Αλλοτινές Αποκριές

0

Αποκριά ετυμολογικά σημαίνει μακριά από το κρέας. Εκκλησιαστικά είναι η περίοδος προετοιμασίας του ανθρώπου, ψυχικής και σωματικής, για να βιώσει το Θείο Πάθος και την ανάσταση του Σωτήρα Χριστού. Περιλαμβάνει τις τρεις εβδομάδες πριν από την Μεγάλη Σαρακοστή, που μας ανοίγει το Τριώδιο. Η περίοδος αυτή προσδιορίζεται από τις Κυριακές του «Τελώνου και Φαρισαίου», του «Ασώτου», των «Απόκρεω» και της «Τυρινής». Η Μεγάλη Σαρακοστή ξεκινά από την Καθαρά Δευτέρα.
Η περίοδος αυτή συνδυάζεται με το έθιμο του «Καρνάβαλου» που είναι η θεότητα της Αποκριάς. Είναι έθιμο του γλεντιού, της ψυχαγωγίας, του «μασκαρέματος». Για την προέλευσή του υπάρχουν πολλές εκδοχές: Από τα Σατουρνάλια ή τα Λουπερκάλια των Ρωμαίων, προς τιμή του Κρόνου, ενώ άλλοι λαογράφοι υποστηρίζουν ότι τα δρώμενα θυμίζουν του «γεφυρισμούς» των αρχαίων αθηναίων που είχαν σχέση με την ευφορία της γης. Κάποιοι επίσης υποστηρίζουν ότι οι ρίζες τους βρίσκονται στις ρωμαϊκές καλένδες γιορτές της άνοιξης. Πολλοί επίσης τις συνδέουν με το Θεό Διόνυσο και τα διονυσιακά μυστήρια. Από όπου, όμως κι αν προέρχονται, το βέβαιον είναι ότι γιορτάζονταν και βιώνονταν δυναμικά από το λαό μας. Σε όλες σχεδόν τις περιοχές της πατρίδας μας γιορτάζονταν οι Αποκριές με τον ίδιο τρόπο, με μικρές διαφορές ή παραλλαγές από περιοχή σε περιοχή.
Αλλοτινές Αποκριές
«Ενώ εις τας πόλεις ο κόσμος διασκεδάζει την Αποκριάν εις τας κατ’ οίκον συγκεντρώσεις είτε εις δημοσίους χορούς…εις τα χωριά ο αγρότης και μέσα εις τα γέλια και τα φαγοπότια της Αποκριάς έχει την αίσθησιν της μεταβολής που επέρχεται την εποχήν αυτήν εις την φύσιν», γράφει ο λαογράφος Γεώργιος Μέγας, θέτοντας τη διαφοροποίηση της γιορτής μεταξύ χωρικών και αστών και συνδέοντας εμμέσως την παράδοση των αποκριάτικων εθίμων με τα δρώμενα της αρχαιότητας που σχετίζονται με την αναγέννηση της φύσης.
Σε εποχές αλλοτινές οι αποκριές και το καρναβάλι είχαν τελείως διαφορετική σημασία από τη σημερινή. Δεν είχαν χαθεί μέσα στην πολυτέλεια των στολών και των μεταμφιέσεων, των χορών και μιας τυποποιημένης και επίπλαστης χαράς που τυλίγεται με σερπαντίνες και πνίγεται στα κομφετί αλλά διατηρούσαν την αυθεντική, διονυσιακή εκδοχή τους που βασίζεται σε μεταμφιέσεις με ότι πιο πρόχειρο και καθημερινό που άφηνε ελεύθερη τη φαντασία αλλά και μια χαρά πηγαία που εκφράζονταν με πειράγματα, με σατυρικά σχόλια τα λεγόμενα εξ αμάξης (καθώς ανέβαιναν σε μια άμαξα και σατίριζαν και τραγουδούσαν τραγούδια με σεξιστικά υπονοούμενα).
