Μια ομάδα ορειβατών στο όρος Αραράτ
Το οδοιπορικό της ορειβατικής εκστρατείας
Άνθρωποι ανήσυχοι που κοιτούν πώς να βελτιώσουν, να βελτιωθούν και πάντα σαν στόχο να βάζουν κάτι πιο δυνατό, έτσι θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν τα άτομα που ασχολούνται με το βουνό. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι στους κόλπους των ορειβατικών συλλόγων κυριαρχεί το σύνθημα «Πάντα ψηλά».
Ύστερα από κάποιες αποστολές στο εξωτερικό (Γαλλικές Άλπεις, Μουσαλά Βουλγαρίας), δόθηκε η δυνατότητα μέσω του Ορειβατικού Συλλόγου Κομοτηνής για κάτι πιο δυνατό. Λίγο μετά το Πάσχα ανακοινώθηκε επίσημα ότι θα γινόταν αποστολή στο Όρος Αραράτ στην Ανατολική Τουρκία, με υψόμετρο 5.137 μέτρα. Ο πυρήνας των ανθρώπων που θα συμμετείχαν στην αποστολή σχηματίστηκε αμέσως και αποτελούνταν από τους: Αντνάν Γκερδεμελή, Άγγελο Παράσχου, Αρχοντή Εξακοίδη, Κώστα Σαχαρίδη, Πέτρο Χατζή, Φώτη Ζαρίτα, Αντώνη Μιχαλόπουλο, και Βαγγέλη Δήμτσα ως εκπρόσωπος του Ε.Ο.Σ. Κομοτηνής, τον Κώστα Χατζόπουλο ως εκπρόσωπο του Ε.Ο.Σ. Θεσσαλονίκης και τον Βασίλειο Γεωργιάδη ως εκπρόσωπο του Ε.Ο.Σ. Ξάνθης
Η προπόνηση που ακολούθησε τους επόμενους δύο μήνες ήταν εντατική, γιατί το μεγάλο υψόμετρο του βουνού απαιτούσε πολύ καλή προετοιμασία.
Η αναχώρηση έγινε το Σάββατο 3 Ιουλίου για την Κωνσταντινούπολη, απ’ όπου την επομένη πετάξαμε για το Βαν, πόλη που βρίσκεται στο Ανατολικό άκρο της ομώνυμης μεγάλης λίμνης. Στη συνέχεια κατευθυνθήκαμε Βόρεια προς το Ντοούμπεγιαζίτ, την πόλη που βρίσκεται στις παρυφές του όρους Αραράτ. Το βράδυ της ίδιας μέρας (Κυριακή 4 Ιουλίου) μας έγινε μικρή ξενάγηση στο παλάτι του Ισαάκ πασά, που βρίσκεται λίγο έξω από την πόλη.
Την επόμενη μέρα επιβιβαστήκαμε σε φορτηγό και κατευθυνθήκαμε σε υψόμετρο 2.100 μέτρων. Εκεί ο εξοπλισμός και τα εφόδιά μας φορτώθηκαν σε μουλάρια και αρχίσαμε την ανάβασή μας προς την κατασκήνωση βάσης, σε υψόμετρο 3.200 μέτρων, όπου και φτάσαμε μετά από τρεις ώρες πορείας. Στήθηκαν οι σκηνές και οργανώθηκε το μαγειρείο για το βραδινό γεύμα. Η ανάβαση που ακολούθησε την επόμενη μέρα σε υψόμετρο 4.200 μέτρων ήταν καθοριστική για τον εγκλιματισμό μας, που είναι απαραίτητος σε κάθε έναν που ανεβαίνει πάνω από τα 3.000 μέτρα. Σ’ αυτό το υψόμετρο ο ανθρώπινος οργανισμός μπορεί να εμφανίσει το «νόσο του υψομέτρου», αν δεν γίνει καλή προσαρμογή του στην ελαττωμένη μερική πίεση οξυγόνου που μειώνεται καθώς το ύψος αυξάνεται. Στη συνέχεια επιστρέψαμε για να κοιμηθούμε πάλι στα 3.200 μέτρα, ώστε ο οργανισμός μας να προσαρμοστεί.
Ευτυχώς κανείς από μας δεν παρουσίασε ιδιαίτερα έντονα προβλήματα με το υψόμετρο, εκτός από ελαφρύ πονοκέφαλο.
Την Τετάρτη 7 Ιουλίου ανεβήκαμε και διανυκτερεύσαμε στην προωθημένη κατασκήνωση στα 4.200 μέτρα, απ’ όπου τα χαράματα της επόμενης μέρας θα επιχειρούσαμε την ανάβαση προς την κορυφή.
Αμέσως πάνω από την κατασκήνωση ήταν όλα χιονισμένα. Ακολουθώντας τον Γιλντιρίμ, τον οδηγό μας, αρχίσαμε στις 4 το πρωί την ανάβαση μέχρι την κορυφή, που διήρκησε περίπου πεντέμισι ώρες. Η κορυφή αποτελούσε για μας το σημείο κατάκτησης, το ζωντάνεμα του ονείρου και την δικαίωση των κόπων μας. Αφού τραβήξαμε φωτογραφίες με την Ελληνική σημαία στην κορυφή, αρχίσαμε την κατάβαση και επιστρέψαμε στην κατασκήνωση βάσης στα 3.200 μέτρα. Την επόμενη μέρα κατεβήκαμε στα 2.100 μέτρα, για να επιστρέψουμε στο ξενοδοχείο, όπου γιορτάσαμε την επιτυχία μας.
Ο καιρός ήταν σύμμαχός μας καθ’ όλη τη διάρκεια της αποστολής και έτσι αποφεύχθηκε άσκοπη καθυστέρηση και ταλαιπωρία. Η επιστροφή στο Βαν, από κει στην Κωνσταντινούπολη και οδικά στην Ξάνθη έγινε το Σάββατο 10 Ιουλίου.
Εδώ θα πρέπει να ευχαριστήσουμε και το ταξιδιωτικό γραφείοBUKLA από την Κωνσταντινούπολη που οργάνωσε άψογα και μας οδήγησε με ασφάλεια στην κορυφή του όρους με τους δύο οδηγούς που μας διέθεσε.
Ήταν μια συγκλονιστική εμπειρία που απέδειξε την αξία της συναδελφικότητας και της συνεργατικότητας στην κατάκτηση ενός στόχου που κερδίζεται, εκτός από τις φυσικές δυνατότητες του ανθρώπου, με τη δύναμη της ψυχής.