέση συνεχούς αλληλεπίδρασης με το φυσικό τους περιβάλλον, αναζητώντας δυνατότητες αξιοποίησής του με σκοπό την αντιμετώπιση κοινών προβλημάτων και εν γένει την επιβίωση ολόκληρης της κοινότητας. Το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα προϋποθέτει την παροχή-προσφορά εργασίας όλων των μελών με τον καταμερισμό αυτής βάσει, κυρίως, ηλικίας και φύλου. Έτσι προκύπτει μία οικονομία, στην οποία οι άνθρωποι μαθαίνουν να παράγουν μόνοι την τροφή τους και τα απαραίτητα είδη πρώτης ανάγκης, ώστε να είναι αυτάρκεις. Η αυτάρκεια αποτελεί και το κύριο μέλημά της. Τα μέλη της κοινότητας ασχολούνται κατά βάση με την κτηνοτροφία και τη γεωργία, οπότε και η νομαδική κατασκήνωση μετατρέπεται σε ένα αυτάρκες χωριό που στη συνέχεια δύναται να μετατραπεί σε μια μεγάλη κώμη ή πόλη, ανάλογα με τα πλουτοπαραγωγικά αγαθά της κοινότητας. Η παραγωγή και επεξεργασία των προϊόντων πραγματοποιούνται στο πλαίσιο της οικοτεχνίας, ενώ τα παράγωγα αυτής αποτελούν τη βάση της κοινοτικής υπόστασης, καθώς, είτε χρησιμοποιούνται από την κοινότητα, είτε γίνονται μέσα ανταλλαγής ή εμπορίου. Παράδειγμα τέτοιας μορφής λειτουργίας του κοινοτικού συστήματος στο πλαίσιο της τοπικής μικροοικονομίας δίνει η σαρακατσάνικη κοινωνία.
Το εκάστοτε φυσικό περιβάλλον υπαγορεύει τους τρόπους χρήσης και αξιοποίησής του, ενώ η ανθρώπινη επέμβαση πάνω σε αυτό διαμορφώνει μια οικολογική σχέση, μετατρέποντας το φυσικό περιβάλλον σε πολιτισμικό. Η εργασία των μελών δημιουργεί παραγωγικές σχέσεις και την τάση αναζήτησης νέων τεχνολογικών δυνατοτήτων για τη βελτίωση της εργασίας, ανάλογα με το επίπεδο του πολιτισμού. Επομένως, διαμέσου του υλικού αντικειμένου, η παραγωγική σχέση μετατρέπεται σε κοινωνική, καθώς η απαραίτητη συνεργασία των μελών γεννά μεταξύ τους ποικίλους δεσμούς και ισχυροποιεί την κοινοτική αλληλεγγύη.
Η κοινοτική αρχή έχει καθήκον της να διαφυλάττει και να διαχειρίζεται τα κοινοτικά αγαθά. Πρόκειται για ένα είδος πολιτικής οργάνωσης που παίζει καθοριστικό ρόλο στην εξέλιξη της κοινότητας καθώς, δεν περιορίζεται μόνο στην κάλυψη των πρακτικών αναγκών της, αλλά προχωρεί και σε άλλες αναζητήσεις, με προτεραιότητα τη συλλογική ευημερία και όχι την ατομική.
Μορφές και Έννοιες της Κοινότητας
Η κοινότητα είναι μια πολύσημη έννοια, καθώς τα μέλη της συνδέονται συμβολικά και ιδεολογικά με τις διαφορές τους -φυλετικές κ.ά.- διαμορφώνοντας μια διακριτή συμβολική ταυτότητα, βάσει της οποίας διαπραγματεύεται με τον υπόλοιπο κόσμο. Εκτός από τις εργασιακές τους σχέσεις, οι κοινές βιωματικές δραστηριότητες με λαϊκές καταβολές, αναπτύσσουν το αίσθημα του συνανήκειν σε μια κοινότητα και ενδυναμώνουν την έκφραση της κοινοτικής αλληλεγγύης. Ο κοινός πολιτισμικός χώρος, με τις ανάλογες εκφάνσεις του -όπως η φορεσιά ή τα διάφορα έθιμα-συνιστούν το σημείο αναφοράς που κρατά την κοινότητα ενωμένη. Γι’ αυτό το λόγο και οι Έλληνες που έχουν μεταναστεύσει στο εξωτερικό φροντίζουν να ιδρύσουν μια κοινότητα προκειμένου να διατηρούν δεσμούς με την μητρόπολη-κοινότητά τους και να αναβιώνουν τις μνήμες τους.