Στα Άβδηρα, όπως θυμάται η κυρά Βασιλική όλες τις μέρες της Αποκριάς γυρνούσαν καρναβάλια στους δρόμους του χωριού: « Άνδρες ντυμένοι γυναίκες, παπάδες, γύφτοι αλλά και γυναίκες ντυμένες άνδρες και ότι άλλο επινοούσαν. Πήγαιναν στα σπίτια και χόρευαν και πείραζαν τους οικοδεσπότες. Αυτοί τους κερνούσαν…όλο το βράδυ γυρνούσαν έπιναν και τραγουδούσαν…Ο κόσμος το ζούσε το καρναβάλι. Την Καθαρά Δευτέρα – παιδάκι ήμουν – ο θείος μου κρεμούσε ένα αυγό με μια κανταπιά (γερή κλωστή που χρησιμοποιούσαν για τα καπνά) από το ταβάνι. Μας έβαζε γύρω – γύρω εμένα και τα ξαδέλφια μου και κουνούσε την κανταπιά. Εμείς έπρεπε να πιάσουμε με το στόμα μας το αυγό γιατί τα χέρια τα είχαμε πίσω. Έλεγαν ότι τώρα που αρχίζει η νηστεία το Πάσχα θα φας αυγό!».
Αποκριές στην… Παλιά Ξάνθη
Στο βιβλίο του φιλόλογου –λογοτέχνη Θανάση Μουσόπουλου «Καθημερ’νές και σκόλες ανακαλύπτει κανείς αποκριάτικα δρώμενα της ευρύτερης περιοχής της Θράκης αλλά και της Ξάνθης.
Παραθέτουμε δύο αποσπάσματα: «Στο Σαμμάκοβο την «πιτεροδευτέρα» (Δευτέρα Τυρινής άρχιζε το αποκριάτικο γλέντι με τους μασκαρεμένους, ελευθερόστομους «πιτεράδες» (πασπάλιζαν το πρόσωπό τους με πίτερο για να μην τους γνωρίζουν). Στην πομπή προπορευόταν ο «πρόβοδος» με το βούκινο ακολουθούσαν ο τραγοκέρατος, ο κουδουνάς, ο γκαϊντατζής, ο γαμπρός με την νύφη (που ήταν άνδρας μασκαρεμένος σε γυναίκα – ο γάμος του Κουτρούλη), το γαϊδούρι με την προίκα, ο καμπούρης, ο τραγέλαφος και άλλοι.
Την τελευταία βραδιά της Τυρινής είχαμε πλούσιο τραπέζι και γλέντια. Συγγενείς κα φίλοι κάθονταν στην τάβλα. Η οικοδέσποινα τους καλωσόριζε «Καλώς ορίστε μάτια μου στην τάβλα τη γεμάτη με τα μοσχομυρίσματα με τον ανθό γιομάτη…» και οι μουσαφίρηδες τιμούσαν το τραπέζι με τραγούδια της «τάβλας». Το κέφι άναβε με τα «βρετά» άλλα αθώα και άλλα πιπεράτα ανέκδοτα και γλωσσοδέτες. Τα παιδιά γίνονται «μουτσούνες» . Τα όργανα έπαιζαν και οι χοροί κρατούσαν ως αργά. Πριν διαλύσει η συγκέντρωση «βούλωναν μ’ αβγό το στόμα». Που άνοιγε πλέον το Πάσχα. Στην Ξάνθη το βράδυ της Κυριακής Τυροφάγου καίνε τον «Τζάρο» ομοίωμα του καρνάβαλου που συμβολίζει το θάνατο της αποκριάς.
Την Καθαρή Δευτέρα στην Ξάνθη οι άνδρες μουντζουρώνονταν κα γύριζαν στους δρόμους, και έκαναν «αρκά» (ανοησίες)».

Μαριάννα Ξανθοπούλου

Περισσότερα Σχετικά Άρθρα
Περισσότερα άρθρα από ΕΜΠΡΟΣ
Περισσότερα άρθρα από Αρχείο Αρθρογραφίας 2009
Τα σχόλια είναι απενεργοποιημένα.

Μπορεί επίσης να σας αρέσει

Η σειρά της Ανδρέου Δημητρίου ν’ αναπλαστεί

Το είπε και το έκα&#…