Οι Κοινότητες στην εποχή της Τουρκοκρατίας
Η μορφή του κοινοτικού συστήματος σε θεσμοθετημένο πλαίσιο αποτέλεσε ένα ιστορικό μόρφωμα, το οποίο άνθισε την εποχή της Τουρκοκρατίας. Υπήρξε ένα συλλογικό όργανο επίσημα αναγνωρισμένο από το οθωμανικό κράτος που συνεργαζόταν με τους εκπροσώπους του -προεστούς, κοτζαμπάσηδες κλπ- για να εισπράττει τους φόρους από τους υποτελείς. Οι κοινότητες αποτελούσαν ένα πολύμορφο σύστημα αυτοδιοίκησης, με διαφορετική ανάπτυξη, βαθμό αυτονομίας και μεταβλητότητας, αποτελώντας συνάρτηση διαφόρων χρονικών και τοπικών παραγόντων, καθώς αντανακλούσε τις ιδιομορφίες των κοινωνιών που αντιπροσώπευαν, όπως φαίνεται σε Κυκλάδες, Πήλιο, Ήπειρο κ.α.
Ο χαρακτήρας, ωστόσο, των Κοινοτήτων ήταν πολυσύνθετος, εφόσον ήταν κάτι πολύ περισσότερο από διεκπεραιωτής των φόρων, με ρόλο κοινωνικοοικονομικό, πολιτικό και πολιτισμικό ταυτόχρονα. Η ελληνική παράδοση ή ο πολιτισμός διαμορφώθηκαν μέσα στις κοινότητες σε άμεση συνάρτηση με την κοινωνία και τις ιδιαιτερότητες του κάθε τοπίου. Έθνος, Θρησκεία και Κράτος αποτελούν παράγωγα του Κοινοτισμού, καθώς αντανακλούν τις κοινωνικές δομές, το ήθος και τις σχέσεις που αναπτύχθηκαν εντός του, διαμορφώνοντας κοινές αξίες, αιτήματα και τρόπους συμπεριφοράς. Γι’ αυτό μια Κοινότητα αποτελεί τον οικισμό, όχι μόνον ως ένα δομημένο χώρο, αλλά και ως έναν πολυσύνθετο οργανισμό που συναιρεί οικονομικές, κοινωνικές, πολιτισμικές και πολιτικές λειτουργίες μιας ομάδας.
Συνεχίζεται…ροτεινόμενη Βιβλιογραφία
– Βαρβούνης Μ. Γ. – Σέργης Μ. Γ. (επιμ.), Ελληνική Λαογραφία: Ιστορία, Έννοιες, Μέθοδοι, Θεματικές.
– Δαλκαβούκης, Βασίλης, Πρακτικά Συμποσίου 24-26 Μαΐου 2012, Ιόνιο Πανεπιστήμιο, Κέρκυρα.
– Ζαϊμάκης Γιάννης, Κοινοτική εργασία και τοπικές κοινωνίες. Ανάπτυξη, Συλλογική δράση, Πολυπολιτισμικότητα.
– Θεοχάρης Δημήτριος, Νεολιθικός πολιτισμός, εκδ. Μ.Ι.Ε.Τ.
– Ιστορία των Ελλήνων, Τόμος Ι, Δομή.
– Λιάτα Ε., «Οι κοινότητες. Ένας θεσμός με πολλές όψεις».
– Νιτσιάκος Βασίλης, Παραδοσιακές κοινωνικές δομές.
– Πενταρίτσας Παναγιώτης, Η Επανάσταση της Αυτάρκειας.
* Η Αναστασία Χατζοπούλου έχει σπουδάσει συντήρηση Αρχαιοτήτων και Ιστορία και Ελληνικό Πολιτισμό στο ΕΑΠ